Το «πρεκαριάτο» και η νέα πρόκληση για την εργασία

Αντί η κεντροαριστερά να ψάχνει για μουσειακές λύσεις στα εργασιακά θέματα, καλά θα έκανε να αναζητήσει τι αλλάζει στη φύση των εργασιακών σχέσεων με σημερινά κριτήρια. Γράφει ο Αθ. Χ. Παπανδρόπουλος.

Το «πρεκαριάτο» και η νέα πρόκληση για την εργασία

Όταν πριν από 60 χρόνια άνοιξα για πρώτη φορά τις σελίδες των «Financial Times», έπεσα στο άρθρο ενός οικονομολόγου που ανέφερε ότι στις τότε χώρες-μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (Ο.Ο.Σ.Α.), το κόστος της εργασίας, κατά μέσο όρο, αντιπροσώπευε το 70% της τελικής τιμής ενός τρέχοντος βιομηχανικού καταναλωτικού αγαθού.

Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, ο μεγάλος Πίτερ Ντράκερ, σε άρθρο του στο περιοδικό «Foreign Affairs», αναφερόμενους στους μετασχηματισμούς της ελεύθερης οικονομίας, με αφορμή την πρώτη πετρελαϊκή κρίση, τόνιζε ότι στην τελική τιμή ενός άμεσου καταναλωτικού αγαθού, το κόστος της εργασίας δεν αντιπροσώπευε πάνω από 30%, με 7% να είναι το εργασιακό κόστος της βιομηχανικής του παραγωγής.

Μια πενταετία αργότερα, ο ίδιος οικονομολόγος υπογράμμιζε ότι η χρηματοοικονομία αντιπροσώπευε το 40% των κερδών των… βιομηχανικών επιχειρήσεων, οι οποίες ήσαν πλέον υποχρεωμένες να επενδύουν περισσότερο σε κινητές αξίες (μετοχές, ομόλογα κ.λπ.) παρά σε πάγιες παραγωγικές εγκαταστάσεις. Κατά συνέπεια, τόνιζε ο πολύπειρος γκουρού του επιχειρείν, θα υπάρξουν ραγδαίες μεταβολές στη φύση και στους τρόπους εργασίας, τις οποίες όσο οι πολιτικοί για λόγους πνευματικών αγκυλώσεων δεν καταλαβαίνουν, τόσο πιο πολύ το κόστος θα το πληρώνουν οι χαμηλής εξειδίκευσης εργαζόμενοι, οι οποίοι σταδιακά θα περιθωριοποιούνται και θα τελούν υπό καθεστώς αβεβαιότητας και ανασφάλειας.

Σήμερα, οι εργαζόμενοι αυτοί, κατά τον Βρετανό καθηγητή και συγγραφέα Guy Standing, που πριν λίγα χρόνια προκάλεσε αίσθηση με το βιβλίο του «Το Πρεκαριάτο, η νέα επικίνδυνη τάξη», καλύπτουν το 25% του συνόλου του ενεργού πληθυσμού παγκοσμίως. Είναι όντως μια νέα αλλά πολυσύνθετη κοινωνική τάξη, στους κόλπους της οποίας, οι μετασχηματισμοί και οι κρίσεις της οικονομίας της αγοράς δημιουργούν συνθήκες γενικευμένης αβεβαιότητας, εργασιακής κυρίως. Σαφώς, δε, η αβεβαιότητα αυτή, από μόνη της, είναι και ο κύριος παράγοντας κρίσης της περίφημης μεσαίας τάξης.

Μιας κρίσης όμως που ο μεν Guy Standing προσπαθεί να αναλύσει με ρεαλισμό και πνευματική εντιμότητα, πλην όμως οι αμετανόητοι της ολοκληρωτικής σκέψης επιμένουν να βλέπουν με κριτήρια του 19ου αιώνα. Δυστυχώς γι’ αυτούς, όμως, η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στις θεωρήσεις τους.

Τα σαράντα τελευταία χρόνια, ο κόσμος της παραγωγής πλούτου και της εργασίας είναι πηγές συνεχών μετασχηματισμών, οι οποίες αφεαυτές προκαλούν κρίσεις. Η οικονομία της αγοράς, είχε επισημάνει ο Γ. Σουμπέτερ πριν από 85 χρόνια, είναι πηγή «δημιουργικής καταστροφής». Είναι ένα σύστημα που ικανοποιεί ανάγκες οι οποίες δημιουργούν νέες, με αποτέλεσμα να εκκολάπτεται έτσι μια αλυσίδα παραγωγής και κατανάλωσης χωρίς τέλος.

Αυτή η διαδικασία είναι και το μέγα πρόβλημα του καπιταλισμού. Πρέπει να αναπαράγει συνεχώς τον εαυτό του και το φαινόμενο αυτό παράγει κρίσεις.

Από την πλευρά του, ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς των χρηματοπιστωτικών, ο Τσαρλς Κίντλμπεργκερ, γράφοντας τη «Χρηματοπιστωτική Ιστορία», κατέγραψε όλες τις κρίσεις που εμφανίσθηκαν από τον 17ο αιώνα. Έδειξε έτσι ότι οι χρηματοπιστωτικοί κύκλοι αποτελούνται από διαδοχικές φάσεις: μια φάση ανόδου, μια φάση ξέφρενου ενθουσιασμού, μια φάση φόβου και αταξίας, μια φάση ανασυγκρότησης και, τελικά, μια φάση νέας ανόδου.

Στη φάση του ξέφρενου ενθουσιασμού έχουμε φρενήρη δραστηριότητα, οι προσδοκίες των ανθρώπων δεν παύουν να αυξάνονται, η ταχύτητα των συναλλαγών μεγαλώνει και οι τιμές των πραγματικών ή εικονικών στοιχείων ενεργητικού -δηλαδή εκείνων που συναπαρτίζουν την περιουσία των ανθρώπων- εκτοξεύονται.

«… Η κρίση εκδηλώνεται όταν η γενικευμένη αυτή κίνηση φθάνει στο σημείο παροξυσμού. Τότε παρατηρείται αντιστροφή όλων εκείνων των μηχανισμών που δημιούργησαν και τροφοδότησαν τον ενθουσιασμό. Και τότε ακριβώς είναι που μπαίνουμε στη φάση φόβου και αταξίας -φόβου των ανθρώπων και των θεσμών, αταξίας των τιμών και των συμπεριφορών. Απότομα χάνονται όλα τα σταθερά σημεία αναφοράς: πρόκειται για το χαρακτηριστικό αυτής της φάσης της κρίσης...» τονίζει ο μαρξίζων οικονομολόγος Μισέλ Αλιέτα, πρωτοπόρος της Σχολής Ρύθμισης στη Γαλλία. Μια Σχολή εξάλλου η οποία δεν προτείνει την κατάργηση του συστήματος, αλλά τη ρύθμισή του ώστε να παραμένει περισσότερο παραγωγικό και αισθητά λιγότερο προσοδοθηρικό.

Κάτι παρόμοιο προτείνει και ο Guy Standing, ο οποίος παρατηρεί ότι όσο πιο πολύ το σύστημα θα κυριαρχείται από τη χρηματοοικονομία, ήτοι από τη συνειδητή «κερδοσκοπία», τόσο λιγότεροι πόροι θα κατευθύνονται στην παραγωγή, άρα μεγαλύτερη θα είναι η εργασιακή αβεβαιότητα και η επαγγελματική προσωρινότητα (précarité).

Από την άλλη πλευρά του νομίσματος, σύμφωνα με τις αναλύσεις και παρατηρήσεις του Αμερικανού οικονομολόγου Richard Freeman, με το άνοιγμα της Κίνας και της Ινδίας στις παγκόσμιες αγορές και την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού εισήλθαν στον παγκόσμιο οικονομικά ενεργό πληθυσμό κάποια εκατομμύρια νέοι εργαζόμενοι. Αυτό σήμανε τον διπλασιασμό της παγκόσμιας εργατικής δύναμης, η οποία κυριολεκτικά φυτοζωούσε επί μαοϊκού καθεστώτος, αλλά σήμερα έχει απαιτήσεις.

Αυτή η σημαντική ανατροπή στις αγορές εργασίας έφερε στο προσκήνιο και νέες παραγωγικές σχέσεις. Στον ανατολικό κόσμο, η μεταπολεμική σταθερότητα στην εργασία πήγε περίπατο, όπως όμως το ίδιο συνέβη και με τους όρους παραγωγής αξίας.

Στο πλαίσιο αυτών των εξελίξεων, η ανάδυση του μοντέλου της ευέλικτης απασχόλησης σηματοδοτούσε και την εκκόλαψη νέων ανθρωπολογικών προτύπων στον κοινωνικό κόσμο της εργασίας. Σύμφωνα με τον Richard Sennett, ο νέος καπιταλισμός προαναγγέλλει και την εμφάνιση ενός τύπου ευέλικτου ανθρώπου, ο οποίος θα πρέπει να μετακινείται από τη μία θέση εργασίας στην άλλη ή από τον έναν τόπο στον άλλο, θα πρέπει να βρίσκεται σε μια διαρκή αναζήτηση νέων γνώσεων, δεξιοτήτων και μορφών επαγγελματικής κατάρτισης και να είναι έτοιμος να εγκαταλείψει προγενέστερες εμπειρίες και εργασιακά πόστα προς όφελος νέων.

Σε αυτό το περιβάλλον, η ευστροφία, η δεκτικότητα και η προσαρμοστικότητα στις γρήγορες αλλαγές αποτελούν σημαντικά προσόντα για την ένταξη των εργαζομένων σε μια αγορά εργασίας που ολοένα και περισσότερο αποδεσμεύεται από τα ρυθμιστικά πλαίσια και τους θεσμικούς διακανονισμούς των εργασιακών σχέσεων του παρελθόντος.

Η απαίτηση για εργασιακή ευελιξία και προσαρμοστικότητα συνοδεύεται από το συνεχές στρες και την ανασφάλεια των εργαζομένων που καλούνται να διαχειριστούν τον σχεδιασμό των εργασιακών τους βιογραφικών σε ένα ρευστό και ασταθές εργασιακό περιβάλλον.

Ένα περιβάλλον ευνοϊκό στην ανάδυση του περίφημου «πρεκαριάτου», τη σημασία του οποίου θα τονίσει ακόμα πιο πολύ η συνεχιζόμενη υγειονομική κρίση.

Υπό παρόμοιες συνθήκες, οι δεινόσαυροι του εργατοπατερισμού καλά θα έκαναν, πριν απ’ όλα, να διαπιστώσουν ότι η εποχή των παγετώνων έχει λήξει.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v