Οι θεσμικοί επενδυτές και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως οι τράπεζες, εστιάζουν όλο και περισσότερο στους παράγοντες ESG, δηλαδή σε κριτήρια που σχετίζονται με τις επιδόσεις των επιχειρήσεων σε περιβαλλοντικά και κοινωνικά θέματα, καθώς και σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης, προκειμένου να κατανοήσουν την απόδοση μιας εταιρίας σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της και να αξιολογήσουν την αξιοπιστία και τη βιωσιμότητα μιας επιχείρησης πριν προβούν σε επένδυση ή και δανειοδότησή τους. Αυτό σημαίνει ότι η δημοσιοποίηση των επιδόσεων των εταιρειών στα ESG ενισχύει τη διαφάνεια στις πρακτικές βιωσιμότητάς τους και βοηθάει τους επενδυτές και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να λαμβάνουν πιο σωστές αποφάσεις.
Ταυτόχρονα η έκδοση βιώσιμων ομολόγων (πράσινα ομόλογα, κοινωνικά ομόλογα, ομόλογα βιωσιμότητας) έχει αυξηθεί σημαντικά. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι βιώσιμες επενδύσεις κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 ανήλθαν σε 20,9 δισεκατομμύρια δολάρια στις ΗΠΑ, έναντι 21,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων για όλο το 2019.
Καθώς το ενδιαφέρον αυξάνεται παγκοσμίως, έχουν προκύψει διαφορετικά κριτήρια και βαθμολογίες από αξιόπιστα ιδρύματα και οργανισμούς, όπως τα Sustainalytics, MSCI, Dow Jones, CDP, CSR Hub, που δημιουργούν προκλήσεις και ανησυχία για τις εταιρίες . Είναι αυτές οι βαθμολογίες τόσο σημαντικές για κάθε εταιρεία; Ποιο είναι το πιο κατάλληλο σύστημα αξιολόγησης;
Αν οι εταιρείες θέλουν να μπούνε στο ραντάρ των επενδυτικών οργανισμών, μπορούν να επιλέξουν την αξιολόγηση που συνήθως ακολουθείται από τις εταιρείες του κλάδου τους.
Το πώς μπορεί κάποια επιχείρηση να επιτύχει υψηλές επιδόσεις στα ESG είναι η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου Ευρώ. Η ετήσια Έρευνα του Κέντρου Αειφορίας (CSE) για τα ESG στις ΗΠΑ, Καναδά και Ευρώπη έδειξε ότι οι καταλυτικοί παράγοντες για υψηλές επιδόσεις στα ESG είναι:
- Δημοσίευση ανεξάρτητης Έκθεσης Βιώσιμης Ανάπτυξης -ESG
- Φιλόδοξοι και μετρήσιμοι στόχοι σε όλα τα θέματα Βιώσιμης Ανάπτυξης που θα δημοσιεύονται και θα δεσμεύουν την επιχείρηση
- Ενσωμάτωση και χρήση πλαισίων και προτύπων ESG, όπως GRI, SASB, TCFD & CDP
Παράλληλα, η έρευνα αποδεικνύει ότι οι υψηλότερες βαθμολογίες ESG και η χρήση κατάλληλων πλαισίων στις Εκθέσεις ESG έχουν πολύ θετικό αντίκτυπο στα οικονομικά αποτελέσματα των εταιρειών. Κατά τη διάρκεια της τριετίας 2017-2019, 4 στις 5 εταιρείες με κορυφαία βαθμολογία ESG πέτυχαν καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα, όπως φαίνεται από τα ετήσια έσοδά τους.
Κορυφαίες εταιρίες, όπως η NVIDIA (NVDA) και η Microsoft, κατατάσσονται στην κορυφή ESG αξιολογήσεων. Η NVIDIA έχει μια αυστηρή πολιτική, η οποία δεν επιτρέπει τη χρήση αμφιλεγόμενων ορυκτών στα προϊόντα της. Επιπλέον, η εταιρεία εκπαιδεύει σχεδόν το 100% του εργατικού δυναμικού της σε ζητήματα κατά της διαφθοράς και της δωροδοκίας. Από την άλλη πλευρά, η Microsoft έχει θέσει έναν στόχο να γίνει "Κλιματικά Ουδέτερη" έως το 2030.
Δυστυχώς στην Ελλάδα, οι περιβαλλοντικές, κοινωνικές παράμετροι και οι παράμετροι Εταιρικής διακυβέρνησης ενσωματώνονται με αργούς σχετικά ρυθμούς στο θεσμικό πλαίσιο των κεφαλαιαγορών, ενώ δεν τηρείται πλήρως το πλαίσιο για δημοσιοποίηση μη-χρηματοοικονομικών πληροφοριών από τις εισηγμένες εταιρείες, όπως γίνεται στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Βάσει της έρευνας του Κέντρου Αειφορίας, παρότι υπάρχει πρόοδος, αυτή είναι αργή και οι περισσότερες εταιρείες δεν έχουν ενσωματώσει τα απαραίτητα ESG standards, με αποτέλεσμα να έχουν μεσαίες αξιολογήσεις στα κριτήρια ESG. Αξίξει πάντως να σημειωθεί ότι υπάρχουν και οργανισμοί με πολύ καλές αξιολογήσεις όπως oι Coca-Cola HBC, ο Όμιλος OTE, η Τράπεζα Πειραιώς.
Αυτό που παρατηρούμε όμως στη χώρα μας είναι στην ουσία μια διστακτικότητα στην ενσωμάτωση ESG κριτηρίων. Αν και η συντριπτική πλειοψηφία των εισηγμένων εταιρειών στην Ελλάδα εκδίδουν Εκθέσεις Εταιρικής Ευθύνης και Βιώσιμης Ανάπτυξης, κάτι που δείχνει την ενασχόλησή τους με τα ζητήματα αυτά, δεν χρησιμοποιούν παγκόσμια και αξιόπιστα Πρότυπα αξιολόγησης, όπως είναι τα TCFD και SASB, και δεν συμμετέχουν σε ESG Ratings με αποτέλεσμα αυτό να έχει στο προσεχές μέλλον αντίκτυπο στις επιλογές των επενδυτών αλλά και στο δανεισμό των εταιρειών.
Η διστακτικότητα αυτή σχετίζεται με διάφορους παράγοντες. Καταρχήν υπάρχει μια σύγχυση ως προς την επιλογή των κατάλληλων κριτηρίων και τον τρόπο ενσωμάτωσής τους, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω.
Επιπλέον, η ενσωμάτωση ESG κριτηρίων απαιτεί μεγάλη ωριμότητα και ετοιμότητα από την επιχείρηση για ριζικές αλλαγές πολιτικών και διαδικασιών σε όλο το εύρος της, κάτι που οι περισσότερες δεν είναι έτοιμες να κάνουν.
Όμως τα κριτήρια ESG θα κρίνουν εν τέλει τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων στα επόμενα χρόνια, οπότε και η ενσωμάτωσή τους κρίνεται ως σοβαρή και επιτακτική ανάγκη.
* Ο κ. Νίκος Αυλώνας είναι Πρόεδρος Κέντρου Αειφορίας CSE, Επισκέπτης Καθηγητής Οικονομικό Πανεπιστήμιο (ΜΒΑ International), www.cse-net.gr
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.