Η επιδημιολογική κρίση επιδείνωσε το ήδη οξύ πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους στη χώρα μας (περί το 140% του ΑΕΠ, €234 δισ., από τα οποία τα €86 δισ. στις τράπεζες και τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, με βάση στοιχεία του 2020).
Η λύση δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη. Το ιδιωτικό χρέος που επισώρευσε το εξωγενές και συμμετρικό σοκ της πανδημίας θα πρέπει να τύχει ευνοϊκότερης αντιμετώπισης έναντι του προϋπάρχοντος.
Αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει τη γενναία, μερική διαγραφή του, επιμερίζοντας το σχετικό κόστος σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ωστόσο, ακόμα και σ’ αυτή την προοπτική, το προ της πανδημίας ιδιωτικό χρέος θα παραμείνει μια δύσκολη εξίσωση για το εγχώριο πολιτικοοικονομικό σύστημα.
Στο πεδίο αυτό, τόσο η κυβέρνηση, με την εφαρμογή του σχεδίου «Ηρακλής» σε δύο φάσεις, όσο και η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη δημιουργία «asset management company», που καταγράφεται στο δημόσιο διάλογο ως «bad bank», αποτυγχάνουν να συναρθρώσουν αποτελεσματικά τα εμπλεκόμενα συμφέροντα, να εντοπίσουν τις αρνητικές εξωτερικότητες, τις ανάγκες και τις προτεραιότητες. Και αυτό διότι περιορίζουν το Δημόσιο στον έλεγχο των προϋπολογισμένων ανακτήσεων/εισπράξεων και το αποκλείουν από τη διαχείριση των δανείων με κριτήριο την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού. Εγκαταλείπουν αυτόν τον ρόλο στο «αόρατο χέρι» της αγοράς.
Επιπλέον, δίνουν προτεραιότητα στην αναδιάρθρωση μέσω της ρευστοποίησης των επιχειρήσεων αντί για την παραγωγικά, οικονομικά και κοινωνικά αναγκαία αναδιάρθρωση μέσω της αποκατάστασης της βιωσιμότητάς τους. Ιδιαίτερα το σχέδιο «Ηρακλής» αφήνει περιθώρια για βραχυπρόθεσμα κέρδη αυξάνοντας τον κίνδυνο της κατάπτωσης της εγγύησης του Δημοσίου μακροπρόθεσμα. Αυτό γίνεται με τη συγκεκριμένη δομή των ομολογιών και τον τρόπο εξυπηρέτησής τους από τις εισπράξεις των δανείων, αλλά και μέσω της ιδιοκτησίας των μετοχών των οχημάτων ειδικού σκοπού στα οποία μεταβιβάζονται τα προς τιτλοποίηση δάνεια.
Η ελαχιστοποίηση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών είναι, ούτως ή άλλως, προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης με ένα ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης καταθέσεων. Αυτό μπορεί και πρέπει να συνδυαστεί με τη μεγαλύτερη δυνατή διασφάλιση των κεφαλαίων που έχει τοποθετήσει το ελληνικό Δημόσιο στο τραπεζικό σύστημα. Πρόκειται για τα κεφάλαια που έδωσαν στις τράπεζες το περιθώριο για προβλέψεις και διαγραφές δανείων.
Σε αυτό το συνολικό πλαίσιο εγγράφονται οι απαιτούμενες προσαρμογές στο «Σχέδιο Ηρακλής»:
- Οι μετοχές των «οχημάτων ειδικού σκοπού» (SPVs) στα οποία μεταφέρονται τα προς τιτλοποίηση δάνεια θα πρέπει να μεταβιβαστούν στο υπουργείο Οικονομικών, ως αντάλλαγμα ή ως εξασφάλιση για την παροχή της εγγύησης. Στην πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος τα δάνεια μεταφέρονται στη λεγόμενη «bad bank».
- Το υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα πρόσθετων και στοχευμένων εγγυοδοτικών παρεμβάσεων στα επιχειρηματικά σχέδια που καταθέτουν τα «οχήματα ειδικού σκοπού» για την ανάκτηση των οφειλών. Τα κριτήρια των παρεμβάσεων θα είναι εξαρχής γνωστά. Θα συμβάλουν στον επιθυμητό μετασχηματισμό της οικονομίας και στη μέγιστη δυνατή επίτευξη αναδιαρθρώσεων και άρα εισπράξεων. Ως προς αυτό, δεν είναι γνωστό εάν η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος περιλαμβάνει σχετική πρόβλεψη.
- Η δομή των ομολογιών του σχεδίου θα πρέπει να τροποποιηθεί, ειδικότερα ως προς τον τρόπο εξυπηρέτησής τους από τα έσοδα, ώστε όχι μόνο να μειώνεται στο ελάχιστο ο κίνδυνος κατάπτωσης της εγγύησης αλλά και να μεταφέρεται στις λοιπές ομολογίες στον βαθμό που βελτιώνεται το αναπτυξιακό αποτύπωμα. Ενδεχόμενα πρόσθετα έσοδα θα πρέπει να επιμερίζονται ισορροπημένα ανάμεσα στον εγγυητή και τους επενδυτές. Δεν υπάρχει επαρκής πληροφόρηση για τη δομή των ομολογιών που προβλέπει η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος.
Παράλληλες προσαρμογές θα πρέπει να αφορούν:
- τον πτωχευτικό κώδικα, ώστε να επανεστιασθεί στις αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων και στην πραγματική προστασία της α’ κατοικίας,
- το θεσμικό πλαίσιο Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, σε διττή κατεύθυνση -διασωστική και επενδυτική.
- νέο πακέτο μεσο-μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων οφειλών προς ΑΑΔΕ/ΕΦΚΑ.
- πλαίσιο πρόσθετων κρατικών εγγυήσεων για μέρος της απαιτούμενης άφεσης (π.χ. 50%) στα χαρτοφυλάκια των funds/τραπεζών, ώστε να καταστούν βιώσιμες και ελκυστικότερες οι αναδιαρθρώσεις. Με στοχευμένο επιμερισμό των εγγυήσεων σε κλάδους της οικονομίας με συγκριτικά πλεονεκτήματα, αλλά και σε ευάλωτες ομάδες της κοινωνίας.
Σε κάθε περίπτωση, το βασικότερο ζήτημα που πρέπει να συζητηθεί τεκμηριωμένα και απενοχοποιημένα στον δημόσιο διάλογο είναι το αναπόφευκτό δημοσιονομικό και χρηματοπιστωτικό κόστος του πλαισίου διαχείρισης και οριστικής επίλυσης του συσσωρευμένου τραπεζικού ιδιωτικού χρέους.
Ο λογαριασμός θα πρέπει να είναι απολογιστικός αλλά και προϋπολογιστικός, να περιλαμβάνει δηλαδή το συνολικό κόστος των ανακεφαλαιοποιήσεων και του PSI αλλά και τα τρέχοντα και μελλοντικά κόστη/οφέλη και τον ακριβή επιμερισμό τους.
Τα υπό εξέλιξη stress tests θα συμπληρώσουν τη μέχρι σήμερα εικόνα, αλλά θα απαιτηθεί για λόγους διαφάνειας στο άμεσο μέλλον και η γνωμοδότηση από υψηλού κύρους ανεξάρτητη ευρωπαϊκή ελεγκτική αρχή, όπως το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο.
Μόνο σε αυτό το συνολικό πλαίσιο οι κατατιθέμενες προτάσεις, περιλαμβανομένης της παρούσας, θα μπορούν να αξιολογηθούν με βάση τα πραγματικά χαρακτηριστικά τους και την οικονομική και κοινωνική προστιθέμενη αξία τους.
* Ο Παναγιώτης Παυλόπουλος (φωτό αριστερά) είναι Οικονομικός Σύμβουλος του Προέδρου ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ Αλέξη Τσίπρα, ο Βαγγέλης Πιλάλης (φωτό δεξιά) είναι Επικεφαλής του Χρηματοπιστωτικού Τομέα ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ και ο Αντώνης Καραγιάννης (φωτό κέντρο) είναι στη Γραμματεία του Χρηματοπιστωτικού Τομέα ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.