Οι μεταρρυθμίσεις και το rebranding του Χρηματιστηρίου

Κυβερνητικά μέτρα όπως αυτά για την προσέλκυση ξένων δημιουργούν πρόσθετη ζήτηση σε ευρύτατη σειρά κλάδων. Πώς μπορεί να στηριχθεί το Χρηματιστήριο. Τι ακόμα πρέπει να γίνει. Γράφει ο Αλ. Μωραϊτάκης.

Οι μεταρρυθμίσεις και το rebranding του Χρηματιστηρίου
  • του Αλέξανδρου Μωραϊτάκη*

Με χαρά ακούω κατά τους τελευταίους 15 μήνες την προώθηση και την ψήφιση θεμάτων, για τα οποία αρθρογραφούσα επί σειρά 20 ετών και για τα οποία από αρκετούς που είχαν αντιληφθεί τις θετικές συνέπειες για τη χώρα, είχα θεωρηθεί ως «πρωτοποριακός».

Σκοπός μου δεν ήταν να «ευνοήσω τους πλούσιους» (δεν έχουν ανάγκη μια τέτοια συνδρομή) αλλά να δημιουργηθούν πρόσθετοι πόροι που θα βοηθήσουν την οικονομία, μέσα από την εκμετάλλευση συγκριτικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει η Ελλάδα, όπως το άριστο κλίμα, οι φυσικές ομορφιές, οι επαρκείς υποδομές, η κομβική γεωγραφική θέση, η χαμηλή εγκληματικότητα και η καλή ποιότητα ζωής.

Ήδη, για παράδειγμα, έχουμε τα πρώτα δημοσιεύματα για πλούσιους του εξωτερικού, οι οποίοι έρχονται να μεταφέρουν τη φορολογική τους έδρα στην Ελλάδα, μετά τη σχετική νομοθετική ρύθμιση που ψηφίστηκε πέρυσι. Ένα αντίστοιχο θεσμικό πλαίσιο ψηφίστηκε με σκοπό να προσελκύσει ξένους συνταξιούχους να εγκατασταθούν στη χώρα μας.

Επίσης, η κυβέρνηση προωθεί κίνητρα προκειμένου ξένοι εργαζόμενοι από το εξωτερικό αλλά και εκπατρισθέντες Έλληνες να μεταφέρουν τη φορολογική τους έδρα στην Ελλάδα (μεταξύ άλλων, βλέπε δυνητικά οφέλη από το Brexit).

Πέραν αυτών, το φετινό καλοκαίρι ψηφίστηκε η άρση μιας σειράς αντικινήτρων, έτσι ώστε να μπορούν να ιδρυθούν στην Ελλάδα σχεδόν όλες οι κατηγορίες διαχείρισης επενδυτικών κεφαλαίων, αλλά και οι διαχειριστές χαρτοφυλακίου να μπορούν στην πράξη να εργάζονται στην Ελλάδα. Η ουσία είναι πως θα μπορούσε η χώρα μας να γίνει πόλος έλξης διαχειριστών, τώρα που με την αξιοποίηση των τεχνολογιών, η εξ αποστάσεως εργασία είναι ευκολότερη.

Τέτοιου είδους μέτρα όπως τα προαναφερόμενα δεν προσφέρουν μόνο φορολογικά έσοδα στη χώρα, αλλά κυρίως δημιουργούν πρόσθετη ζήτηση σε μια ευρύτατη σειρά οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως το real estate, τα τρόφιμα, οι μεταφορές, η εστίαση, η διασκέδαση, η εκπαίδευση και ο τουρισμός. Με άλλα λόγια, δίνουν πολλές δουλειές και μεγάλα εισοδήματα σε όλα σχεδόν τα επαγγέλματα (από το χωράφι, το εμπορικό κατάστημα και την οικοδομή, έως τους λογιστές, τους ταξιτζήδες και τους βιομηχανικούς εργάτες).

Βέβαια, θεωρώ πως η απόδοση τέτοιου είδους μέτρων θα μπορούσε να ήταν πολύ μεγαλύτερη, αν προχωρούσαμε και εμείς σε «γενναιότερες» ρυθμίσεις, καθώς υπάρχουν άλλες χώρες που προσφέρουν ακόμη μεγαλύτερα κίνητρα. Επιπλέον, θέλω να τονίσω ότι για να επωφεληθεί η ελληνική οικονομία, δεν αρκεί απλά η ψήφιση τέτοιων μέτρων αλλά επίσης:

  1. Η συνεχής παρακολούθηση των πραγμάτων και ενδεχομένως μια -κατά καιρούς- δυναμική προσαρμογή του θεσμικού πλαισίου. Επιβάλλονται πολύ περισσότερες παρεμβάσεις και σε πολλά άλλα μέτωπα, που οι έμπειροι άνθρωποι της αγοράς γνωρίζουν.
  2. Η ταχεία και ευέλικτη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού και
  3. Η κινητοποίηση δυνάμεων της αγοράς (π.χ. εταιρείες συμβούλων), προκειμένου να «φέρουν πελάτες» και να «κλέψουν» ένα σημαντικό κομμάτι της πίτας που μέχρι σήμερα επιλέγει τον ανταγωνισμό.

Με άλλα λόγια, ο δρόμος των μεταρρυθμίσεων είναι μπροστά μας και όχι πίσω μας…

Εν πάση περιπτώσει όμως, τα μέτρα που λαμβάνει η ελληνική κυβέρνηση αποσκοπούν στην εκμετάλλευση τμήματος μιας πολύ μεγάλης παγκόσμιας αγοράς, την οποία μέχρι σήμερα δεν είχαμε καν διεκδικήσει, λόγω προκαταλήψεων και διαφόρων ειδών αγκυλώσεων. 

Ένα ακόμη θέμα το οποίο μελετά η κυβέρνηση είναι και αυτό του «rebranding» της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, μέσα από μια σειρά μέτρων και πολιτικών που βρίσκονται υπό διαμόρφωση. Οι συμμετέχοντες στην αγορά (ΣΜΕΧΑ, ΣΕΠΕΥ, ΕΕΤ, ΕΘΕ κ.λπ.) έχουν υποβάλει τις δικές τους προτάσεις, οι οποίες με βρίσκουν σύμφωνο.

Θεωρώ ως επιτακτική ανάγκη να μπορέσει το Χρηματιστήριο της Αθήνας να προσελκύσει μια σειρά νέων και μεγάλων εταιρειών, πράγμα που θα μπορούσε να γίνει κυρίως με δύο τρόπους:

  • Πρώτον, να δοθούν κάποιου είδους φορολογικά κίνητρα στους εισηγμένους ομίλους (π.χ. μειωμένος εταιρικός συντελεστής, όπως ίσχυε και κατά το παρελθόν) και
  • δεύτερον, να συνδυαστεί το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων-αποκρατικοποιήσεων με παράλληλη ένταξη μειοψηφικού ποσοστού των εταιρειών αυτών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Η πώληση των μετοχών ΔΕΔΔΗΕ (που κατέχει τις υποδομές του Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής ενέργειας της Χώρας) αποτελεί ένα πρώτης προτεραιότητας παράδειγμα.

Μέσα από μια τέτοια πολιτική, όχι μόνο θα αναπτυσσόταν η εγχώρια κεφαλαιαγορά αλλά παράλληλα: α) Θα δινόταν η δυνατότητα και στο ευρύ επενδυτικό κοινό να αποκομίσει όφελος από τα οφέλη των ιδιωτικοποιήσεων, β) Η χρηματιστηριακή αγορά θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μια ακόμη δικλίδα διαφάνειας για το «δίκαιον του τιμήματος» και έτσι να μην υπάρχουν σοβαρές καταγγελίες περί «ξεπουλήματος» και άλλων σχετικών, όπως έγινε κάποτε στο παρελθόν.

 

* Ο κ. Αλέξανδρος Μωραϊτάκης είναι Πρόεδρος της NUNTIUS ΑΧΕΠΕΥ.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v