Στις 21 Μαΐου του 2013 εκδόθηκε ο κανονισμός 549/2013 της ΕΕ, όπου στο Άρθρο 21 αναφέρεται η ανάγκη παρακολούθησης από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής συγκρίσιμων μεγεθών σχετικά με τις συντάξεις των κρατών μελών. Ένα από τα μεγέθη αυτά αποτελούν τα «θεμελιωμένα δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης». Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται ότι τα δικαιώματα αυτά «δεν συνιστούν δείκτη μέτρησης της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών».
Τα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που υπολογίζονται σε μια χρονιά είναι η αξία όλων των μελλοντικών συντάξεων για τους υφιστάμενους συνταξιούχους της συγκεκριμένης χρονιάς συν την αξία όλων των μελλοντικών συντάξεων των εργαζομένων και όσων έχουν εργαστεί μέχρι τη χρονιά που βασίζονται στην προϋπηρεσία τους. Η αξία αυτή υπολογίζεται σε παρούσες αξίες, δηλαδή σε τιμές της χρονιάς εξέτασης του μεγέθους. Το ποσό που προκύπτει αποτελεί το έμμεσο κόστος συντάξεων κοινωνικής ασφάλισης. Αντικατοπτρίζει ποσοτικά τις νομικές υποσχέσεις που έχουν δοθεί από τις κυβερνήσεις στους τρέχοντες εργαζόμενους και συνταξιούχους, σχετικά με το ύψος των συντάξεών τους, οι οποίες φέρουν μελλοντικά κόστη. Αποτελεί από μόνο του μια τεράστια χρηματική αξία, συχνά πολλαπλάσια του ΑΕΠ μιας χώρας.
Στον διεθνή διάλογο γύρω από τα δημοσιονομικά δεν υπάρχει σαφής ορισμός για το πώς ακριβώς θα γίνεται ο υπολογισμός των θεμελιωμένων δικαιωμάτων ή του έμμεσου χρέους, με αποτέλεσμα να δημιουργείται αρκετή σύγχυση.
Ο χαρακτηρισμός των θεμελιωμένων δικαιωμάτων ως έμμεσο χρέος παραμένει δόκιμος. Υπενθυμίζει στην κοινωνία ότι εκτός από το άμεσο χρέος, δηλαδή τη διαφορά των δαπανών κι εσόδων του προϋπολογισμού βραχυπρόθεσμα, προκύπτουν μακροπρόθεσμα δυνάμει επιπλέον μελλοντικές επιβαρύνσεις από τις σημερινές πολιτικές και οικονομικές αποφάσεις σχετικά με τις συντάξεις κοινωνικής ασφάλισης. Οι μελλοντικές και τρέχουσες συνταξιοδοτικές δαπάνες πραγματοποιούνται μόνο εφόσον η οικονομία μιας χώρας μπορεί εκάστοτε να τις στηρίξει.
Όπως άλλωστε σωστά υπογραμμίζεται από τον κανονισμό της ΕΕ, είναι λάθος να θεωρείται το έμμεσο κόστος ως άμεσο ή ως παράγοντας επιμέτρησης των δημόσιων οικονομικών και χρεών. Το έμμεσο κόστος αφορά στο μέλλον, σε αντίθεση με το άμεσο που αφορά στον παρελθόν. Γίνεται να μετριαστεί ή να γίνει διαχειρίσιμο μέσω δημιουργίας αποθεματικών, μεταρρυθμίσεων στις συντάξεις, ή άλλων ενεργειών για την τόνωση των οικονομικών συνθηκών. Στον αντίποδα, το άμεσο κόστος γίνεται να μετριαστεί μόνο με την αθέτηση των ομολογιακών υποχρεώσεων, όπως αξίες στη λήξη, κουπόνια κ.ά., ή με αυξημένο πληθωρισμό, γεγονότα που όμως επιφέρουν ντόμινο υποτιμήσεων και έχουν αντίκτυπο σε όλους, όχι μόνο στους κατόχους ομολόγων. Εκτός αυτού, το άμεσο χρέος που μετακυλίεται διαρκώς σε επόμενες χρήσεις μπορεί να δημιουργήσει παρατεταμένη αστάθεια στην αγορά ομολόγων.
Παρ' όλα αυτά για κράτη που δεν σχεδιάζουν υλοποίηση μεταρρυθμίσεων συμβατές με την πορεία της οικονομίας τους, το έμμεσο χρέος συσχετίζεται αναπόφευκτα με τη βιωσιμότητα των δημοσιονομικών, καθότι με την πάροδο του χρόνου αυτό μετατρέπεται σταδιακά σε άμεσο. Έτσι για το έμμεσο χρέος ενδείκνυται, αντί να απορροφηθούν εξαντλητικά κεφάλαια για να μηδενιστεί, να «χτίζεται» σταδιακά αποθεματικό κεφάλαιο προς μείωσή του.
Ελλείψει διεθνούς αποσαφηνισμένης μεθόδου υπολογισμού, υπάρχουν για τον λόγο αυτό τέσσερις διαφορετικές προσεγγίσεις. Κοινή φιλοσοφία όλων των τεχνικών προσεγγίσεων υπολογισμού του έμμεσου χρέους αποτελεί η παραδοχή ότι οι εισφορές των εργαζομένων, μέχρι την όποια ημερομηνία αποτίμησης, δεν περιλαμβάνονται ως έσοδο και ως εκ τούτου δεν μειώνουν το έμμεσο κόστος. Αυτό συμβαίνει διότι, αφενός, σε ένα αναδιανεμητικό σύστημα οι εισφορές θα είχαν εξαντληθεί για την άμεση χρηματοδότηση των συντάξεων, και αφετέρου, σε ένα κεφαλαιοποιητικό, θα είχαν συσσωρευτεί σε ένα επενδυτικό χαρτοφυλάκιο. Το ύψος του συσσωρευμένου ποσού στο χαρτοφυλάκιο που αφορά στην προϋπηρεσία των τρεχόντων εργαζομένων και συνταξιούχων αφαιρείται από τις συνολικές υποχρεώσεις.
1. Η θεώρηση της κλειστής ομάδας, τρεχόντων εργαζομένων και συνταξιούχων έως την ημερομηνία αποτίμησης:
Θεωρείται ότι τα θεμελιωμένα δικαιώματα υπολογίζονται κατά την ημερομηνία αποτίμησης χωρίς περαιτέρω συγκέντρωση ασφαλιστικών δικαιωμάτων, πέραν αυτής, όπως υπαγορεύει ο υπολογισμός στην ΕΕ (1). Οι εισφορές των εργαζομένων δεν συνυπολογίζονται και η προκύπτουσα υποχρέωση μπορεί να μειωθεί μόνο από τυχόν ύπαρξη περιουσίας που έχει δημιουργηθεί από εισφορές ή άλλους πόρους, προγενέστερα της ημερομηνίας αποτίμησης.
Η συγκεκριμένη μεθοδολογία είναι σαν να υποθέτει ότι το παρόν σύστημα κλείνει κατά την ημερομηνία αποτίμησης.
2. Η θεώρηση της κλειστής ομάδας, τρεχόντων εργαζομένων και συνταξιούχων, με περαιτέρω συγκέντρωση ασφαλιστικών δικαιωμάτων έως την εξάλειψή της:
Προβλέπει ότι τα θεμελιωμένα δικαιώματα υπολογίζονται κατά την ημερομηνία αποτίμησης και σε αυτά περιλαμβάνονται επιπλέον συνταξιοδοτικά δικαιώματα που προκύπτουν από την ημερομηνία αποτίμησης μέχρι το έτος θανάτου και του τελευταίου εργαζόμενου ή συνταξιούχου που βρίσκεται στην αρχική ομάδα εκτίμησης. Οι εισφορές των εργαζομένων συνυπολογίζονται ώστε να μειώσουν την μελλοντική υποχρέωση, που επίσης μπορεί να μειωθεί από τυχόν ύπαρξη περιουσίας που έχει δημιουργηθεί από εισφορές, προγενέστερα της ημερομηνίας αποτίμησης. Η συγκεκριμένη μεθοδολογία είναι σαν να υποθέτει ότι το παρόν σύστημα κλείνει κατά την ημερομηνία που αποβιώνει και ο τελευταίος ασφαλισμένος της αρχικής ομάδας.
3. Η θεώρηση της ανοικτής ομάδας εργαζομένων και συνταξιούχων:
Θέτει ότι τα θεμελιωμένα δικαιώματα υπολογίζονται κατά την ημερομηνία αποτίμησης για τρέχοντες και μελλοντικούς ασφαλισμένους και συνταξιούχους στο σύστημα. Σε αυτά περιλαμβάνονται επιπλέον συνταξιοδοτικά δικαιώματα που προκύπτουν και πολύ πέρα την ημερομηνία αποτίμησης μέχρι το άπειρο, και πρακτικά για 200 έτη μετά την ημερομηνία αποτίμησης. Οι εισφορές των τρεχόντων και μελλοντικών εργαζομένων συνυπολογίζονται ώστε να μειώσουν την μελλοντική υποχρέωση, ενώ μελλοντικά εγειρόμενες υποχρεώσεις από τους νεοεισερχόμενους εργαζόμενους και μελλοντικούς συνταξιούχους αυξάνουν την υποχρέωση. Όπως και στις προηγούμενες μεθόδους η υποχρέωση μπορεί να μειωθεί από τυχόν ύπαρξη περιουσίας προγενέστερα της ημερομηνίας αποτίμησης. Επιπλέον των προηγουμένων θεωρήσεων μελλοντική συγκέντρωση περιουσίας ή αποθεματικού, που τυχόν «χτίζεται» στα πλαίσια του σχεδιασμού μεταρρυθμίσεων, περιλαμβάνεται στους παράγοντες μείωσης του έμμεσου χρέους. Η συγκεκριμένη μεθοδολογία είναι σαν να υποθέτει ότι το παρόν σύστημα συνεχίζεται επ’ άπειρον
4. Η θεώρηση του σχετικού μεγέθους:
Σύμφωνα με αυτήν συγκρίνεται το μέγεθος του συστήματος συντάξεων, έσοδα και έξοδα σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας και αφού ληφθούν υπόψη οι τρέχοντες και οι μελλοντικοί πόροι του συστήματος, συμπεραίνεται το πόσο μικρό ή μεγάλο αυτό κρίνεται σε σχέση με το μέγεθος της συνολικής οικονομίας κατά τον επιλεγμένο χρονικό ορίζοντα της σύγκρισης.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση ο πρώτος γύρος δημοσιεύσεων γίνεται από τις στατιστικές υπηρεσίες των κρατών μελών από τον Μάιο και αφορά σε ημερομηνία αποτίμησης 31.12.2015 (2). Εκτός από τις χώρες της ΕΕ αποτελέσματα έχουν παράξει η Ελβετία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ισλανδία και η Νορβηγία. Η άσκηση δεν έλαβε μεγάλη δημοσιότητα στα κράτη μέλη διότι πρέπει να επικοινωνηθεί με σύνεση, ώστε να μην προκαλέσει αναταράξεις. Επίσης σε όλες τις χώρες που έχουν δώσει αποτελέσματα, εκτός Δανίας που έχει ένα ιδιότυπο σύστημα με τεράστια αποθεματικά, το έμμεσο χρέος κυμαίνεται περίπου από 130% έως και γύρω στο 400% του ΑΕΠ. Η Γερμανία φαίνεται να έχει αποσύρει την έκθεση από την αντίστοιχη ιστοσελίδα.
Για τη χώρα μας, με την έκθεση να είναι υπό έκδοση, με σημαντικές μέχρι στιγμής μεταρρυθμίσεις στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης μέχρι το 2015, αναμένονται σαφώς χαμηλότερα αποτελέσματα από άλλες που είναι ακόμα στη διαδικασία ή δεν έχουν προβεί σε ουσιώδεις ενέργειες μείωσης του έμμεσου χρέους, όπως π.χ. η Γαλλία. Σε κάθε περίπτωση η διαφορά του έμμεσου χρέους από συντάξεις πριν και μετά από τις μεταρρυθμίσεις καταδεικνύει, τάξει μεγέθους, το κόστος της κάθε μεταρρύθμισης.
Σημειώσεις:
1. Βλ. «Technical Compilation Guide for Pension Data in National Accounts», ISSN 1977-0375 Eurostat 2011
2. https://ec.europa.eu/eurostat/en/web/pensions/information-member-states
*Η Μαριάννα Παπαμιχαήλ είναι Αντιπρόεδρος Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.