Ο Θουκυδίδης θεωρούσε πως τα έθνη οδηγούνται στον πόλεμο για 3 λόγους: τιμή, φόβο, συμφέρον. Οι εχθροπραξίες μεταξύ στρατευμάτων γνωρίζουμε πώς διεξάγονται. Με σφαίρες και βόμβες, που αποσκοπούν στη φυσική εξόντωση των εχθρών και την κατάκτηση εδαφών.
O εμπορικός πόλεμος είναι κάτι διαφορετικό. Αποσκοπεί στο να δυσχεράνει τις εμπορικές δραστηριότητες του αντιπάλου. Στα όπλα του συγκαταλέγονται οι δασμοί, οι υποτιμήσεις, οι αθέμιτες επιδοτήσεις, οι πολύπλοκες προδιαγραφές προϊόντων, οι χρονοβόρες επιθεωρήσεις των εμπορευμάτων στα τελωνεία.
Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο. Όταν αρχίσουν τα οικονομικά προβλήματα, πολλές χώρες υποκύπτουν στον πειρασμό να υψώσουν ασπίδες προστασίας, προκειμένου να ευνοηθούν τα εγχώρια προϊόντα τους.
Τι έγινε σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν;
Κανένας δεν βγαίνει κερδισμένος στους εμπορικούς πολέμους, αν κρίνουμε από προηγούμενες περιπτώσεις. Το μόνο ερώτημα είναι η έκταση της βλάβης που θα προκληθεί. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο νόμος Smoot-Hawley στις ΗΠΑ το 1930, που αύξησε τους δασμούς κατά 20%. Αρχικά ψηφίστηκε για την προστασία των Αμερικανών αγροτών, αλλά στη συνέχεια διευρύνθηκε και σε άλλους κλάδους. Οι υπόλοιπες χώρες αντέδρασαν υποτιμώντας τα νομίσματά τους ή επιβάλλοντας εμπόδια στις εισαγωγές. Λίγο μετά, η καμπύλη της αξίας των διεθνών συναλλαγών πήρε την κλίση της καθοδικής πορείας ενός σκιέρ. Τι πέτυχαν τελικά; Να εξαπλωθεί παντού η Μεγάλη Ύφεση.
Όταν οι ρωσικές εξαγωγές αλουμινίου το 1994 κέρδιζαν έδαφος, οι Ρώσοι κατηγορήθηκαν για ντάμπινγκ. Για να τους αντιμετωπίσουν, ιδρύθηκε ένα παγκόσμιο καρτέλ οργανωμένο από την αμερικανική κυβέρνηση ΗΠΑ και εμπνευσμένο από τον διευθυντή της Αlcoa. Έτσι οι καταναλωτές επιβαρύνθηκαν από τις τιμές που αυξήθηκαν, κάποιοι παραγωγοί αύξησαν τα κέρδη τους, κάποιοι άλλοι, που ήταν στα πρόθυρα του λουκέτου, επιβίωσαν. Όλα καλά λοιπόν; Όχι, βέβαια. Αποδείχθηκε στην πράξη αυτό που προέβλεπε η θεωρία. Ότι οι απώλειες των καταναλωτών ξεπερνούν τα κέρδη των παραγωγών.
Επί Τζορτζ Μπους το 2002, αυξήθηκαν οι δασμοί στον χάλυβα. Αποτέλεσμα; Το ΑΕΠ μειώθηκε και χάθηκαν 200.000 θέσεις απασχόλησης. Ο κλάδος από μόνος του δεν έχει τόσους εργαζόμενους. Ωστόσο πολλοί απασχολούνται σε παραγωγικές μονάδες που έχουν ως πρώτη ύλη τον χάλυβα, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία. Τελικά τα μέτρα αποσύρθηκαν μετά από δύο χρόνια, ύστερα από απόφαση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) ότι οι δασμοί ήταν παράνομοι.
Γιατί αντιδρά έτσι ο Tραμπ;
Εύλογη είναι η απορία. Τι ήρθε του Tραμπ στα καλά καθούμενα και ξεκινάει γενικευμένο εμπορικό πόλεμο; Έχουν δίκιο όσοι τον κατηγορούν για τρελό;
Κι όμως, δεν πρόκειται για κάτι αιφνιδιαστικό. Οι εξαγγελίες του αποτελούν μέρος των προεκλογικών δεσμεύσεων. Επιπλέον, τον περασμένο Νοέμβριο δήλωσε ανοικτά ενώπιον Ασιατών ηγετών στο Βιετνάμ ότι «η σημερινή εμπορική ανισορροπία δεν είναι αποδεκτή». Πριν από ένα μήνα, στο αγαπημένο του Twitter, έγραψε ότι οι εμπορικοί πόλεμοι «είναι καλοί και εύκολο να κερδηθούν».
Το ζήτημα είναι βαθύτερο. Αναζητείται τρόπος να μειωθεί το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, καθώς εδώ και πολύ καιρό αποτελεί χώρα που εισάγει πολύ περισσότερα από ό,τι εξάγει. Το ετήσιο έλλειμμα ανέρχεται στο αστρονομικό ποσό των 800 δισ. δολαρίων. Ζουν πέρα από τις δυνατότητές τους, για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση που ακούμε και για την Ελλάδα. Μάλλον εκτός πραγματικότητας είναι όποιος νομίζει πως μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση εσαεί.
Αν είναι αυτός ο ενδεδειγμένος τρόπος, πρόκειται για ένα άλλο θέμα. Το σίγουρο είναι πως εύκολες ή μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Οι κρίσεις δεν είναι τίποτε άλλο από αποτέλεσμα στρεβλώσεων. Αποτελούν έναν μηχανισμό αυτοδιόρθωσης και ανασύνταξης του καπιταλισμού. Όσο πιο πολύ χρονίζουν, τόσο περισσότερος πόνος απαιτείται μέχρι να βρεθεί το νέο επίπεδο ισορροπίας.
Οι κατηγορίες του Tραμπ δεν είναι άδικες σε μεγάλο βαθμό. Οι Κινέζοι πράγματι αντιγράφουν τεχνολογία εκμεταλλευόμενοι τις έρευνες άλλων. Ούτε είναι μυστικό ότι χρησιμοποιούν πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού, όπως απαγορευτικές για τις δυτικές επιχειρήσεις εργασιακές συνθήκες. Πως διατηρούν τεχνητά υποτιμημένη την ισοτιμία του νομίσματός τους.
«Δεν βρισκόμαστε σε εμπορικό πόλεμο με την Κίνα. Αυτός ο πόλεμος χάθηκε πριν από πολλά χρόνια», δήλωσε προχθές ο Αμερικανός πρόεδρος.
Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις;
Οι αξιωματούχοι της αμερικανικής κυβέρνησης μιλούν ακόμα και για ριζική αναμόρφωση του διεθνούς συστήματος. Ίσως ακούγεται παράξενο, μια που οι ίδιοι οι Αμερικανοί έχουν διαμορφώσει αυτούς τους κανόνες της παγκοσμιοποίησης. Ναι, αλλά το ίδιο είχε συμβεί το 1971, με την κατάργηση του κανόνα του χρυσού. Δεν δίστασαν να γκρεμίσουν το δημιούργημά τους, όταν θεώρησαν πως έπαψε να εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.
Ακόμα και αν επιμένει μέχρι τέλους ο πρόεδρος των ΗΠΑ, δεν είναι σίγουρο πως θα καταφέρει να επιβάλει την άποψή του. Τα συμφέροντα με τα οποία τα βάζει είναι τεράστια και εδραιωμένα επί δεκαετίες. Επιπλέον το πρόβλημα είναι πολυδιάστατο, δεν προσφέρεται για απλοϊκές απαντήσεις Δεν είναι μόνο ότι θα πληρώνουν πιο ακριβά πολλά προϊόντα οι καταναλωτές και θα πληγούν οι εισαγωγείς. Οι χρηματαγορές φοβούνται για χαμηλότερα κέρδη και επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης, ιδίως εάν οι υπόλοιπες χώρες απαντήσουν.
Οι εμπορικές εντάσεις θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις πληθωριστικές πιέσεις. Άρα να υπάρξει ανάγκη για επιθετική αύξηση των επιτοκίων. Βέβαια είναι νωρίς να το γνωρίζουμε από τώρα. Εάν οι δασμοί καταλήξουν σε απώλειες θέσεων εργασίας, ενδέχεται η FED να κάνει το αντίθετο. Να μειώσει τον ρυθμό των αυξήσεων των επιτοκίων.
Ίσως τη μεγαλύτερη ανησυχία αποτελεί το γεγονός ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος ξένος πιστωτής των ΗΠΑ. Αν για αντίποινα σταματήσει τις αγορές, η χαμηλότερη ζήτηση θα οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων. Άρα ακόμα μεγαλύτερη επιβάρυνση του αμερικανικού χρέους. Ήδη οι εντάσεις οδήγησαν την απόδοση του δεκαετούς στο υψηλό των τελευταίων 4 ετών.
Το ακόμα εφιαλτικότερο σενάριο αφορά τη μαζική πώληση των κρατικών ομολόγων από τους Κινέζους. Ωστόσο φαντάζει απίθανο, καθώς με αυτόν τον τρόπο θα προκαλούσαν δραματική μείωση της αξίας τους. Συνεπώς δεν είναι ούτε προς το συμφέρον τους να δημιουργήσουν συνθήκες κραχ. Απίθανο αλλά όχι αδύνατο.
Πώς θα απαντήσουν οι χώρες που πλήττονται;
Οι κανόνες του ΠΟΕ αφήνουν ελεύθερο υπό προϋποθέσεις ένα κράτος να προβεί σε εμπορικές ενέργειες για την προστασία «ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας». Στην περίπτωση του χάλυβα, ο Tραμπ επικαλείται ένα νόμο του 1962, που του δίνει τη δυνατότητα να περιορίζει τις εισαγωγές, εάν υπονομεύεται η εθνική ασφάλεια. Η εγκυρότητα της χρήσης της εν λόγω ρήτρας αναμένεται να αμφισβητηθεί από κάποια κράτη. Κάποια άλλα θα θελήσουν να ακολουθήσουν, επικαλούμενα και αυτά τη δική τους εθνική ασφάλεια.
Δεν περάσανε πολλές ώρες από την ανακοίνωση Tραμπ για την επιβολή των δασμών, όταν απάντησε αποφασιστικά το Πεκίνο: «Η Κίνα δεν επιθυμεί να διεξάγει έναν εμπορικό πόλεμο αλλά δεν τον φοβάται».
Οι Κινέζοι σήμερα είναι οι βασικοί αγοραστές αεροσκαφών από την Boeing, αλλά έχουν λύσεις. Στην ανάγκη, θα στραφούν προς τα Airbus. Τεχνολογικοί κολοσσοί όπως η Apple και η Intel διαθέτουν μεγάλες εγκαταστάσεις στην Κίνα. Μέχρι τώρα εκμεταλλεύονταν το γεγονός ότι ήταν καλοδεχούμενοι. Πόσο θα τους δυσκολέψουν οι αρχές, αν τους θεωρήσουν ανεπιθύμητους; Αν διακοπεί η παραγωγή από εκεί, τι επιπτώσεις θα έχει για ολόκληρη την εφοδιαστική τους αλυσίδα;
Στη συνέχεια, υπάρχει ο τομέας της γεωργίας. Η Κίνα μπορεί να εφοδιαστεί από τη Νότια Αμερική. Δεν θα υποστεί κάποιο σοβαρό αντίκτυπο, ενώ αντίθετα θα βλάψει τους Αμερικανούς αγρότες, οι οποίοι είναι ως επί το πλείστον ψηφοφόροι του Tραμπ.
Μπορούμε να εκμεταλλευτούμε χρηματιστηριακά τις νέες συνθήκες;
Για πάνω από δύο μήνες είμαστε μάρτυρες σε κάτι που είχαμε να δούμε στη Wall Street από τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008. Η διακύμανση του δείκτη S&P 500 σε όλες σχεδόν τις συνεδριάσεις ξεπερνάει το 1%. Αυτό μαρτυρά τη νευρικότητα των επενδυτών. Το ότι δεν έχουν γκρεμιστεί οι αγορές οφείλεται στην πεποίθησή τους ότι δεν θα αποδειχτούν τόσο αυτοκαταστροφικοί αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις. Ότι κάπως θα τα βρουν τελικά.
Μην ξεχνάμε πως οι εχθροπραξίες για την ώρα βρίσκονται στο επίπεδο της πρόθεσης. Υπάρχει χώρος για εκτόνωση της κατάστασης. Τίποτα δεν πρόκειται να εφαρμοστεί από πλευράς ΗΠΑ πριν από τη δημόσια διαβούλευση, που αναμένεται να ολοκληρωθεί σε περίπου δύο μήνες.
Για εμάς τους μικροεπενδυτές, κάθε αναστάτωση φέρνει ευκαιρίες. Πάντα με την προϋπόθεση να συνοδεύεται από προσεκτική μελέτη που θα οδηγήσει στις κατάλληλες επιλογές. Για να το εξηγήσουμε με απλούς χρηματιστηριακούς όρους, το ζητούμενο δεν είναι αν θα αγοράσουμε όταν οι συνθήκες φαντάζουν δυσοίωνες, αλλά ποιο αποτελεί το ιδανικό σημείο εισόδου και σε ποιους τίτλους να τοποθετηθούμε. Όλες οι ενδείξεις δείχνουν πως είναι η ευκαιρία μας φέτος να βγάλουμε ένα καλό αποτέλεσμα, αν επιδείξουμε προνοητικότητα.
Ας μην τη χάσουμε.
* Ο κ. Βασίλης Παζόπουλος είναι οικονομολόγος, χρηματιστηριακός αναλυτής, συγγραφέας του βιβλίου Επενδυτές χωρίς Σύνορα (www.ependytes.com).
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.