Η τουρκική οικονομία σημείωσε σημαντική βελτίωση του ΑΕΠ κατά το 2017, ξεπερνώντας σημαντικά τις προσδοκίες διεθνών οικονομολόγων (consensus estimates) στο Bloomberg και Reuters.
Ως αποτέλεσμα, η Παγκόσμια Τράπεζα προέβη στις αρχές Ιανουαρίου 2018 σε νέα σημαντική αναβάθμιση της προηγούμενης πρόβλεψής της για τον συνολικό ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης κατά το 2017 στο 6,7% (από 5,1% τον Οκτώβριο).
Η ανάκαμψη της τουρκικής οικονομίας κατά το 2017 υπερέβη τις αντίστοιχες των περισσότερων μελών της ΕΕ, και πλέον κατατάσσεται στην 2η θέση μαζί με την Ινδία (επίσης 6,7%) και ελαφρώς πίσω από την Κίνα (6,8%), μεταξύ των χωρών της G-20.
Η σημαντική ανάπτυξη της Τουρκίας σε 6,7% το 2017, έναντι 3,2% το 2016, υποστηρίχθηκε από δημοσιονομικά κίνητρα με στόχο την επιτάχυνση της ανάκαμψης από τις οικονομικές επιπτώσεις της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος το 2016. Η ανάπτυξη των εξαγωγών βασίσθηκε επίσης στην ενίσχυση της ζήτησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κέρδη ανταγωνιστικότητας από την υποτίμηση του νομίσματος. Επίσης, η στήριξη της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής στην Τουρκία συνέβαλαν σε μια πολύ ισχυρότερη από την αναμενόμενη ανάκαμψη της ανάπτυξης που ενισχύει την εγχώρια ζήτηση.
Όπως επισημαίνεται από την Παγκόσμια Τράπεζα, σε αντίθεση με την μείωση της δυνητικής ανάπτυξης στην Ευρώπη και την Κεντρική Ασία, η οποία αντικατοπτρίζει έναν συνδυασμό χαμηλής αύξησης της παραγωγικότητας και δυσμενών δημογραφικών τάσεων σε πολλές χώρες, η Τουρκία αποτελεί αξιοσημείωτη εξαίρεση, λόγω του μεγάλου αριθμού νέων που εισήλθαν στο εργατικό δυναμικό την περίοδο 2013-17 και την συνεχιζόμενη έντονη ανάπτυξη του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας, που υποστηρίζει μια θετική προοπτική για δυνητική ανάπτυξη.
Η ανάπτυξη στην Τουρκία αναμένεται να μετριασθεί σε περίπου 3,5% το 2018, καθώς ο αντίκτυπος των δημοσιονομικών μέτρων του 2017 εξασθενεί. Ο προβλεπόμενος ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται να ανέλθει σε 4% το 2019 και 2020.
Η διατήρηση, ωστόσο, της πολιτικής και γεωπολιτικής αστάθειας, σε συνδυασμό με διάφορα αντικρουόμενα οικονομικά στοιχεία, όπως έχουμε επισημάνει και στα πλαίσια της πρόσφατης διμηνιαίας Έκθεσης για το 2018 της «Έδρας ΓΕΕΘΑ» στις Στρατηγικές Σπουδές «Θουκυδίδης», αναμένεται να συνεχίσουν να καθιστούν την οικονομική ανάκαμψη της Τουρκίας και οποιαδήποτε βελτίωση μεσο-μακροπρόθεσμα ως υψηλού ρίσκου.
Πρόσφατες οικονομικές εξελίξεις
H εντυπωσιακή επίδοση της τουρκικής οικονομίας οφείλεται κυρίως σε ένα κύμα πιστωτικής ρευστότητας στη χώρα (σε επίπεδα ρεκόρ, αντίστοιχη συγκριτικά με την περίοδο πριν το 2008 στην Ελλάδα) που διοχετεύεται στην οικονομία με διάφορα χρηματοπιστωτικά εργαλεία (Credit Guarantee Fund ή KFG, loan securitization), βοηθώντας χιλιάδες επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της απότομης πτώσης του τουρισμού, της επιβολής νόμου έκτακτης ανάγκης και μιας κυβερνητικής καταστολής που έχει κοστίσει σε 60.000 άτομα την ελευθερία τους.
Στο πλαίσιο του πρόσφατα διευρυμένου KGF, η κυβέρνηση έχει διαθέσει 221 δις τουρκικές λίρες (55 δισ. δολάρια) σε δάνεια προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Οι φορολογικές ελαφρύνσεις επίσης συνέβαλαν στην αύξηση των δαπανών των νοικοκυριών, οι οποίες αυξήθηκαν ετησίως κατά 11,7% στο τρίτο τρίμηνο 2017.
Ωστόσο, οι προοπτικές δεν είναι εντελώς ευοίωνες. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (Διάγραμμα 1) αυξήθηκε σημαντικά το 2017, ενώ οι άμεσες ξένες επενδύσεις είναι εξασθενημένες σε σχέση με τις αντίστοιχες πριν από μια δεκαετία, παρά τις εισροές από Αραβικές χώρες του Κόλπου. Επιπλέον, η έντονη πιστωτική επέκταση, έχει αναβιώσει το φάντασμα του υψηλού πληθωρισμού, που στοιχείωνε την Τουρκία από τη δεκαετία του 1970 έως τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Οι τιμές αυξήθηκαν κατά 13% το χρόνο μέχρι τον Νοέμβριο, που είναι ο υψηλότερος ρυθμός τα τελευταία 14 χρόνια και διπλάσιος του στόχου της Κεντρικής Τράπεζας.
Διάγραμμα 1. Πορεία του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών την τελευταία 5-ετία
Πηγή: Trading Economics
Η χρόνια πολιτική αναταραχή, οι τρομοκρατικές επιθέσεις, και προσφάτως οι φόβοι για αμερικανικά πρόστιμα εναντίον τουρκικών τραπεζών που είναι ύποπτες για παραβίαση κυρώσεων κατά του Ιράν, έχουν επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στο νόμισμα της χώρας. Η τουρκική λίρα έχει απωλέσει το ένα δέκατο της αξίας της έναντι του δολαρίου από τις αρχές του 2017 και σχεδόν το 40% από τις αρχές του 2015. Για τις τουρκικές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα τις μικρές, οι οποίες επιβαρύνονται με χρέος σε ξένο νόμισμα αξίας 211 δισ. δολαρίων, αυτό αποτελεί μία ιδιαίτερα δυσμενής εξέλιξη. Στις αρχές Δεκεμβρίου, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα λάβει μέτρα για να αποτρέψει 23.000 από τις πιο αδύναμες επιχειρήσεις από τη λήψη περισσότερων δανείων σε ξένο νόμισμα.
Η επιβράδυνση το τρέχον έτος φαίνεται αναπόφευκτη. Ωστόσο, δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι παρά την αναμενόμενη επιστροφή σε μετριότερους ρυθμούς ανάπτυξης μέχρι το 2020, οι ρυθμοί αυτοί εξακολουθούν να παραμένουν από τους υψηλότερους μεταξύ των χωρών της Ευρώπης και της Κεντρικής Ασίας.
Ταυτόχρονα, ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης μετοχών της Τουρκίας BIST 100 Index συνέχισε την ανοδική του πορεία και ανήλθε στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, φτάνοντας τις 120.845,30 μονάδες κατά την συνεδρίαση της 29ης Ιανουαρίου 2018. Κατά τη διάρκεια του 2017, ο δείκτης αυξήθηκε συνολικά κατά 53% και περιλαμβάνεται μεταξύ των τριών αγορών παγκοσμίως με την υψηλότερη χρηματιστηριακή απόδοση (Διάγραμμα 2).
Διάγραμμα 2. Πορεία του δείκτη Borsa Istanbul 100 Index κατά τη τελευταία 5-ετία
Πηγή: Bloomberg Markets, Borsa İstanbul Stock Exchange
Η πορεία της Τουρκικής λίρας το 2018
Η τουρκική λίρα, που είχε κερδίσει έδαφος έναντι του αμερικανικού δολαρίου ύστερα από το ιστορικό χαμηλό των 3,94 τον Ιανουάριο του 2017, υποτιμήθηκε τον Νοέμβριο, όταν η Κεντρική Τράπεζα αύξησε το βασικό επιτόκιο μόλις κατά 50 μονάδες βάσης στο 12,75%, κατά πολύ χαμηλότερα από το αναμενόμενο (Διάγραμμα 3).
Η υποτίμηση συνολικά της λίρας το 2017 ανήλθε στο 7,9%. Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων πρώτων μηνών του 2018 η υποτίμηση συνεχίσθηκε με έντονο ρυθμό κατά 4,7% ενώ πρόσφατα η ισοτιμία ξεπέρασε ενδοσυνεδριακά για πρώτη φορά τα 4 δολάρια (ανήλθε σε 4,04 στις 23 Μαρτίου 2018).
Διάγραμμα 3. Πορεία συναλλαγματικής ισοτιμίας Τουρκικής λίρας έναντι δολαρίου κατά τη τελευταία 5-ετία
Πηγή: Bloomberg Markets, Borsa İstanbul Stock Exchange
Ανάμεσα στους λόγους διολίσθησης της τουρκικής λίρας, οι παράγοντες που διαμορφώνουν προσφάτως την τάση είναι εξωτερικοί. Η Τουρκία γενικά αποτελεί μια από τις πιο εύθραυστες οικονομίες παγκοσμίως, κυρίως επειδή εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από βραχυπρόθεσμες ροές χρήματος, όπως επιβεβαιώθηκε τον Νοέμβριο/Δεκέμβριο.
Συγκεκριμένα, οι βραχυπρόθεσμες εισροές χαρτοφυλακίου, στις οποίες η Τουρκία στηρίζεται για τη χρηματοδότηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, μετατράπηκαν σε εκροές τους τελευταίους δύο μήνες του 2017, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για το ισοζύγιο πληρωμών, γεγονός που υποδηλώνει ότι η Κεντρική Τράπεζα υποχρεώθηκε να χρησιμοποιήσει τα δικά της αποθέματα συναλλάγματος για να γεφυρώσει το χάσμα.
Τα στοιχεία που δημοσίευσε η Κεντρική Τράπεζα έδειξαν ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σημείωσε άνοδο 42% στα 47,1 δισ. δολάρια το 2017, που ισοδυναμεί με το 5,6% της οικονομικής παραγωγής, και είναι το υψηλότερο μεταξύ των μεγάλων αναδυόμενων αγορών. Το χάσμα για τον Δεκέμβριο μόνο ήταν 7,7 δισ. δολάρια, που αποτελεί το μεγαλύτερο μέγεθος για ένα μήνα από το Δεκέμβριο του 2013.
Ταυτόχρονα, 341 εκατ. δολάρια επενδύσεων χαρτοφυλακίου εξήλθαν από την Τουρκία τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο. Η κάμψη των κεφαλαίων από το εξωτερικό, σε συνδυασμό με την αύξηση των εισαγωγών, σημαίνει ότι η Κεντρική Τράπεζα ανέτρεξε στη χρήση των συναλλαγματικών της αποθεμάτων για να χρηματοδοτήσει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, κατά 4,1 δισ. δολάρια τον Νοέμβριο και κατά 8,6 δισ. δολάρια τον Δεκέμβριο.
Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας διαθέτει καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα μόλις 32,9 δισ. δολαρίων. Τα ακαθάριστα αποθεματικά, τα οποία περιλαμβάνουν επίσης τις απαιτήσεις σε συναλλαγματικά αποθεματικά των τραπεζών, ανέρχονται σε 116 δισ. δολάρια. Αυτά δεν αρκούν για να καλύψουν τις εισαγωγές 6 μηνών - ένα βασικό μέτρο που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι για να μετρήσουν τη δύναμη της συναλλαγματικής θέσης μιας χώρας. Επίσης, δεν υπερβαίνουν τα 170 δισ. δολάρια εξωτερικού χρέους που λήγουν τους επόμενους 12 μήνες.
Αδιαμφισβήτητα η αντιστροφή των ροών αυτών τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο, όπως προαναφέρθηκε, σε συνδυασμό με την επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, αυξάνουν τον κίνδυνο περαιτέρω διολίσθησης. Αυτό έχει δύο κύριες συνέπειες:
(α) Εντείνει τις πιέσεις στην κυβέρνηση για μελλοντική αύξηση των επιτοκίων προκειμένου να συγκρατήσει τις βραχυπρόθεσμες ροές, παρέχοντας ελκυστικά επιτόκια για τα τρέχοντα επίπεδα κινδύνου στους ξένους επενδυτές.
(β) Οι μεγάλες ανοιχτές θέσεις σε ξένο συνάλλαγμα του εγχώριου εταιρικού τομέα, και η ανάγκη συνεχούς αναχρηματοδότησής του (rollover), σημαίνουν ότι ένας νέος κύκλος υποτίμησης της λίρας θα έπληττε σοβαρά τους εταιρικούς ισολογισμούς, υποβαθμίζοντας τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Ως αποτέλεσμα, η αναμενόμενη αύξηση του ΑΕΠ καθίσταται δυνητικά ευάλωτη στα επόμενα δύο-τρία τρίμηνα, μαζί με την (εύθραστη) εμπιστοσύνη των Τούρκων πολιτών στην κυβέρνηση, αρκετά πριν τις προγραμματισμένες εκλογές του Νοεμβρίου 2019. Eπομένως, η παρακολούθηση και συσχέτιση της τάσης των βραχυπρόθεσμων εισροών και εκροών, σε συνδυασμό με την πορεία της συναλλαγματικής ισοτιμίας, είναι κρίσιμης σημασίας το επόμενο διάστημα.
* Ο Δρ. Παναγιώτης Κοντάκος είναι Επίκουρος Καθηγητής στη Διεθνή Επιχειρηματικότητα, Πανεπιστήμιο UCLan Cyprus
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.