Τόνοι διαδικτυακού μελανιού έχουν χυθεί τις τελευταίες τρεις εβδομάδες σχετικά με την πρόσφατη διόρθωση, περίπου 10%, των μετοχικών αγορών παγκοσμίως. Οι μετοχές έχουν ανακάμψει κατά το ήμισυ από τότε. Ήταν ένα αναμενόμενο ξέσπασμα μετά από σχεδόν δύπ χρόνια ησυχίας ή ένας «προσεισμός» εν αναμονή του τέλους του οικονομικού μας κύκλου;
Δυνατά επιχειρήματα υπάρχουν και από τις δύο πλευρές. Κάποιοι, κυρίως οικονομολόγοι, θεωρούν ότι η μεταβλητότητα στο χρηματιστήριο είναι αναμενόμενη και ότι τα οικονομικά νέα είναι τέτοια που δεν δικαιολογούν πανικό. Άλλοι, κυρίως traders, πιστεύουν ότι βλέπουμε σιγά σιγά την αρχή του τέλους.
Ας εξετάσουμε την πρώτη περίπτωση, ότι αυτό που ζήσαμε ήταν η επιστροφή της μεταβλητότητας μετά από μια εξαιρετικά ήσυχη διετία και δεν σημαίνει απολύτως τίποτα.
Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η περίοδος από τον Φεβρουάριο του 2016 έως τον Φεβρουάριο του 2018, είδε μια αγορά χωρίς προηγούμενο, με ελάχιστες διορθώσεις άνω του 2%. Κατά την περίοδο αυτή, η παγκόσμια οικονομία αναπτύχθηκε με αυξανόμενους ρυθμούς και για πρώτη φορά σε αυτόν τον οικονομικό κύκλο βλέπουμε σύγχρονη ανάπτυξη των περισσότερων οικονομιών παγκοσμίως.
Τα εταιρικά κέρδη στην Αμερική για το τέταρτο τρίμηνο αυξήθηκαν κατά 15%, αρκετά πάνω από τις εκτιμήσεις, με ιδιαίτερα δυνατά τα στοιχεία πωλήσεων. Όλα αυτά, τη στιγμή που η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα έχει ήδη αυξήσει πέντε φορές το βασικό επιτόκιο, με τις αγορές να αναμένουν άλλες τρεις φορές φέτος. Επίσης, έχει αρχίσει πολύ σιγά να αφαιρεί ρευστότητα από τις αγορές. Το επιχείρημα της αφαίρεσης της ρευστότητας δεν συγκινεί οικονομολόγους, όπως ο πολύ σοβαρός Brian Wesbury, που πιστεύουν ότι η ποσοτική χαλάρωση ήταν ένα τρικ, χωρίς σοβαρή επίπτωση στις αγορές.
Με όλο τον σεβασμό σε οικονομικά μυαλά ανώτερα του δικού μου, καίτοι οικονομολόγος, παίρνω την πλευρά των traders. Ο λόγος είναι απλός. Οι οικονομικές αναλύσεις επικεντρώνονται στα οικονομικά μεγέθη και τα εταιρικά αποτελέσματα, τα οποία όμως είναι συνέπεια των χρηματιστηριακών δεικτών και όχι προπομπός τους. Είναι πρόβλημα κότας και αβγού.
Με άλλα λόγια, τα χρηματιστήρια οδηγούν τις οικονομίες και τα κέρδη, και όχι το αντίθετο. Το 2008 πρώτα διαλύθηκαν οι μετοχικές αγορές και μετά οι οικονομίες. Το ίδιο και το 2000 αλλά και το 1997. Τα δε χρηματιστήρια κυριαρχούνται από τους traders.
Αν προσέξει κανείς λοιπόν την τελευταία ήσυχη διετία στα χρηματιστήρια, θα δει ότι τα οικονομικά μεγέθη βελτιώθηκαν σημαντικά στο δεύτερο μισό αυτής της περιόδου, αφού οι συνεχείς ανατιμήσεις των δεικτών και η άγνοια κάθε ρίσκου, όπως ο Trump και το Brexit, έδωσαν ώθηση στην καταναλωτική εμπιστοσύνη και στην ψυχολογία των CEO των μεγάλων επιχειρήσεων.
Πίσω από αυτή την ανάταση των μετοχικών δεικτών, κρύβεται και πάλι η Fed, που φρόντισε να επικοινωνεί τακτικά στους traders ότι θα βρίσκεται δίπλα τους σε περίπτωση που υποχωρήσουν τα χρηματιστήρια.
Πολύ λογικά, λοιπόν, τη στιγμή που ο καινούριος πρόεδρος της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, ο Jerome Powell, έχει αποφασίσει να υιοθετήσει πιο παραδοσιακές προσεγγίσεις, οι traders να αποφεύγουν να παίρνουν τόσα ρίσκα.
Όποιος δοκίμασε να αγοράσει τις πτώσεις των τελευταίων ημερών θα το κατάλαβε αυτό, όταν είδε την πτώση να συνοδεύεται όχι από ριμπάουντ, όπως τα τελευταία χρόνια, αλλά από παραπάνω πτώση τις μισές φορές. Όσοι ισχυρίζονται ότι τα εταιρικά κέρδη θα εξακολουθήσουν να βελτιώνονται, καλό θα είναι να εξηγήσουν πώς, με τις τιμές των μετοχών τους να διορθώνουν προς τα κάτω, οι διευθύνοντες σύμβουλοι θα πάρουν αποφάσεις να επεκταθούν, να προσλάβουν, να ρισκάρουν, βοηθώντας στη συνέχιση των οικονομικών τάσεων.
Πριν από κάποια χρόνια, μια φοιτήτρια έγραψε τη διπλωματική της, αποδεικνύοντας με στοιχεία ότι οι άνδρες οικονομολόγοι αμείβονται περισσότερο από ό,τι οι γυναίκες. Ο καθηγητής της της τη γύρισε, με το σχόλιο ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να ισχύει αφού αν ήταν αλήθεια, μια εταιρία θα προσλάμβανε μόνο γυναίκες και θα αποκτούσε το πλεονέκτημα.
Οι οικονομολόγοι συχνά έχουν την τάση να βλέπουν τον κόσμο όπως τα -γεμάτα υποθέσεις- μοντέλα τους τους υποδεικνύουν ότι πρέπει να είναι. Οι traders, άνθρωποι ή ρομπότ, δεν έχουν αυτή την πολυτέλεια της θεωρίας καθώς αμείβονται με κέρδη στο χαρτοφυλάκιό τους.
Η αφαίρεση του «σωσιβίου» της Fed πολύ απλά τους κάνει πιο διστακτικούς να αναλάβουν ρίσκα. Είναι θέμα χρόνου αυτή η διστακτικότητα να μεταφερθεί σε μακροπρόθεσμους επενδυτές, επιχειρήσεις και καταναλωτές. Γυρίζει αυτό το κλίμα; Ναι, αν ο κ. Powell συνεχίσει την τακτική των προκατόχων του και στηρίξει τις μετοχές. Η πείρα όμως λέει ότι για να γίνει αυτό απαιτείται μια πολύ μεγαλύτερη πτώση από αυτή που είδαμε, δηλαδή το τέλος του κύκλου.
Και οι δύο απόψεις σεβαστές. Υπάρχει περιθώριο για κέρδη, αφού κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πως θα τελειώσει ο κύκλος και ποια η αφορμή. Η αγορά έχει κολλήσει για τεχνικούς λόγους τις τελευταίες μέρες, αλλά μπορεί κάλλιστα να επιστρέψει στα προηγούμενα ανώτερα επίπεδά της. Η αλήθεια είναι όμως ότι πλέον η παγκόσμια χρηματιστηριακή αγορά είναι για γενναίους και ότι στο 9ο έτος του οικονομικού κύκλου, με τα επιτόκια να αυξάνονται, τα μεσοπρόθεσμα ρίσκα μεγαλώνουν, την ώρα που οι πιθανές αποδόσεις μειώνονται.
*Ο Γιώργος Λαγαρίας είναι Οικονομικός Αναλυτής και εργάζεται στο Λονδίνο.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.