Είχα την εντύπωση ότι τα 25 χρόνια που μας χωρίζουν από τα πρώτα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό θα μας έκαναν σοφότερους. Έχουμε το πλεονέκτημα να ξέρουμε τι συνέβη μετά, σαν τα έργα που ξέρεις το φινάλε. Κι όμως, η επιτυχία τους είναι αναπάντεχη. Γεννιούνται τόσα ερωτήματα, που χάνεις τις απαντήσεις. Ποιοι είναι οι διοργανωτές; Πόσοι συμμετέχουν και γιατί; Πώς επηρεάζονται κυβέρνηση και αντιπολίτευση;
Οι επικεφαλής δίνουν πάντα το πρόσταγμα
Τον τόνο στα συλλαλητήρια δίνουν επικίνδυνοι άνθρωποι, οι οποίοι ξαφνικά βρήκαν ιερό βήμα και απαιτούν πανελλαδική προβολή prime time. Μονοπωλούν τη σκηνή, ωσάν οι μόνοι γνήσιοι υπέρμαχοι της πατρίδας, διάφορα ακροδεξιά πολιτικά κατακάθια, θρησκευτικοί σκοταδιστές και εθνικιστές με χακί μυαλά.
Στην πολιτική, ο πατριωτισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων. Γραφικοί υπάρχουν και στις πιο προηγμένες χώρες, αλλά πάντα ισχύει ο ίδιος κανόνας. Η ζημιά που κάνουν, όταν επικρατούν οι «λύσεις» που προτείνουν, είναι πάντα μεγάλη (και ας μην ελπίζουμε ότι είμαστε εμείς κάποια τυχερή εξαίρεση). Οι πλατείες της αγανάκτησης θρέφουν εθνικούς εφιάλτες και ήττες, γιατί τα εθνικά θέματα δεν αναμετρώνται με την απήχηση συλλαλητηρίων αλλά με την ιστορία, την οποία διαμορφώνουν άλλοι παράγοντες, χωρίς κανένα ίχνος συναισθήματος. Είναι γραμμένο στις σελίδες της ιστορίας που δεν θέλουμε να διαβάζουμε.
Ουρά πατριδοκάπηλων
Η Νέα Δημοκρατία τρέχει πίσω από συλλαλητήρια (που οργανώνουν άλλοι) και ζητάει αναβολή της λύσης «σε άλλη συγκυρία». Κατηγορεί την κυβέρνηση, γιατί ήθελε με την τακτική της να τη διχάσει. Έχω μία απορία: από πότε είναι μεμπτό να επιδιώκεται η διάσπαση ενός αντίπαλου κόμματος; Άλλωστε οι ίδιοι κατηγορούν τους κυβερνητικούς εταίρους για ασυμφωνία στο θέμα.
Μπορεί οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να έχουν συνάψει γάμο συμφέροντος, για να μη χαθεί η κυβερνητική εξουσία (και όση περιουσία αποφέρει), αλλά κοιμούνται σε χωριστές πολιτικές κρεβατοκάμαρες. Λυπάμαι τα σοβαρά στελέχη της ΝΔ που είναι υποχρεωμένα να ακολουθούν πολιτικές που δεν πιστεύουν. Ο γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ Λευτέρης Αυγενάκης ανέφερε ότι «αν τα συλλαλητήρια αξιοποιηθούν σωστά, μπορεί να αποτελέσουν ένα επιπλέον διαπραγματευτικό χαρτί στη σκακιέρα της εξωτερικής πολιτικής», αποδεικνύοντας ότι η ιστορία διδάσκει ότι δεν διδασκόμαστε τίποτα από αυτή.
Όταν δηλώνεις έτοιμος να κυβερνήσεις και να επιλύσεις άμεσα σύνθετα προβλήματα, είναι ανεύθυνο να δίνεις ραντεβού με μελλοντικές ιστορικές στιγμές σε έναν κόσμο που αλλάζει γρήγορα και δεν περιμένει όσους νομίζουν ότι είναι α(μετα)κίνητοι.
Οι μετρήσεις αποτυπώνουν ότι επτά στους δέκα Έλληνες δεν θέλουν να περιέχεται το «Μακεδονία» στο όνομα της γειτονικής μας χώρας. Φυσικά αυτό αφήνει αδιάφορα όλα τα κράτη του πλανήτη που έχουν ήδη αναγνωρίσει τους ακατανόμαστους «Δημοκρατία της Μακεδονίας», χωρίς σύνθετους προσδιορισμούς.
Είναι φυσικό οι πολιτικοί να πιέζονται από την πλειοψηφούσα κοινή γνώμη, που απειλεί να τους τιμωρήσει με αποκλεισμό. Όσοι ηγέτες όμως κατάφεραν να προσφέρουν κάτι εξαιρετικά θετικό στη χώρα τους σε κρίσιμες στιγμές, όταν η πλειοψηφία έδειχνε τον γκρεμό, δεν καβάλησαν το λαϊκό ρεύμα, αλλά τόλμησαν να πάνε ενάντιά του. Λύσεις που να ικανοποιούν τους πάντες δεν υπάρχουν.
Γιατί μαζεύουν τόσο κόσμο τα συλλαλητήρια
Υπάρχουν λόγοι σοβαροί για την επιτυχία των συλλαλητηρίων.
(α) Στηρίζονται στον πανίσχυρο μύθο ότι η Ελλάδα είναι ένα αιώνιο θύμα της Δύσης, που διαρκώς απειλείται από τους γείτονές της. Οι «γυφτοσκοπιανοί» είναι ένα βολικό μέγεθος στο οποίο μπορούμε να εκτονώσουμε όλη μας την επιθετικότητα με την ασφάλεια που έχει ένας αγανακτισμένος οπαδός στις εξέδρες ποδοσφαιρικού αγώνα εναντίον του διαιτητή.
(β) Θεωρούμε ότι έχουμε κληρονομικά εθνικά δίκαια, όταν την ίδια στιγμή πιστεύουμε ότι υπάρχουν μόνο διεθνή συμφέροντα και διεθνείς συνωμοσίες.
(γ) Ο συμβιβασμός στη σύγχρονη Ελλάδα είναι ταυτισμένος με την προδοσία. Όλες οι διαπραγματεύσεις (που εξ ορισμού προηγούνται ενός συμβιβασμού) έχουν υποχρεωτικά έναν χαμένο και έναν κερδισμένο. Συνεπώς αποδεκτός είναι ο διάλογος μόνο αν καταλήγει στη δικαίωση των θέσεών μας.
(δ) Η κρίση άλλαξε -ανάμεσα σε πολλά- και την ψυχοσύνθεσή μας. Το έθνος δεν βρίσκεται σε εθνική ανάταξη, όπως το 2004, όταν κερδίζαμε το Euro και διοργανώναμε Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά σε καταθλιπτική καταστολή. Το Μακεδονικό είναι μια καλή ευκαιρία να επουλώσουμε την τρωθείσα περηφάνια μας, να ανακουφιστούμε (ξανά) με την εκτονωτική δύναμη της αγανάκτησης ενάντια στους εγχώριους πολιτικούς, να κάνουμε μια δυναμική παρουσία στη διεθνή κοινότητα για την καταγωγή μας και όχι για τα χάλια μας. Τα συλλαλητήρια ανακουφίζουν πιο πολύ και από ψυχοφάρμακα.
Δεν υπάρχουν ουδέτερες συμμετοχές
Δεν μου αρέσει να δίνω συμβουλές, άλλωστε δεν είμαι και κάποιος σημαντικός. Αλλά επειδή το θέμα θεωρείται εθνικό, ίσως δικαιούμαι να κάνω μία εξαίρεση, με τον κίνδυνο να χαρακτηριστώ ανθέλληνας.
Όσοι συμμετάσχουν στο συλλαλητήριο «ελαφρά τη καρδία», ας κοιτάξουν προσεκτικά δίπλα σε ποιους βρέθηκαν, χωρίς δικαιολογίες για τις γραφικές στολές που θα δουν και τα ανεγκέφαλα συνθήματα που θα ακούσουν. Ας σκεφτούν στα σοβαρά αν θέλουν να τους εκπροσωπούν οι συγκεκριμένοι διοργανωτές των συλλαλητηρίων, γιατί αυτούς δυναμώνουν μετατρέποντάς τους σε παράγοντες της δημόσιας ζωής.
Ας διαβάσουν προσεκτικά τα ψηφίσματα, γιατί αυτά είναι τα συμπεράσματα που συνυπογράφουν. Ας αναλογιστούν τι θα συνέβαινε αν όλα αυτά που προτείνουν οι ομιλητές της εξέδρας γίνονταν πράξη (χωρίς επιλεκτικές παραλείψεις παρακαλώ), γιατί αυτά υποστηρίζουν με την παρουσία τους. Δεν υπάρχουν ουδέτερες συμμετοχές σε συλλαλητήρια που έχουν συγκεκριμένες επιδιώξεις. Όλες οι πράξεις (αλλά και οι παραλείψεις) έχουν συνέπειες.
Τουλάχιστον αυτό έπρεπε να μας το είχε διδάξει η κρίση.
*Ο Κώστας Μαρκάζος είναι οικονομολόγος, συγγραφέας του βιβλίου "ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ" (εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη)
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.