Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γιατί δεν ανεβαίνουν οι μισθοί

Γιατί ενώ η ανεργία υποχώρησε παγκοσμίως στα προ κρίσης επίπεδα, οι απολαβές παραμένουν καθηλωμένες. Δουλεύουν λιγότερες ώρες οι Ελληνες. Οι επιπτώσεις της αθέλητης μερικής απασχόλησης και ο ρόλος της τεχνολογίας.

  • *Του Κώστα Μελά
Γιατί δεν ανεβαίνουν οι μισθοί

Σε πολλές περιπτώσεις, η μεγέθυνση της απασχόλησης στη διεθνή οικονομία έφθασε στα ανώτερα επίπεδα και η ανεργία ξαναγύρισε στα επίπεδα της περιόδου προ της κρίσης. Όμως, η μεγέθυνση των ονομαστικών μισθών παρέμεινε πολύ κάτω από το επίπεδο που ήταν πριν από τη χρηματοοικονομική κρίση.

Οι καχεκτικοί μισθοί σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης μπορεί να αντανακλούν συγκεκριμένες προσπάθειες να μειωθούν οι μισθοί από μη διατηρήσιμα υψηλά επίπεδα, αλλά φαίνεται να έχουν οδηγηθεί στο εντελώς αντίθετο επίπεδο. Αλλά η στασιμότητα ή η πολύ βραδεία μεγέθυνση των μισθών αποτελεί μια κατάσταση πολύ διαδεδομένη σήμερα στον πλανήτη. Στη Γραφική Παράσταση 1, που ακολουθεί, παρουσιάζονται οι συγκεκριμένες εξελίξεις.

Ποσοστό Ανεργίας - Μεγέθυνση Ονομαστικών Αμοιβών ανά Ώρα


ΠΗΓΗ: ΔΝΤ

Επιβεβαιώνεται η τάση που είχε διαπιστωθεί πριν ακόμη από τη χρηματοοικονομική κρίση, ότι οι ώρες εργασίας ανά εργαζόμενο συνεχίζουν να μειώνονται (Γραφική Παράσταση 2, πάνω τμήμα).

Επίσης σε αρκετές χώρες παρατηρούνται υψηλότερα ποσοστά αθέλητης μερικής απασχόλησης (οι εργαζόμενοι εργάζονται λιγότερο από 30 ώρες την εβδομάδα ενώ επιθυμούν να εργασθούν περισσότερο) καθώς και επέκταση του ποσοστού των πρόσκαιρων συμβολαίων εργασίας (Γραφική παράσταση 2, κάτω τμήμα).

Εργάσιμες ώρες ανά εργαζόμενο - Αθέλητη μερική απασχόληση


ΠΗΓΗ: ΔΝΤ

Τα στοιχεία δείχνουν (1) ότι στις μισές περίπου αναπτυγμένες οικονομίες, οι ώρες που δουλεύει ο κάθε εργαζόμενος είναι σήμερα λιγότερες απ’ ό,τι ήταν το 2007, αν και η τάση μείωσης προϋπήρχε και συνεχίσθηκε μέσα στην κρίση με μεγαλύτερη ένταση. Ο μέσος εργαζόμενος στην ΕΕ-28 δουλεύει το 2016 μία ώρα λιγότερο εβδομαδιαίως απ’ ό,τι το 2000-2007, με τους Έλληνες να δουλεύουν 0,8 ώρες λιγότερο εβδομαδιαίως απ’ ό,τι πριν την κρίση, αν και δουλεύουν 42,3 ώρες εβδομαδιαίως, όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ-28 είναι 37,1 ώρες.

Σημειώνεται ότι η καθοδική αυτή τάση προϋπήρχε της κρίσης και συνεχίσθηκε μέσα στην κρίση, αν και μετά το 2012, λόγω της ανάκαμψης της απασχόλησης, εμφανίζεται μια ελαφριά αύξηση από 42 ώρες το 2012 σε 42,3 ώρες το 2016 εβδομαδιαίως ανά εργαζόμενο. Σημειώνεται ότι η μείωση των ωρών εργασίας ανά εργαζόμενο ίσως είναι ακόμη μεγαλύτερη απ’ ό,τι δείχνουν τα στοιχεία που αναφέρονται στην κύρια εργασία μόνο.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι λιγότερες ώρες αντιστοιχούν σε επιλογές των επιχειρήσεων που προσπαθούν να εντατικοποιήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο την εργασία, ώστε να μειώσουν το λειτουργικό τους κόστος. Αυτό ενισχύεται από στοιχεία που δείχνουν ότι οι ώρες εργασίας ανά εργαζόμενο μειώνονται περισσότερο σε κλάδους χαμηλών (ή μεσαίου επιπέδου) δεξιοτήτων, καθώς και από το γεγονός ότι η μείωση των ωρών ανά εργαζόμενο συσχετίζεται με την αύξηση της μη εθελοντικής μερικής απασχόλησης.

Δηλαδή, υπό μια έννοια, οι επιχειρήσεις επιχειρώντας την «αποτελεσματική» χρήση των υφιστάμενων τεχνολογιών σε συνάρτηση με τις αναδιοργανώσεις - διαρθρωτικές αλλαγές επιβάλλουν «συρρίκνωση» στην οικονομία μέσω της μείωσης της ζήτησης.

Η αναδιοργάνωση - συρρίκνωση δεν απαιτεί σχεδόν καθόλου νέες επενδύσεις. Το συγκεκριμένο παράδειγμα αντιστοιχεί, ευθέως, σε ασκούμενες πολιτικές λιτότητας.

Η προσπάθεια αύξησης της παραγωγικότητας διαμέσου συρρίκνωσης του προϊόντος δεν οδηγεί στην επιδιωκόμενη αύξηση της παραγωγικότητας (εμβληματικό παράδειγμα η Ελλάδα των μνημονίων), δεδομένου ότι δεν επιτρέπει ουσιαστικά την ενσωμάτωση τεχνολογικών καινοτομιών. Όχι μόνο διατηρείται το υπάρχον «τεχνολογικό χάσμα», αλλά μεγεθύνεται.

Συνεπώς αυτές οι εξελίξεις, κατά ένα μεγάλο μέρος, αντανακλούν συνεχιζόμενη ασθενή ζήτηση εργασίας, το οποίο αντανακλά ασθενή τελική ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες.

Παράλληλα, σε άμεση σύνδεση και αλληλεξάρτηση με την ασθενή τελική ζήτηση και τη σχετική στασιμότητα της παραγωγής, μια ακόμη αιτία είναι η φθίνουσα τάση της μεγέθυνσης της παραγωγικότητας (2).

Η παρατεταμένη εξασθένιση του προϊόντος ανά ώρα εργασίας φαίνεται να δικαιολογεί τη μειωμένη βούληση των επιχειρήσεων να προχωρήσουν σε γρηγορότερη αποκατάσταση των αμοιβών των εργαζομένων.

Σύμφωνα με το σύνολο των μελετών, υπάρχει (ισχυρή) θετική συσχέτιση μεταξύ αύξησης του προϊόντος και αύξησης της παραγωγικότητας. Όμως ποια είναι η σχέση αιτίου - αιτιατού; Η αύξηση ξεκινά από την παραγωγή και κατευθύνεται στην παραγωγικότητα ή το αντίθετο; Σύμφωνα με όλες τις αναλύσεις, η σχέση αιτίου και αιτιατού λειτουργεί από την αύξηση της παραγωγής προς την αύξηση της παραγωγικότητας , όχι το αντίστροφο. Δηλαδή, βραχυπρόθεσμα, η αύξηση στην παραγωγή οδηγεί σε αύξηση της παραγωγικότητας.

Συγκεκριμένα ο O. Blanchard, στο «Μακροοικονομική» (εκδόσεις Επίκεντρο 2006) στη σελ. 305, αναφέρει: «Υπάρχει μια ισχυρή θετική συσχέτιση μεταξύ αύξησης της παραγωγής και αύξησης της παραγωγικότητας. Όμως η σχέση αιτίου και αιτιατού λειτουργεί από την αύξηση της παραγωγής προς την αύξηση της παραγωγικότητας, όχι το αντίστροφο».

Αυτό οφείλεται πρωταρχικά στη λειτουργία του νόμου του Okun. Θα μπορούσε να εξηγηθεί με απλό τρόπο ως εξής: Σε δύσκολους καιρούς, οι επιχειρήσεις προβαίνουν σε αποθεματοποίηση εργασίας -κρατούν περισσότερους εργαζόμενους από όσους χρειάζονται για την τρέχουσα παραγωγή. Όταν η ζήτηση αγαθών αυξηθεί για κάποιο λόγο, οι επιχειρήσεις ανταποκρίνονται αυξάνοντας εν μέρει την απασχόληση και εν μέρει έχοντας τους υπάρχοντες εργαζόμενους να δουλεύουν περισσότερο και σκληρότερα. Αυτός είναι ο λόγος που οι αυξήσεις στην παραγωγή οδηγούν σε αυξήσεις στην παραγωγικότητα.

Την τελευταία περίοδο, υπάρχει μια τάση από πολλούς αναλυτές να συμπεριλαμβάνουν στις αιτίες της μείωσης και γενικά στασιμότητας που παρατηρείται στους μισθούς, τις τεχνολογικές αλλαγές που σχετίζονται με τη ρομποτική, τη νανοτεχνολογία κ.τ.λ. Σύμφωνα με σχετικό άρθρο (3), μια τέτοιου είδους επίδραση είναι ελάχιστη έως ασήμαντη στον καθορισμό του ύψους του μισθού. Άρα δεν υφίσταται ουσιαστικά αυτός ο λόγος, τουλάχιστον σήμερα αλλά και στο προσεχές μέλλον. Ειδικά για την ελληνική οικονομία νομίζω ότι είμαστε πολύ μακριά από μια τέτοια περίπτωση.

Όποιος το αναφέρει, απλά βρίσκεται σε αμηχανία, προφανώς με τα υποδείγματα που χρησιμοποιεί, και τις ιδεολογικές συνιστώσες που τα καθορίζουν. 

[1] ΣΕΒ, Εβδομαδιαίο Δελτίο, Νο 117, 16 Νοεμβρίου 2017.

[2] Gustavo Adler, Romain Duval, Davide Furceri, Sinem Kiliç Çelik, Ksenia Koloskova, Marcos Poplawski-Ribeiro, Gone with the Headwinds: Global Productivity, IMF, Staff Discussion Note, April 2017.

[3] Gee Hee Hong, Zsoka Koczan, Weicheng Lian, Malhar Nabar The Disconnect Between Unemployment and Wages, IMF Blog, September 27, 2017.

 * Ο Κώστας Μελάς είναι Δρ Οικονομίας, πρόεδρος του ομίλου Κοινωνικού Οικονομικού Προβληματισμού και Πολιτικής Δράσης.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v