Αυτή τη στιγμή, το ενδιαφέρον των διεθνών επενδυτών στρέφεται χωρίς αμφιβολία στο πρόγραμμα-μαμούθ ιδιωτικοποιήσεων που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνηση του Μίκαελ Τέμερ στη Βραζιλία.
Το πρόγραμμα αφορά 57 κρατικές μονάδες που περνάνε στα χέρια του ιδιωτικού τομέα. Μεταξύ αυτών είναι 14 αεροδρόμια, 17 λιμάνια, αυτοκινητόδρομοι, υδρογονάνθρακες καθώς και άλλες σημαντικές δημόσιες επιχειρήσεις, που αναμένεται να αποφέρουν στο κράτος 14 δισ. δολάρια.
Μεταξύ των επιχειρήσεων που πρόκειται να ιδιωτικοποιηθούν είναι η μεγαλύτερη εταιρεία ηλεκτρικής ενέργειας στη Λατινική Αμερική, η Εlectrobras. Πρόκειται για μια εταιρεία της οποίας η ιδιωτικοποίηση έχει τεράστια συμβολική σημασία καθόσον, όπως και η ελληνική ΔEH, ταυτίζεται με την ιδεολογία της καθοδηγούμενης από «το στιβαρό χέρι του κράτους» οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.
Με τις ιδιωτικοποιήσεις αυτές η κυβέρνηση προσπαθεί να καλύψει το δημοσιονομικό έλλειμμα, που φτάνει τα 51 δισ. δολάρια τα έτη 2017 και 2018.
Ομως για πολλούς αναλυτές, στον βαθμό που η κυβέρνηση δεν μπορεί να ελέγξει τις δημόσιες δαπάνες, η Βραζιλία δείχνει τον δρόμο για ιδιωτικοποιήσεις-μαμούθ.
Σε συνέντευξη του στην El Pais ο οικονομολόγος Νelson Marconi δηλώνει επιγραμματικά: “Από την δημοσιονομική σκοπιά ,το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων είναι παράλογο διότι δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Είναι σαν να ξοδεύω κάθε μήνα περισσότερα από αυτά που κερδίζω και προκειμένου να λύσω το πρόβλημα πουλάω το σπίτι που μένω».
Πρόκειται για το μεγαλύτερο κύμα ιδιωτικοποιήσεων των τελευταίων δεκαετιών μετά την περίοδο που κυβέρνησε τη χώρα ο γνωστός νεομαρξιστής οικονομολόγος Fernando Cardoso (1995-2003). Επί της εποχής του ιδιωτικοποιήθηκαν 80 επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων η γιγαντιαία επιχείρηση ορυχείων Vale de Rio Doce καθώς και η Telebras, που είχε το μονοπώλιο στον τομέα των επικοινωνιών.
Με την έλευση του Λούλα, ο ρυθμός των ιδιωτικοποιήσεων επιβραδύνθηκε καθώς τόσο αυτός όσο και οι διάδοχοί του που προέρχονταν από το Εργατικό Κόμμα προτιμούσαν το μοντέλο των «εκχωρήσεων» αρμοδιοτήτων για συγκεκριμένο διάστημα και όχι την εκχώρηση περιουσιακών δικαιωμάτων.
Πάντως, όπως επισημαίνουν διάφοροι αναλυτές, οι ιδιωτικοποιήσεις στη Λατινική Αμερική δεν προσελκύουν το αναμενόμενο ύψος επενδύσεων. Την εξαίρεση αποτελούν χώρες όπως το Μεξικό, το Περού, η Κολομβία και η Χιλή, στις οποίες έχουν γίνει μεγάλες ξένες επενδύσεις.
* Ο Τάκης Μίχας σπούδασε Ανθρωπολογία στη Δανία και εργάστηκε για πολλά χρόνια σε Ελευθεροτυπία και Καθημερινή. Υπήρξε αρθρογράφος της Wall Street Journal και άλλων διεθνών εντύπων καθώς και συγγραφέας βιβλίων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ζει στη Λατινική Αμερική, όπου γράφει βιβλίο για το φαινόμενο του Populismo.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.