Είναι σίγουρα πολύ νωρίς για μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση της καταρχήν συμφωνίας που έκλεισε χθες μεταξύ της Ελλάδας και των δανειστών της.
Κάποια σημεία, όχι όμως όλα, και ίσως όχι τα σημαντικότερα, θα έχουν αποσαφηνιστεί το βράδυ της Δευτέρας, ή την Τρίτη με τον κατάλογο των μέτρων/μεταρρυθμίσεων που θα συγγράψει η Ελλάδα και, εκτός μεγάλου απροόπτου, θα αποδεχτούν οι «θεσμοί».
Όλα αυτά βέβαια υπό την προϋπόθεση ότι τη Δευτέρα θα υπάρξουν στοιχειωδώς λογικές προτάσεις από την ελληνική πλευρά, στο πλαίσιο των προδιαγραφών του ανακοινωθέντος, και όχι κάποιο περίεργο κράμα που θα προκύψει κατόπιν εσωκομματικών ή ενδοκυβερνητικών πιέσεων - ισορροπιών.
Με αυτήν την προϋπόθεση περνάμε στην ουσία των χθεσινών εξελίξεων.
Η αλήθεια είναι ότι όλο το κείμενο του κοινού ανακοινωθέντος έχει συνταχθεί με τρόπο που να αφήνει την κάθε πλευρά να το ερμηνεύσει περίπου όπως θα ήθελε. Και υπάρχουν σοβαροί λόγοι για αυτό. Όχι μόνο από την ελληνική πλευρά, που έχει τους ψηφοφόρους και την εσωκομματική αντιπολίτευση στο νου της, αλλά και από εκείνες τις χώρες που πρέπει να περάσουν την παράταση από τα δικά τους κοινοβούλια.
Ωστόσο, επιχειρώντας να μπούμε στην ουσία, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η κυβέρνηση πήρε στην πράξη τη «γέφυρα» που ήθελε χωρίς συγκεκριμένα και ελεγμένα προαπαιτούμενα. Διότι, κακά τα ψέματα, μέσα σε 72 ώρες ούτε οι «θεσμοί» ούτε το Eurogroup προλαβαίνουν πρακτικά να αξιολογήσουν τις ελληνικές προτάσεις. Καλή τη πίστει και «εκ πρώτης όψεως» θα γίνει η αποδοχή τους. Η αναλυτική αξιολόγηση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος Απριλίου.
Που σημαίνει ότι η πραγματική διάρκεια της... γέφυρας «για να το συζητήσουμε», που ζήταγε από την αρχή ο κ. Βαρουφάκης, είναι έως και 2 μήνες. Και δεν είναι τίποτε παραπάνω από μια κάλυψη των εταίρων στις ελληνικές τράπεζες και στην «αυτοχρηματοδότηση» του ελληνικού δημοσίου.
Από εκεί και πέρα, η κατάσταση παραμένει ρευστή.
Οι διατυπώσεις του ανακοινωθέντος αφήνουν πράγματι ανοικτό το θέμα των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα, όχι μόνο για το 2015, που σίγουρα θα πρέπει εκ των περιστάσεων να αναθεωρηθεί, αλλά και για τα επόμενα χρόνια. Το κάνει όμως με τρόπο που είναι αρκετά «φλου» για να αποτελεί εγγύηση, τουλάχιστον έως ότου αρχίσει η συζήτηση για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, συζήτηση που σίγουρα δεν πρόκειται να ξεκινήσει σύντομα. Κι αυτό φάνηκε καθαρά από το γεγονός ότι δεν υπάρχει καμία αναφορά σε αυτό το ακανθώδες ζήτημα, στο κοινό ανακοινωθέν.
Είναι επίσης σαφές ότι προς ώρας δεν τίθεται πλέον θέμα περαιτέρω μείωσης των συντάξεων, ή αύξησης του ΦΠΑ, χωρίς όμως αυτό να αποκλείει την επανεμφάνισή τους στο τραπέζι, ή άλλων παραπλήσιων μέτρων, στη περίπτωση που η ελληνική κυβέρνηση αποτύχει στο μεσοδιάστημα να πείσει για τις εναλλακτικές της.
Από την ίδια τη διατύπωση του κοινού ανακοινωθέντος είναι σαφές ότι οι δανειστές θα κρατούν σφιχτά τα γκέμια, μέσα σε αυτό το τετράμηνο, κι ότι σχεδόν τίποτε που έχει δημοσιονομική επίπτωση δεν θα προχωρά αλλά και τίποτε δεν θα ξηλώνεται χωρίς τη συμφωνία τους. Κι εν τέλει όπως και αν ονομάσουμε τη «διευθέτηση» με τους δανειστές, αυτή θα πρέπει να αξιολογηθεί κάποια στιγμή και να ολοκληρωθεί, προκειμένου να υπάρξει επόμενη μέρα.
Εν ολίγοις, εγκαταλείποντας τις ανούσιες προεκλογικές εξαγγελίες περί σκισίματος των μνημονίων, αλλά και στρεφόμενη σε πιο ρεαλιστικές πολιτικές, η κυβέρνηση φαίνεται να κέρδισε πέρα από κάποιες λεκτικές διατυπώσεις ( όπως ο «θάνατος» της λέξης τρόικα) και την ευκαιρία να πείσει ότι μπορεί να βάλει μπροστά την αλλαγή της χώρας. Τις μεγάλες ανατροπές που δεν έκαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις
Την ουσιαστική καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής, την πραγματική επανίδρυση του κράτους. Μαζί δε με αυτήν την ευκαιρία φαίνεται ότι απέσπασε και μια «υπόσχεση» για περιορισμό της λιτότητας, εάν και εφόσον καταφέρει να δείξει ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα θα είναι τουλάχιστον ουδέτερο.
Το μνημόνιο δεν εξαφανίστηκε. Άλλωστε θέλω να πιστεύω ότι ουδείς σώφρων άνθρωπος πίστευε ότι θα εξαφανιστεί, έτσι απλώς επειδή άλλαξε η κυβέρνηση.
Υπάρχει όμως τώρα ένα παράθυρο ευκαιρίας όχι μόνο για να μεταβληθεί ο τρόπος εφαρμογής του, το μίγμα πολιτικών δηλαδή, καθώς και ορισμένοι όροι του (στο σκέλος των πλεονασμάτων), αλλά το κυριότερο, για να κλείσει πράγματι μια νέα επόμενη συμφωνία την οποία θα έχει συγγράψει από κοινού η χώρα με τους δανειστές και θα έχει όντως στοιχεία «συμβολαίου» Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης της χώρας, για τις επόμενες δεκαετίες.
Διότι επί δεκαετίες θα χρωστάμε όσα χρωστάμε.
Η διαπραγμάτευση λοιπόν δεν τελείωσε χθες, δεν θα τελειώσει τη Δευτέρα, ούτε και στο τέλος Απριλίου. Θα τολμούσα μάλιστα να πω ότι επί της ουσίας τώρα θα ξεκινήσει, με ορίζοντα τους επόμενους 4 μήνες.
Και σε μεγάλο βαθμό θα κριθεί όχι μόνο από την ικανότητα της κυβέρνησης να κάνει στο μεταξύ πράξη όσα θα προτείνει τη Δευτέρα, με την υποστήριξη μεγάλου μέρους του λαού, αλλά και από την ωριμότητα μέρους τουλάχιστον της αντιπολίτευσης.
ΥΓ.: Οσο για το θέμα του ΤΧΣ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η χθεσινή πρόβλεψη στο ανακοινωθέν που δίνει στο EFSF τον έλεγχο των κεφαλαίων δείχνει αφενός έλλειψη εμπιστοσύνης προς την ελληνική πλευρά σε ό,τι αφορά την ενδεχόμενη τακτική της στον τραπεζικό τομέα και αφετέρου τη θέληση των δανειστών να κρατούν σφιχτά τα γκέμια σε θέματα όπως η ρύθμιση των κόκκινων δανείων.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.