Ο καθηγητής της οικονομικής θεωρίας παίρνει ένα ταχύρρυθμο μάθημα στην οικονομική πραγματικότητα.
Από την περασμένη εβδομάδα, ο Γιάνης Βαρουφάκης χρειάστηκε να κάνει πολλές «στροφές 180 μοιρών» από τη θέση του νέου υπουργού Οικονομικών της Ελλάδας. Το κόμμα του, ο ΣΥΡΙΖΑ, είπε στους ψηφοφόρους ότι θα απαιτήσει μείωση του χρέους: τώρα οκ. Βαρουφάκης λέει ότι θα αρκεστεί σε αναδιάρθρωση του χρέους. Ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε πως θα βάλει τέλος στην λιτότητα: τώρα ο κ. Βαρουφάκης λέει πως θα υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι θα εγκαταλείψει άλλες δεσμεύσεις του μανιφέστο της προεκλογικής εκστρατείας του κόμματος.
Την περασμένη εβδομάδα, ο κ. Βαρουφάκης δήλωσε πως δεν θα διαπραγματευτεί με τους επίσημους πιστωτές της Ελλάδας –την διαβόητη «τρόικα»: αυτήν την εβδομάδα είχε συναντήσεις με αξιωματούχους και των τριών –της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Το μήνυμα των τριών αυτών θεσμών ήταν σαφές: ο κ. Βαρουφάκης και ο ηγέτης του, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, θα χρειαστεί να κάνουν πολύ μεγαλύτερες «αναστροφές τις επόμενες ημέρες αν θέλουν να αποφύγουν την «στροφή 180 μοιρών» στην δέσμευσή τους για διατήρηση της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Η χθεσινή κίνηση της ΕΚΤ να σταματήσει να δέχεται ελληνικά ομόλογα ως εγγυήσεις για τους κανονικούς μηχανισμούς χρηματοδότησής της, «έστειλε» αυτό το μήνυμα.
Αυτό που θα πρέπει να αρχίσει να αντιλαμβάνεται τώρα η νέα ηγεσία της Ελλάδας στη περιοδεία της στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι πως είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα πρέπει να ζητήσουν από την ευρωζώνη περαιτέρω παράταση της τρέχουσας συμφωνίας διάσωσης της χώρας, η οποία λήγει στις 28 Φεβρουαρίου, παρά το ότι υποσχέθηκαν στους ψηφοφόρους ότι θα βάλουν τέλος στο μνημόνιο.
Η πραγματικότητα είναι πως η αγορά δεν θα χρηματοδοτήσει την Ελλάδα χωρίς διεθνή προστασία, κάτι που θα καταστήσει αδύνατο για την Αθήνα να μετακυλίσει το χρέος της. Η ΕΚΤ έχει επιμείνει επίσης για την ύπαρξη κάποιας μορφής «ομπρέλα» ως όρο για να συνεχίσει να αποδέχεται ελληνικούς τίτλους –που βρίσκονται στην κατηγορία junk- ως collateral για τους μηχανισμούς παροχής ρευστότητάς της, που είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Η εκπεφρασμένη άρνηση του κ. Τσίπρα να ζητήσει παράταση του τρέχοντος προγράμματος ήταν αυτή που οδήγησε την Τετάρτη την ΕΚΤ να αποσύρει την πρόσβαση της Ελλάδας στους μηχανισμούς χρηματοδότησης, για να προστατεύσει τους φορολογούμενους τη ευρωζώνης από την έκθεση στο κόστος μιας κατάρρευσης των ελληνικών τραπεζών.
Χωρίς παράταση, η Ελλάδα κινδυνεύει με περαιτέρω απώλεια της εμπιστοσύνης της αγοράς, κάτι που θα οδηγούσε σε φυγή κεφαλαίων και bank runs.
Πράγματι, η ΕΚΤ έχει την ευχέρεια να συνεχίσει να ενισχύει το ελληνικό χρηματοοικονομικό σύστημα ακόμα και απουσία προγράμματος, επιτρέποντας στην Τράπεζα της Ελλάδας να παράσχει χρηματοδότηση στις τράπεζες από τον ELA. Η ΕΚΤ δεν έχει πει αν θα είναι πρόθυμη να το κάνει αυτό ή ποιους περιορισμούς μπορεί να απαιτήσει σε ότι αφορά τα επιλέξιμα collaterals. Αν αρνηθεί να επιτρέψει στην Τράπεζα της Ελλάδας να παράσχει έκτακτη ρευστότητα, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα καταρρεύσει, πιθανότατα αναγκάζοντας την Ελλάδα να τυπώσει δικό της χρήμα και ως εκ τούτου να φύγει από το ευρώ.
Ορισμένοι υποστηρίζουν πως η ΕΚΤ θα είναι απρόθυμη να λάβει μια τόσο μνημειώδη απόφαση από μόνη της. Όμως ακόμα και αν η ΕΚΤΤ συνεχίσει να ενισχύει τις τράπεζες, παραμένει το ερώτημα ποιος θα ενισχύσει την κυβέρνηση: τον Μάρτιο και τον Απρίλιο υπάρχουν μεγάλες λήξεις ομολόγων, που αυξάνουν τον κίνδυνο άτακτης χρεοκοπίας.
Ως απάντηση, ο κ. Βαρουφάκης έχει προτείνει στην ευρωζώνη ένα βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα-γέφυρα, σχεδιασμένο ώστε να δώσει χρόνο για μια συνολική συμφωνία για το χρέος της Ελλάδας. Αυτό θα περιελάμβανε το να δοθεί στην ελληνική κυβέρνηση το «πράσινο φως» για να εκδώσει νέα έντοκα γραμμάτια ύψους 10 δισ. ευρώ. Όμως και αυτό το σχέδιο προσκρούει στον τοίχο της οικονομικής πραγματικότητας. Ο μόνος πιθανός αγοραστής αυτών των εντόκων είναι οι ελληνικές τράπεζες. Όμως οι ελληνικές τράπεζες ήδη βρίσκονται στο όριο των 3,5 δισ. ευρώ σε ότι αφορά την χρήση εντόκων στους κανονισμούς μηχανισμούς αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, και έτσι οι τράπεζες μπορεί να είναι απρόθυμες να αγοράσουν και άλλα.
Η ΕΚΤ δεν θα θέλει να αυξήσει ένα όριο που τέθηκε για εποπτικούς λόγους. Το σημαντικότερο, φοβάται πως αν επιτρέψει στις τράπεζες να αγοράσουν έντοκα γραμμάτια για να ενισχύσουν την Αθήνα, αυτό θα συνιστούσε ξεκάθαρη παραβίαση των ευρωπαϊκών συνθηκών, που απαγορεύουν στην ΕΚΤ να χρηματοδοτεί κυβερνήσεις.
Άλλωστε, πως μπορεί η ΕΚΤ να επιτρέψει στις τράπεζες να αυξήσουν την έκθεσή τους σε μια κυβέρνηση που κ. Βαρουφάκης λέει ότι είναι χρεοκοπημένη;
Οι νομοθέτες της Ευρωζώνης συζητούν ανεπισήμως εναλλακτικούς τρόπους ώστε να δοθεί χρόνος στην Ελλάδα καθώς θα διαπραγματεύεται μια πιο μακροπρόθεσμη συμφωνία, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας παροχής από την ΕΚΤ εγγυήσεων ευρωζώνης για το ελληνικό χρέος. Όμως δεν έχουν βρει ακόμα λύση που να είναι πολιτικά εφικτή.
Ο μόνος σίγουρος τρόπος για να σταθεροποιηθεί η Ελλάδα βραχυπρόθεσμα είναι να χρησιμοποιήσει τα χρήματα που διατίθενται στο πλαίσιο του πακέτου διάσωσής της. Αυτό περιλαμβάνει 11 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του προγράμματος που διατέθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών αλλά δεν έχουν δαπανηθεί. Αν το πρόγραμμα διάσωσης εκτραπεί, χάνεται η πιθανότητα ανακατανομής των χρημάτων αυτών για να χρηματοδοτηθεί η ελληνική κυβέρνηση.
Ωστόσο, η παράταση του τρέχοντος προγράμματος διάσωσης θα χρειαστεί επικύρωση από τις άλλες 18 κυβερνήσεις της ευρωζώνης και από εθνικά κοινοβούλια –για να μην αναφέρουμε την συγκατάθεση και του ελληνικού κοινοβουλίου.
Ο κ. Βαρουφάκης δεν έχει πολύ χρόνο για να ολοκληρώσει την χρηματοοικονομική του εκπαίδευση...
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.