Η κατασκοπεία στη Silicon Valley και οι δεσμοί με τη CIA

Οι στενές σχέσεις του αμερικανικού μηχανισμού εθνικής ασφάλειας με τις επιχειρήσεις του τεχνολογικού κλάδου μετρούν πολλά χρόνια. Όμως, οι αποκαλύψεις για τον τρόπο που οι ΗΠΑ επιλέγουν να κατασκοπεύσουν τον κόσμο απειλούν να γκρεμίσουν την εμπιστοσύνη στις αμερικανικές εταιρείες.

Η κατασκοπεία στη Silicon Valley και οι δεσμοί με τη CIA

Ένα ακόμα περιστατικό προστέθηκε το τελευταίο διάστημα στη σειρά αποκαλύψεων που δείχνουν το πώς οι αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας της πληροφορίας έχουν στρατολογηθεί -εκουσίως ή ακουσίως- στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» και οι οποίες απειλούν την παγκόσμια κυριαρχία του αμερικανικού κλάδου IT. Πρόκειται για επιστολή του διευθύνοντος συμβούλου της Cisco Systems, John Chambers, προς τον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, με την οποία ζητά η Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (NSA) να σταματήσει να υποκλέπτει τα προϊόντα της εταιρείας για να εγκαθιστά συσκευές για να κατασκοπεύει ξένους πελάτες.

Από τότε που ήρθε στο φως το μέγεθος της κατασκοπείας της NSA στο διαδίκτυο, κυβερνήσεις και μεγάλες επιχειρήσεις εκτός ΗΠΑ θέτουν υπό αμφισβήτηση τη δυνατότητα των αμερικανικών εταιρειών ΙΤ να εγγυηθούν την ασφάλεια των προϊόντων τους. Πλέον, η κεντρική θέση της Αμερικής στην παγκόσμια οικονομία της πληροφορίας, η οποία φαινόταν ασφαλής πριν από μόλις δυο χρόνια, βρίσκεται υπό απειλή, σύμφωνα με τον Martin Kenney, καθηγητή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας.

Βέβαια, η διείσδυση του αμερικανικού μηχανισμού εθνικής ασφάλειας στη Silicon Valley δεν θα έπρεπε να προκαλεί έκπληξη. Στον απόηχο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και μετά την εκτόξευση του δορυφόρου Σπούτνικ από τη Σοβιετική Ένωση το 1957, η αμερικανική κυβέρνηση έκανε τεράστιες επενδύσεις στον τομέα της ηλεκτρολογίας -και αργότερα της πληροφορικής-, αλλά και στην πανεπιστημιακή έρευνα, η οποία οδήγησε στη δημιουργία αμέτρητων τεχνολογιών, μεταξύ των οποίων και το Διαδίκτυο.

Παράλληλα, όπως σημειώνει ο Kenney, οι ευνοϊκές συμφωνίες έδωσαν τη δυνατότητα σε μικρές τότε τεχνολογικές εταιρείες όπως η Hewlett-Packard και η Fairchild Semiconductor να χρεώσουν στο υπουργείο Άμυνας το κόστος της έρευνας και ανάπτυξης που κανένας δεν θα μπορούσε να πληρώσει από μόνος του. Αυτό έδωσε τη δυνατότητα στις εταιρείες να δημιουργήσουν τεχνολογικά προϊόντα που σταδιακά «έχτισαν» νέες αγορές και οικονομικούς τομείς.

Η αμερικανική κυβέρνηση παραμένει κρίσιμης σημασίας υποστηρικτής της επιστημονικής και μηχανολογικής έρευνας μέχρι και σήμερα. Το 2012, το υπουργείο Άμυνας επένδυσε 1,3 δισ. δολάρια στους τομείς της ηλεκτρολογίας και της πληροφορικής, ενώ το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών επένδυσε άλλα 900 εκατ. δολάρια. Ο αμερικανικός στρατός έχει επίσης χρηματοδοτήσει με ιδιαίτερα μεγάλα ποσά πανεπιστημιακούς ερευνητές στους τομείς της ασφάλειας των υπολογιστών και της κρυπτογράφησης.

Καθώς τόσο πολλοί κορυφαίοι επιχειρηματίες, στελέχη και ερευνητές στις ΗΠΑ έχουν λάβει στήριξη από το υπουργείο Άμυνας, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ιδρυτές και τα στελέχη της Google, για παράδειγμα, έχουν ανταλλάξει φιλικά μηνύματα με τους αξιωματούχους της NSA, σημειώνει ο Kenney. Οι επαγγελματικές και οι προσωπικές σχέσεις έκαναν σχετικά εύκολη τη στρατολόγηση επιχειρηματικών ηγετών στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Και φαίνεται πως ελάχιστοι από αυτούς σκέφτηκαν τις πιθανές συνέπειες της συμμετοχής τους.

Η σχέση που προέκυψε μεταξύ της Silicon Valley και της Ουάσιγκτον είναι αξιοπρόσεκτη λόγω της διάρκειας και του βάθους της. Για παράδειγμα, η Oracle φημολογείται ότι διατηρεί στενούς δεσμούς με τη CIA. Ομοίως, η μερικώς χρηματοδοτούμενη από τη CIA, Keyhole Inc., ήταν μεταξύ των αποκτημάτων που παρήγαγαν τα Google Maps. Το venture capital της CIA στη Silicon Valley, η In-Q-Tel, δημιουργήθηκε προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα συμφέροντα του αμερικανικού μηχανισμού εθνικής ασφάλειας θα «εμφυτευθούν» στις τεχνολογικές start-ups.

Σύμφωνα με τον Martin Kenney, η συνέπεια αυτών των σχέσεων είναι ότι η αμερικανική βιομηχανία ΙΤ έχει μετατραπεί σε πράκτορα του κράτους εθνικής ασφάλειας. Αυτό υπονομεύει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών στην προθυμία των επιχειρήσεων ή στην ικανότητά τους να διασφαλίσουν τα προσωπικά τους δεδομένα, ενώ παράλληλα καθιστά δύσκολο για τις εταιρείες αυτές να θέσουν ζήτημα περί ηθικής όταν για παράδειγμα η Κίνα βάζει φραγμούς στη δραστηριότητα των αμερικανικών επιχειρήσεων.

Δεδομένου ότι ο αμερικανικός τομέας του ΙΤ βρίσκεται τόσο μπροστά παγκοσμίως, η επίπτωση των αντιλήψεων αυτών θα παραμείνει σχετικά σε τοπικό επίπεδο, βραχυπρόθεσμα. Όμως, καθώς θα κερδίζουν έδαφος οι ευρωπαϊκές και οι ασιατικές εταιρείες ΙΤ, το πλεονέκτημα των ΗΠΑ σταδιακά θα υποβαθμιστεί.

Ήδη ξένοι πελάτες ψάχνουν για εναλλακτικές τόσο στις υπάρχουσες όσο και στις αναδυόμενες αγορές. Η αποτροπή αυτής της απειλής που επέφεραν οι ίδιες οι ΗΠΑ στην κυριαρχία τους στον τομέα του ΙΤ θα χρειαστεί τη λήψη δραστικών μέτρων από τους Αμερικανούς πολιτικούς ηγέτες, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για αυτήν την επικίνδυνη τάση. Πρώτο και κυριότερο, ο Μπαράκ Ομπάμα, με τη στήριξη του Κογκρέσου, θα πρέπει να απαιτήσει τη δημοσιοποίηση όλων των πληροφοριών που αφορούν την αλληλεπίδραση μεταξύ των υπηρεσιών εθνικής ασφάλειας και των αμερικανικών εταιρειών ΙΤ.

Επιπλέον, επιχειρήσεις και υπέρμαχοι της ιδιωτικότητας θα πρέπει να ενθαρρύνουν την αξιοποίηση του δικαστικού συστήματος για να μπορούν να αρνηθούν τα αιτήματα της κυβέρνησης για εγκατάσταση «κατασκοπευτικού» λογισμικού σε εμπορικά προϊόντα. Εάν οι πράκτορες της κυβέρνησης παραβιάζουν τους νόμους περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής, είτε στις ΗΠΑ είτε στο εξωτερικό, το υπουργείο Δικαιοσύνης θα πρέπει να τους διώκει δικαστικά εφαρμόζοντας πλήρως τη νομοθεσία.

Δεδομένης της έκτασης με την οποία οι δραστηριότητες της NSA έχουν υποβαθμίσει τη διεθνή εμπιστοσύνη στην αμερικανική κυβέρνηση και τον κλάδο ΙΤ, δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα λιγότερο από απόλυτη διαφάνεια. Όπως τονίζει ο Kenney, είναι καιρός οι Αμερικανοί ηγέτες σταματήσουν να θεωρούν πως ο μόνος δρόμος για την ασφάλεια είναι η ανεξέλεγκτη πρόσβαση στην παγκόσμια ψηφιακή κίνηση.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v