Ευ. Λεκατσάς: «Ο ΔΕΣΜΗΕ είναι ανεξάρτητος»

Για τις αγκυλώσεις της αγοράς ενέργειας, το χαρακτήρα του ΔΕΣΜΗΕ αλλά και την πορεία της απελευθέρωσης της αγοράς μιλά ο κ. Ευάγγελος Λεκατσάς, Πρόεδρος του συστήματος διαχειρισης. 

  • Συνέντευξη στον Δημήτρη Γλύστρα
Ευ. Λεκατσάς: «Ο ΔΕΣΜΗΕ είναι ανεξάρτητος»
Ο Πρόεδρος του Διαχειριστή Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας εξηγεί το ρόλο και την αποστολή του της κρατικής οντότητας, παίρνοντας αποστάσεις από τη ΔΕΗ και υπερασπιζόμενος την ανεξάρτητη λειτουργία του. Καταδεικνύει τις δυσκολίες της απελευθέρωσης και επιχειρεί προβλέψεις σε σχέση με την θερινή επάρκεια του δικτύου (*).     

κ. Λεκατσά, ποιες ακριβώς είναι οι αρμοδιότητες του ΔΕΣΜΗΕ μετά και την εκ νέου ανάμιξη των ευρωπαϊκών οργάνων;

Ο Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε. ιδρύθηκε με το Προεδρικό Διάταγμα 328/12-12-2000.

Στόχοι της εταιρείας είναι η λειτουργία, η εκμετάλλευση και η μέριμνα για τον προγραμματισμό της ανάπτυξης και της συντήρησης του Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας στην ηπειρωτική χώρα και στα διασυνδεδεμένα νησιά (σημειώνεται ότι η εκτέλεση των έργων ανάπτυξης και συντήρησης του Συστήματος Μεταφοράς γίνεται από τις υπηρεσίες της ΔΕΗ, η οποία είναι και ο Κύριος του Συστήματος), καθώς και η διαχείριση των διασυνδέσεων με τα δίκτυα των γειτονικών χωρών, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ο εφοδιασμός της χώρας με ηλεκτρική ενέργεια κατά τρόπο επαρκή, οικονομικά αποδοτικό και αξιόπιστο.

Ο ΔΕΣΜΗΕ δημιουργήθηκε λόγω της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρισμού που αποφασίστηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνεπώς, στις αρμοδιότητές του περιλαμβάνεται, εκτός από τη διαχείριση του Συστήματος Μεταφοράς, και η λειτουργία, ώρα προς ώρα κάθε μέρα, της Χονδρεμπορικής Αγοράς ηλεκτρισμού μεταξύ των Παραγωγών και των Προμηθευτών Ηλεκτρικής Ενέργειας. Ο ΔΕΣΜΗΕ παρέχει πρόσβαση στους χρήστες του Συστήματος και λειτουργεί την αγορά κατά τρόπο αμερόληπτο.

Με βάση τις προσφορές των Παραγωγών και Εισαγωγέων υπολογίζει κάθε ημέρα ποιος, πότε και πόση ηλεκτρική ενέργεια παράγει και μετρά ποιος Προμηθευτής, πότε και πόση ηλεκτρική ενέργεια απορροφά. Με τον τρόπο αυτόν διαμορφώνει, ώρα προς ώρα, την Οριακή Τιμή Συστήματος (ΟΤΣ), δηλαδή την τιμή εκκαθάρισης των αγοραπωλησιών ηλεκτρικής ενέργειας στη Χονδρεμπορική Αγορά.

Τέλος, σημειώνεται ότι ο ΔΕΣΜΗΕ συμμετέχει επίσης στις δραστηριότητες των διεθνών οργανισμών που αφορούν στη Λειτουργία και στην Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας στον ευρωπαϊκό χώρο, όπως:
* 3ETSO (European Transmission System Operators).
* 3UCTE (Union for the Coordination of Transmission of Electricity).
* 3SUDEL, SETSO και Φόρουμ Αθηνών.

Στο πλαίσιο αυτό συμμετέχει επίσης σε ηγετικές θέσεις σε ομάδες εργασίας και σε διεθνή consortia υπό την αιγίδα της UCTE για την Ηλεκτρική Διασύνδεση της Τουρκίας με το Ευρωπαϊκό Σύστημα, την ένταξη της Αλβανίας στη UCTE, για τη βελτίωση της ασφάλειας λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Συστήματος, την ενίσχυση της συνοχής του Ηλεκτρικού Συστήματος των Βαλκανίων και για τον προγραμματισμό της περιφερειακής ανάπτυξης της νοτιοανατολικής περιοχής του Ευρωπαϊκού Συστήματος UCTE καθώς και για τον μηχανισμό διασυνοριακού εμπορίου του ETSO.

Σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο, στην πραγματικότητα πόσο ανεξάρτητα από τα συμφέροντα της ΔΕΗ μπορεί να λειτουργεί ο ΔΕΣΜΗΕ;

Παρά τη φαινομενική εξάρτησή του από τη ΔΕΗ, λόγω της κατά 49% συμμετοχής της στο μετοχικό του κεφάλαιο, ο ΔΕΣΜΗΕ έχει, κατά γενική ομολογία, λειτουργήσει την αγορά επί 7 και πλέον έτη με απόλυτα αμερόληπτο τρόπο. Παρά ταύτα, σε θεσμικό επίπεδο συμμόρφωσης με το κοινοτικό δίκαιο υπάρχουν ζητήματα που αργά ή γρήγορα πρέπει να διευκρινιστούν και να επιλυθούν.

Πράγματι, η Οδηγία 2003/54/ΕΚ, στο άρθρο 8, καθορίζει ότι οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς πρέπει να ενεργούν σύμφωνα με τα άρθρα 9 έως 12.

Ειδικότερα το άρθρο 10 της Οδηγίας αναφέρεται στον διαχωρισμό των διαχειριστών των δικτύων μεταφοράς σε περίπτωση που ένας τέτοιος διαχειριστής αποτελεί μέρος κάθετα ολοκληρωμένης επιχείρησης, ώστε να εξασφαλίζονται η ανεξαρτησία και η αμερόληπτη συμπεριφορά του έναντι όλων των συμμετεχόντων στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Η Οδηγία, στην παράγραφο 2 του άρθρου 10, καθορίζει τα ελάχιστα κριτήρια τα οποία πρέπει να εφαρμόζονται προκειμένου να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία ενός διαχειριστή δικτύου μεταφοράς.

Τέτοια κριτήρια αναφέρονται καταρχήν στα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση του δικτύου μεταφοράς, τα οποία αφενός δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε «διαρθρωτικές δομές της ολοκληρωμένης επιχείρησης (...) για την καθημερινή εκτέλεση των δραστηριοτήτων παραγωγής, διανομής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας» και αφετέρου επιβάλλεται «να διασφαλιστεί πως τα επαγγελματικά τους συμφέροντα λαμβάνονται υπόψη κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται ότι είναι σε θέση να ενεργούν με ανεξαρτησία».

Στην ίδια παράγραφο 2 του άρθρου 10 της Οδηγίας καθορίζεται ότι ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς «διαθέτει αποτελεσματικές εξουσίες λήψης των σχετικών αποφάσεων, ανεξάρτητα από την ολοκληρωμένη επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας, όσον αφορά στους πόρους που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία, τη συντήρηση και την ανάπτυξη του δικτύου. Αυτό δεν πρέπει να αποτρέπει την ύπαρξη κατάλληλων συντονιστικών μηχανισμών που θα εξασφαλίζουν ότι προστατεύονται τα οικονομικά δικαιώματα και τα δικαιώματα εποπτείας της διαχείρισης τα οποία έχει η μητρική εταιρεία όσον αφορά στην απόδοση των πόρων της θυγατρικής της εταιρείας...».

«Ειδικότερα, τούτο επιτρέπει στη μητρική επιχείρηση να εγκρίνει το ετήσιο σχέδιο χρηματοδότησης ή ισοδύναμο μέσο του διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς και να θέτει συνολικά όρια για τα επίπεδα χρέωσης της θυγατρικής της. Δεν επιτρέπει στη μητρική επιχείρηση να δίνει εντολές σχετικά με την καθημερινή λειτουργία ή τις επιμέρους αποφάσεις για την κατασκευή ή την αναβάθμιση των γραμμών μεταφοράς οι οποίες δεν υπερβαίνουν τους όρους του εγκεκριμένου χρηματοδοτικού σχεδίου ή οποιουδήποτε ισοδύναμου μέσου».
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι η Οδηγία 2003/54/ΕΚ, που ισχύει σήμερα, δεν αποκλείει καταρχήν τη λύση με την οποία μία εταιρεία διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς, υπό αυστηρό ρυθμιστικό έλεγχο, θα μπορούσε ενδεχομένως να λειτουργήσει το δίκτυο μεταφοράς χωρίς ταυτόχρονα να το κατέχει ιδιοκτησιακά.

Όμως η ίδια Οδηγία 2003/54/ΕΚ δεν διατυπώνει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα μπορούσε να εξασφαλιστεί η αμερόληπτη συμπεριφορά μιας εταιρείας διαχειριστή δικτύου μεταφοράς που είναι θυγατρική μιας επιχείρησης με αντικείμενο την παραγωγή και την εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία βρίσκεται σε ανταγωνισμό με άλλες εταιρείες που συμμετέχουν στην αγορά.
Η διαπίστωση, ύστερα από τρία και πλέον έτη εφαρμογής της Οδηγίας, ότι η αμεροληψία αυτή δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί (π.χ. πώς μπορεί να υπάρξει αμερόληπτη συμπεριφορά του διαχειριστή αφού η ίδια Οδηγία επιτρέπει στη μητρική επιχείρηση «να εγκρίνει το ετήσιο σχέδιο χρηματοδότησης του διαχειριστή», το οποίο ενδεχομένως θα περιέχει έργα για την εξυπηρέτηση ανταγωνιστών της μητρικής εταιρείας;) φαίνεται ότι ώθησε την Επιτροπή στην απόφαση να προτείνει, στο 3ο πακέτο για την απελευθέρωση των αγορών ενέργειας, τον πλήρη, άρα και ιδιοκτησιακό, διαχωρισμό (ownership unbundling) του διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς από τη μητρική ολοκληρωμένη επιχείρηση.

Εν τούτοις, η πρόταση της Επιτροπής παρουσιάζει σοβαρές δυσκολίες εφαρμογής της, δεδομένων των αντιδράσεων από τις μονοπωλιακές εταιρείες ηλεκτρισμού όπως η EDF, η ΔΕΗ κ.λπ. και της ισχυρής παρουσίας αυτών στις αντίστοιχες κοινωνίες.

Μία ενδιάμεση πρόταση θα ήταν ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς να είναι πλήρως ανεξάρτητος (όχι θυγατρική) από την ολοκληρωμένη επιχείρηση ηλεκτρισμού, να ανήκει στο ουδέτερο και αμερόληπτο κράτος δικαίου κατά 100%, αλλά να μην κατέχει ιδιοκτησιακά το προϋπάρχον δίκτυο μεταφοράς (το οποίο θα συνεχίσει να ανήκει ιδιοκτησιακά και μόνο στην ολοκληρωμένη επιχείρηση ηλεκτρισμού).

Στην περίπτωση αυτή ο διαχειριστής θα καταβάλλει στην ολοκληρωμένη επιχείρηση ηλεκτρισμού ετησίως κάποιο ποσό ως αντάλλαγμα (ενοίκιο) για τη χρήση του δικτύου μεταφοράς. Το ποσό αυτό θα είναι αυστηρά ρυθμιζόμενο.

Η λύση αυτή, που ταιριάζει σε σημαντικό βαθμό με εκείνη την οποία έχουμε ήδη υιοθετήσει στην Ελλάδα, όπου ο ΔΕΣΜΗΕ δεν είναι θυγατρική της ΔΕΗ αλλά η ΔΕΗ συμμετέχει στη μετοχική του σύνθεση, διατηρεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς του δικτύου μεταφοράς στην ολοκληρωμένη επιχείρηση ηλεκτρισμού, άρα δεν δημιουργεί τριβές γύρω από το ιδιοκτησιακό καθεστώς του δικτύου και ταυτόχρονα, εάν μεταφερθούν όλες οι δραστηριότητες της μεταφοράς στον διαχειριστή (δηλαδή και η συντήρηση και η ανάπτυξη του δικτύου μεταφοράς), εξασφαλίζει την πλήρη ανεξαρτησία των ενεργειών αυτού σε καθημερινή αλλά και σε μακροχρόνια βάση.

Η ενδιάμεση αυτή λύση χρειάζεται βεβαίως περαιτέρω επεξεργασία ως προς την πορεία του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των νέων παγίων στοιχείων, τα οποία θα αποφασιστούν και θα κατασκευαστούν από τον ουδέτερο και ανεξάρτητο διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς μελλοντικώς. 

Θεωρείτε το υπάρχον δίκτυο επαρκές για να εξυπηρετήσει «νέες» πηγές ενέργειας, όπως οι ΑΠΕ ή η παραγωγή των εναλλακτικών παρόχων;

Το υφιστάμενο σήμερα δίκτυο μεταφοράς, όπως ενισχύθηκε τα τελευταία χρόνια, κρίνεται ότι είναι, εν γένει, επαρκές για τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας από μεγάλες συμβατικές μονάδες παραγωγής. Εν τούτοις η εισαγωγή πολλών μικρών διεσπαρμένων γεννητριών (π.χ. αιολικά ή φωτοβολταϊκά πάρκα) θα απαιτήσει την ενίσχυση του δικτύου μεταφοράς 150 kV σε τοπικό επίπεδο, όπως ήδη έγινε στη νοτιοανατολική Πελοπόννησο.
Ο ΔΕΣΜΗΕ έχει εγκαίρως προβλέψει τέτοιες ενισχύσεις του δικτύου μεταφοράς. Θεωρώ, όμως, ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται στο επίπεδο σχεδιασμού των αναγκαίων επεκτάσεων και ενισχύσεων του δικτύου, αλλά στις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών για λόγους που συνήθως εμφανίζονται ως περιβαλλοντικοί - χωροταξικοί.

Πέρυσι οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας κατά τους θερινούς μήνες έφεραν σε δύσκολη θέση το Σύστημα Παραγωγής, Μεταφοράς και Διανομής. Για φέτος τι εκτιμάτε; Θα ανταποκριθούν τα δίκτυα; Έχουν γίνει οι απαραίτητες κινήσεις;

Βρισκόμαστε ήδη στο μέσο της φετινής καλοκαιρινής περιόδου και, χωρίς να θέλω να προδικάσω τι θα γίνει το υπόλοιπο θερινό διάστημα, νομίζω ότι τώρα είναι φανερό πως το καλοκαίρι του 2007 ήταν εξαιρετικά ακραίο και σε συνδυασμό με τις πάρα πολλές πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν δημιούργησε πολλές δυσκολίες στο Σύστημα Παραγωγής, Μεταφοράς αλλά και Διανομής.

Σε επίπεδο Μεταφοράς οι ενισχύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια δημιουργούν την αισιοδοξία ότι, εκτός απροόπτου, δεν θα υπάρξει κάποιο πρόβλημα.
Σε επίπεδο Δικτύων Διανομής η ΔΕΗ ενισχύει χρόνο με τον χρόνο τα δίκτυά της ώστε να μη δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα. Αντίθετα, το ζήτημα της αντιμετώπισης του υψηλού αιχμιακού φορτίου λόγω της αδιάλειπτης λειτουργίας των κλιματιστικών συσκευών, φαινόμενο που παρατηρείται μόνο για 100 ώρες τον χρόνο, παραμένει.

Βεβαίως έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες διαδικασίες για την εξασφάλιση ενέργειας από τις διασυνδέσεις μας με τις γειτονικές χώρες (Ιταλία, Αλβανία, πΓΔΜ, Βουλγαρία και Τουρκία), αλλά η αντιμετώπιση ενός ακραίου καύσωνα όπως ο περυσινός θα είναι δύσκολη, παρά την πρόσφατη ένταξη μίας ακόμη ιδιωτικής μονάδας στο Σύστημα.

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω ότι το πρόβλημα της θερινής αιχμής, η οποία έχει μικρή διάρκεια, δεν αντιμετωπίζεται μόνο με την εγκατάσταση νέων μονάδων παραγωγής (που θα λειτουργούν μόνο 100 έως 200 ώρες τον χρόνο). Θα χρειαστεί ενημέρωση και εκπαίδευση των καταναλωτών ώστε να αντιληφθούν ότι η ρύθμιση των κλιματιστικών συσκευών πρέπει να γίνεται σε θερμοκρασία εσωτερικού χώρου 25ο C ή 26ο C (αντί 20ο C), που θα επιφέρει τεράστια εξοικονόμηση ενέργειας αλλά και επενδύσεων σε ισχύ, χωρίς ουσιαστική υποβάθμιση της ποιότητας διαβίωσής μας.

Θα χρειαστεί επίσης η υιοθέτηση οικονομικών κινήτρων ούτως ώστε οι καταναλωτές να λαμβάνουν οικειοθελώς μέτρα λελογισμένου περιορισμού της κατανάλωσής τους κατά τις δύσκολες 100 - 200 ώρες της θερινής αιχμής. 1 

Πώς βλέπετε την πορεία της απελευθέρωσης αγοράς ενέργειας στην Ελλάδα;

Έντεκα έτη μετά τη θέση σε ισχύ της Οδηγίας 96/92/ΕΚ και επτά και πλέον χρόνια μετά τη θεωρητική απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας (19/2/2001), είναι φανερό σήμερα ότι δεν υπήρξε, μέχρι τώρα, πραγματικός ανταγωνισμός στην παραγωγή και στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας προς Επιλέγοντες Καταναλωτές. Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) κατέθεσε, στο τέλος του 2002, μία πρότασή της για τη μεταβολή του Νόμου 2773/99 με στόχο την αντιμετώπιση των αδυναμιών και των ελλείψεων που παρατηρήθηκαν στα έτη που πέρασαν από το τυπικό άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ελλάδα.

Η Πολιτεία ψήφισε τον Νόμο 3175/2003 ο οποίος ελάχιστα τροποποίησε τον Νόμο 2773/99, δεν θεράπευσε τις αδυναμίες που επισημάνθηκαν από τη ΡΑΕ και είχε ως στόχο τον συμβιβασμό με τα ποικίλα αντιτιθέμενα κατασκευαστικά και συνδικαλιστικά συμφέροντα τα οποία είναι συνδεδεμένα με τη μονοπωλιακή δομή του τομέα ηλεκτρισμού στην Ελλάδα.
Το καλοκαίρι του 2003 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε τη νέα Οδηγία 2003/54/ΕΚ, η οποία αφενός κατάργησε την Οδηγία 96/92/ΕΚ και αφετέρου δημιούργησε τις προϋποθέσεις επιτάχυνσης των διαδικασιών για την απελευθέρωση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στην Ελλάδα η μεν Χονδρεμπορική Αγορά είναι υποτυπώδης, με κυρίαρχη την παρουσία της (καλύπτουσας πάνω από το 90% της αγοράς) καθετοποιημένης, πρώην μονοπωλιακής εταιρείας, η δε Λιανεμπορική Αγορά παραμένει κατά 100% μονοπωλιακή με τιμολόγια τα οποία, για τον λόγο αυτόν, μελετώνται και προτείνονται από τη Ρυθμιστική Αρχή και εγκρίνονται από τον αρμόδιο υπουργό Ανάπτυξης χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι διακυμάνσεις της ΟΤΣ στη Χονδρεμπορική Αγορά.

Ο αρχικός σχεδιασμός της Χονδρεμπορικής Αγοράς στην Ελλάδα δεν προέβλεπε κάποια αμοιβή των Παραγωγών πέραν της αμοιβής της εγχεόμενης ενέργειας με την ΟΤΣ. Είναι γνωστό όμως ότι ο ηλεκτρισμός είναι προϊόν το οποίο καταναλώνεται την ίδια ώρα που παράγεται. Η στιγμιαία κατανάλωση του προϊόντος αυτού είναι που δίνει ιδιαίτερη (στιγμιαία) αξία όχι μόνο σε αυτή καθεαυτήν την ενέργεια (σε MWh) αλλά και στην ισχύ (σε MW) η οποία είναι διαθέσιμη προκειμένου να εξασφαλίζονται οι απαραίτητες εφεδρείες ισχύος, ώστε να υπάρχει συνεχώς ασφαλής τροφοδότηση της κατανάλωσης.

Η έλλειψη ιδιαίτερης πρόβλεψης για αμοιβή της διαθέσιμης ισχύος τόσο στον αρχικό Νόμο 2773/99 όσο και στους Αρχικούς Κώδικες Διαχείρισης και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας οδήγησε σε μακρόχρονη επενδυτική απραξία, παρά την πληθώρα αιτήσεων και χορηγήσεων αδειών παραγωγής για την κατασκευή νέων μονάδων. Με τον Νόμο 3175/2003 έγινε μια πρώτη απόπειρα αντιμετώπισης του προβλήματος αυτού. Παρά ταύτα, οι αλλαγές του Νόμου 3175/2003 δεν έφεραν αποτέλεσμα. Κατόπιν αυτού η ΡΑΕ πρότεινε την καθιέρωση ενός προσωρινού μηχανισμού για την ανάκτηση της αξίας της διαθέσιμης ισχύος με την καθιέρωση των Αποδεικτικών Διαθέσιμης Ισχύος (ΑΔΙ). Σε κάθε ΑΔΙ, με Υπουργική Απόφαση, δόθηκε αρχικά η αξία των 35.000 /MW ανά έτος.

Κάθε Προμηθευτής είναι υποχρεωμένος να έχει επαρκή ΑΔΙ ώστε να καλύπτει τις ανάγκες των Πελατών του. Τα ΑΔΙ θα τα προμηθεύεται από τους Παραγωγούς, οι οποίοι με τον τρόπο αυτόν θα εισπράττουν την αξία τους. Η καθιέρωση των ΑΔΙ με την αρχική τιμή των 35.000 _/MW ανά έτος προσέλκυσε, από το 2006 και μετά, σε κάποιον βαθμό το ενδιαφέρον των επενδυτών. Παράλληλα, προκηρύχτηκε ο Διαγωνισμός του ΔΕΣΜΗΕ για την κατασκευή της πρώτης εκ των μονάδων Συνδυασμένου Κύκλου με Φ.Α. όπως προβλεπόταν από τον Νόμο 3175/2003. Έτσι σήμερα αναμένουμε την κατασκευή τουλάχιστον τριών νέων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που θα ενταχθούν στην περίοδο 2009 - 2011.

Μετά τις εξελίξεις αυτές, οι οποίες δείχνουν ότι έχει πλέον δρομολογηθεί το άνοιγμα της αγοράς στο επίπεδο της Παραγωγής, είναι φανερό ότι το ενδιαφέρον θα πρέπει να εστιαστεί στην οργάνωση της Λιανεμπορικής Αγοράς (retail market) όπου, παρά το γεγονός ότι το 100% των καταναλωτών από την 1η/7/2007 είναι Επιλέγοντες Καταναλωτές, η ΔΕΗ εξακολουθεί να κατέχει το 99,9% της αγοράς.

Συμπερασματικά, παρά τις αναμενόμενες αντιδράσεις, η αγορά απελευθερώνεται με αργές μεν διαδικασίες, αλλά με σταθερά και προσεκτικά βήματα. 


(*) Η συνέντευξη αποτελεί αναδημοσίευση από το τεύχος 541 της εφημερίδας ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v