Βελτίωση της καθημερινότητας των δημοτών της Αθήνας, με προτεραιότητα στην καθαριότητα, στον φωτισμό, στο πράσινο και στην ασφάλεια, θέτει ως στόχο ο υποψήφιος δήμαρχος Αθήνας Κώστας Μπακογιάννης. «Η Αθήνα δεν πρέπει να μεγαλοπιάνεται», δηλώνει χαρακτηριστικά, αναφέροντας πως μεγαλεπήβολα σχέδια μεταμόρφωσης της Αθήνας έχουν οδηγήσει τελικώς σε στασιμότητα τον πρώτο δήμο της χώρας. «Από “νέο Βερολίνο” καταφέραμε να κάνουμε την Αθήνα “νέο Κάιρο”» σχολιάζει.
Στο πνεύμα αυτό, ο κ. Μπακογιάννης υπογραμμίζει πως η δημοτική αρχή οφείλει να λάβει υπόψη τα οικονομικά δεδομένα της χώρας και άρα των δυνατοτήτων της, αλλά και να εξασφαλίσει ότι κάθε διαθέσιμος πόρος θα αξιοποιηθεί. Υπενθυμίζει ότι ως περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας έχει καταφέρει την υψηλότερη απορροφητικότητα πόρων από το ΕΣΠΑ.
Τονίζει ότι ήδη έχει διερευνήσει τη δυνατότητα νέων δανειακών πόρων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα θα κατευθυνθεί σε αναβάθμιση προσόψεων, δημιουργία «πράσινων» στεγών αλλά και για τη συντήρηση εγκαταλειμμένων κτιρίων. «Πρόκειται για δάνειο προς τον δήμο, ο οποίος με τη σειρά του θα δανείσει σχεδόν άτοκα ενδιαφερόμενους δημότες με ορίζοντα αποπληρωμής στην 20ετία», εξηγεί.
O κ. Μπακογιάννης αναφέρει πως η ανάπλαση περιοχών της Αθήνας ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση που, ωστόσο, δεν έχει πρακτικά προχωρήσει. Η πρόταση του συνδυασμού που ηγείται προτείνει τον «Μεγάλο Περίπατο», εν πολλοίς τη συνέχεια του έργου ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων. «Ακούγεται φαραωνικό», ωστόσο εξηγεί ότι το 70% του συνολικού έργου είναι μελετημένο, ενώ το συνολικό του κόστος (54,5 εκατ. ευρώ που εκτιμά ότι μπορεί να λάβει γενναία έκπτωση) «δεν είναι πολύ για την Αθήνα».
Όσον αφορά την έξαρση της βραχυχρόνιας μίσθωσης κατοικιών και τις επιπτώσεις του φαινομένου, υπογραμμίζει πως το ζήτημα απασχολεί όλες τις μεγάλες πόλεις και θεωρεί ότι η διαχείρισή του από τον δήμο είναι απαραίτητη, καθώς ως Αρχή γνωρίζει καλύτερα τα δεδομένα. Αντλώντας από παραδείγματα άλλων πόλεων, θεωρεί ότι θα πρέπει να υπάρξει ρυθμιστικό πλαίσιο. «Η εποχή του "ό,τι να ’ναι" έχει τελειώσει», ξεκαθαρίζει ενώ θεωρεί πως πρακτικά θα μπορούσε να υπάρξουν περιορισμοί ως προς τον επιτρεπόμενο χρόνο μίσθωσης, αλλά και ειδική μέριμνα ανά περιοχή, αναλόγως του κορεσμού που εμφανίζουν.
Πέραν ωστόσο του συγκεκριμένου θέματος, ο κ. Μπακογιάννης εκτιμά ότι θα πρέπει να υπάρξει σχέδιο για την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος της Αθήνας, αντί να στηριζόμαστε στη ροή επισκεπτών ανάλογα με την κίνηση σε ανταγωνιστικούς προορισμούς.
Ερωτηθείς εάν μπορεί η Αθήνα να γίνει ένας πόλος προσέλκυσης επιχειρήσεων -νεοφυών και μη- δηλώνει πως δεν μπορεί ο δήμος να ασχολείται για λόγους επικοινωνίας με τέτοια σχέδια, όταν εκκρεμούν βασικά προβλήματα. «Χρειάζεται να αναβαθμιστούν οι βασικές υπηρεσίες προς τον δημότη, την επιχείρηση και τον τουρίστα» συμπληρώνει, αναφέροντας την καθαριότητα, τον φωτισμό, τους ελεύθερους χώρους και την ασφάλεια.
Κατά τον κ. Μπακογιάννη, οι δημότες της Αθήνας «χρυσοπληρώνουν» για υπηρεσίες που δεν λαμβάνουν. Τα ανταποδοτικά τέλη, αναφέρει, ανέρχονται σε 120 εκατ. ευρώ, και συμπληρώνει πως αν κάποιος άλλος Ευρωπαίος δήμαρχος διέθετε τέτοιου ύψους πόρους πέρα από τις βασικές υπηρεσίες, «θα κέρναγε έναν καφέ κι ένα κρουασάν κάθε πρωί τους δημότες». Σε ό,τι αφορά την επιχειρηματικότητα της πόλης, αναφέρεται στα Ανοικτά Κέντρα Εμπορίου, στην αξιοποίηση πόρων του ΕΣΠΑ, δίνοντας κίνητρα κυρίως σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Θεωρεί επιτεύξιμη την αναβάθμιση των υπηρεσιών επικοινωνίας του δήμου με τους πολίτες, με την εφαρμογή της Κάρτας του Δημότη. Τονίζει, ωστόσο, ότι είναι απαραίτητη η εσωτερική αναμόρφωση των υπηρεσιών, με την εφαρμογή νέων τεχνολογιών (ηλεκτρονική υπογραφή, ηλεκτρονική διακίνηση εγγράφων, ψηφιακός προϋπολογισμός κ.ά.) «Πρέπει να αλλάξει εσωτερικά ο δήμος, ώστε να αλλάξει η σχέση του με τον δημότη».
Καταλήγει πως ο δήμος πρέπει να αλλάξει την εικόνα της πόλης, δίνοντας έμφαση στη βελτίωση της καθημερινότητας, έστω και με μικρής κλίμακας παρεμβάσεις. «Είναι τα πολλά μικρά που κάνουν τα μεγάλα», αναφέρει χαρακτηριστικά.