Δύο «καυτά» σενάρια για τις αγορές

Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται λέει ο λαός και έχει δίκιο. Όμως, το να διαλέξει κάποιος ανάμεσα σε δυο αντίθετα σενάρια για τη φύση της κρίσης και την επόμενη μέρα των αγορών αποδεικνύεται πιο δύσκολο κι από φουρτούνα.

Δύο «καυτά» σενάρια για τις αγορές
Σε κάποιο σημείο μέσα στο 2007, ένας από τους διοικητές της Fed, ο κ. Kevin Warsh, ξεστόμισε μια φράση που έγινε από μερικούς κλισέ: «Η ρευστότητα είναι εμπιστοσύνη».

Με την εμπιστοσύνη στις αγορές να αποτελεί είδος εν ανεπαρκεία, είναι επόμενο όσοι ασπάζονται αυτήν την άποψη να θεωρούν ότι η ρίψη δισεκατομμυρίων δολαρίων ή ευρώ στην αγορά θα λύσει το πρόβλημα.

Οι συνάδελφοι του κ.Warsh στη Fed με προεξάρχοντα τον πρόεδρό της κ. Μπεν Μπερνάνκε έχουν, έστω και με κάποιους δισταγμούς, προσχωρήσει σ’ αυτήν την άποψη μειώνοντας τον στόχο για το βασικό επιτόκιο της Fed κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε 6 μήνες.

Αυτό έχει οδηγήσει το βασικό επιτόκιο με το οποίο δανείζει η μία αμερικανική τράπεζα την άλλη στο 2,25%, που είναι αρκετά χαμηλότερο από το ex post επίπεδο του ετήσιου πληθωρισμού στις ΗΠΑ που ξεπερνά το 3%.

Με άλλα λόγια, το πραγματικό επιτόκιο, δηλαδή ονομαστικό επιτόκιο μείον πληθωρισμός, είναι αρνητικό κι αυτό ως γνωστόν συμφέρει τους δανειολήπτες.

Με δεδομένο ότι χρειάζονται 8 με 12 μήνες για να επιδράσουν οι μειώσεις επιτοκίων στην πραγματική οικονομία, το στοίχημα της Fed κι όλων όσοι υποστηρίζουν αυτήν την πολιτική είναι ότι οι μεγάλες ενέσεις ρευστότητας θα βοηθήσουν την αμερικανική οικονομία να ανακάμψει και θα τονώσουν την εμπιστοσύνη όσων συμμετέχουν σε συναλλαγές στις αγορές και μη.

Αν έχουν δίκιο, κι αυτό είναι το πρώτο και βασικό σενάριο, οι ευρωπαϊκές χρηματιστηριακές αγορές είτε έχουν πιάσει πάτο είτε θέλουν άλλη μια πτώση της τάξης του 10% κατά μέσο όρο για να τον πιάσουν, σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα των τελευταίων 40 χρόνων.

Η διαφορά έγκειται στον συνυπολογισμό των δύο μεγάλων πτώσεων των ευρωπαϊκών μετοχών το 1973 και το 2000 που ανεβάζουν τον μέσο όρο στο 35%.

Μέχρι πρόσφατα, η Citi υπολόγιζε την πτώση από την κορυφή στα μέσα Ιουλίου του 2007 μέχρι σήμερα σε 25%.

Συμπέρασμα; Όποιος πιστεύει στο πρώτο σενάριο θα πρέπει σιγά-σιγά να παίρνει θέση σε ευρωπαϊκές μετοχές.

Δεν συμβαίνει το ίδιο με το δεύτερο και πιο απαισιόδοξο σενάριο. Σύμφωνα μ’ αυτό, η άποψη ότι ρευστότητα ίσον εμπιστοσύνη είναι λανθασμένη.

Το πρόβλημα είναι η υπερβολική μόχλευση των τραπεζών, των επιχειρήσεων και γενικότερα όλου του συστήματος.

Αν το παγκόσμιο ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) είναι 50.000 δισ. δολάρια, η αξία των κάθε είδους κινητών αξιών (securities) εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 130.000 δισ. δολάρια.

Η τελευταία ήταν ακόμη μεγαλύτερη πριν από την καταπόντιση των αξιών αφού έφτανε και ξεπερνούσε τα 160.000 δισ. δολάρια παγκοσμίως.

Επομένως, με την τόνωση της ρευστότητας που επιχειρούν η Fed κι άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες είναι σαν να ρίχνουν λάδι στη φωτιά της κρίσης εμπιστοσύνης που υπάρχει.

Σύμφωνα μ’ αυτήν την άποψη μόνο η μείωση της μόχλευσης θα επαναφέρει το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα σε μια κατάσταση σχετικά σταθερής ισορροπίας.

Αν η δεύτερη άποψη, η οποία δεν είναι η κυρίαρχη, αποδειχτεί σωστή, ο πάτος των αγορών απέχει ακόμη πολύ και επομένως δεν αξίζει κανείς να αρχίσει να τοποθετείται σε μετοχές.

Δεν είναι σίγουρο ποιο από τα δύο σενάρια είναι σωστό.

Το σίγουρο είναι ότι το ένα στα δύο σενάρια κερδίζει. Αν και οι περισσότεροι θα ήταν έτοιμοι να ποντάρουν στο πρώτο σενάριο, τα λεγόμενα των Γκρίνσπαν και Σόρος λειτουργούν μάλλον αποτρεπτικά σ’ αυτήν τη φάση.

Dr. Money

[email protected]


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v