Είναι αλήθεια ότι οι τράπεζες δεν είναι δημοφιλείς σε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού για πραγματικούς και μη λόγους. Ως εκ τούτου προσφέρονται για πολιτικός σάκος του μποξ χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι ίδιες είναι αθώες περιστερές.
Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για πολιτικούς διαξιφισμούς και αποκόμιση πολιτικών κερδών επειδή η μεγάλη μάζα του κόσμου δεν έχει συνειδητοποιήσει τι ακριβώς συμβαίνει.
Κατ’ αρχάς οι ελληνικές τράπεζες έχουν ορισμένες ιδιαιτερότητες σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές. Αυτές καθιστούν μέτρα όπως η έκτακτη έξτρα φορολόγηση των κερδών που επιβάλλουν άλλες χώρες για να αυξήσουν τα έσοδά τους προβληματικά.
Ως γνωστόν, επί πολλά έτη, τα εγχώρια τραπεζικά ιδρύματα κατέγραφαν ζημιές. Tαυτόχρονα διογκώνονταν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια τους λόγω της παρατεταμένης, βαθιάς ύφεσης και δευτερευόντως της κουλτούρας πληρωμών της χώρας.
Για να σταθούν στα πόδια τους και να μην καταρρεύσουν, συμπαρασύροντάς την εθνική οικονομία και «κουρεύοντας» τους εγχώριους καταθέτες, οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν άμεσα και έμμεσα. Άμεσα από τα ευρωπαϊκά δάνεια διάσωσης που καλούνται να εξυπηρετήσουν οι Έλληνες φορολογούμενοι και ιδιωτικά κεφάλαια.
Ο έμμεσος τρόπος ανακεφαλαιοποίησής τους ήταν η αναβαλλόμενη φορολογία (deferred tax credits). Δηλαδή τους δόθηκε η δυνατότητα συμψηφισμού ζημιών με τον φόρο από μελλοντικά κέρδη για 30 χρόνια. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Το ελληνικό Δημόσιο τους οφείλει λεφτά και μπορεί να τα αποπληρώσει σε 30 χρόνια. Πώς; Κάθε χρόνο που οι τράπεζες βγάζουν κέρδη, ο φόρος εισοδήματος μειώνει την οφειλή του Δημοσίου. Με άλλα λόγια, τα λεφτά δεν αλλάζουν χέρια.
Όταν λοιπόν ο ΥΠΕΘΟ κ. Χατζηδάκης λέει στη Βουλή, απευθυνόμενος στο ΠΑΣΟΚ, ότι οι τράπεζες φορολογούνται βαρύτερα με συντελεστή 29% έναντι 22% των υπολοίπων τραπεζών λέει την αλήθεια. Όμως, ο υψηλότερος συντελεστής εξυπηρετεί τις τράπεζες γιατί μειώνουν (συμψηφίζουν) ταχύτερα τον αναβαλλόμενο φόρο και επομένως έχουν μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών σε μερίσματα, μπόνους κ.τλ.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κ. Ανδρουλάκης θέλει να επιβληθεί επιπλέον φόρος 5% στα κέρδη των τραπεζών, δηλ. να πάει ο συντελεστής στο 34%. Το αποτέλεσμα; Θα μειωθεί μεν ταχύτερα ο αναβαλλόμενος φόρος αλλά θα χαλάσει το κλίμα για τοποθετήσεις σε ελληνικά περιουσιακά στοιχεία καθώς οι αγορές θέλουν σταθερούς κανόνες και αντιπαθούν τους αιφνιδιασμούς.
Θα πρέπει λοιπόν να βαφτίσει το έξτρα 5% κάτι άλλο και όχι φόρο για να εισπράξει κάποια έσοδα το κράτος, π.χ. 150 εκ. ευρώ αν τα συνολικά κέρδη των τραπεζών είναι 3 δισ. ευρώ φέτος. Το όποιο ποσό θα κατευθυνθεί στη μείωση του δημοσίου χρέους με βάση τους νέους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες. Κι αυτό γιατί δεν αποτελεί μόνιμο έσοδο και επιπλέον ενώ η Ελλάδα θα έχει εξαντλήσει πιθανότατα την επιτρεπόμενη ετήσια αύξηση των καθαρών, πρωτογενών δαπανών.
Θεωρούμε ότι από τα ανωτέρω προκύπτει το συμπέρασμα ότι η συζήτηση για την επιβολή έκτακτου φόρου στα τραπεζικά κέρδη γίνεται περισσότερο για τις πολιτικές εντυπώσεις και πολύ λιγότερο για την ουσία. Κοινώς, δεν έχει νόημα για όσους κατανοούν το θέμα και δεν το βλέπουν πολιτικά.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.