Δεν είναι εύκολο να βρεις χώρες στην ευρωζώνη σήμερα που έχουν έναν από τους χαμηλότερους πληθωρισμούς, έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, τα δημοσιονομικά τους υπό έλεγχο και εσχάτως την επενδυτική βαθμίδα.
Η Ελλάδα είναι μια από αυτές. Παρ’ όλα αυτά, οι αποδόσεις των ομολόγων της συνεχίζουν να ανεβαίνουν όπως κι η διαφορά απόδοσης του 10ετούς ομολόγου αναφοράς σε σύγκριση με το γερμανικό.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε χθες το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2024, επαναφέροντας τον φετινό στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,1% του ΑΕΠ, δηλ. τον ίδιο με το πρόγραμμα σταθερότητας, παρά τις έξτρα δαπάνες για τις φυσικές καταστροφές. Και επειδή το οικονομικό επιτελείο επιθυμεί να εκπλήσσει θετικά, δεν αποκλείεται το τελικό νούμερο του πλεονάσματος να είναι πιο κοντά στο 1,5% του ΑΕΠ για το 2023. Οι συμμετέχοντες στις αγορές το υποψιάζονται.
Παρ’ όλα αυτά, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου ανέβηκε, πλησιάζοντας πιο κοντά στο 4,4%, αν και το χάσμα με τη Γερμανία έκλεισε ελαφρώς. Η διαφορά απόδοσης (spread) του 10ετούς ομολόγου από το αντίστοιχο γερμανικό αποτυπώνει σε μεγάλο βαθμό την αποζημίωση που ζητά ο αγοραστής για τον ελληνικό πιστωτικό κίνδυνο.
Το spread έχει διευρυνθεί ελαφρώς από τις αρχές Σεπτεμβρίου και το υπολογίσαμε χθες κοντά στις 149 μονάδες βάσης. Αν πάμε πίσω στον χρόνο, θα δούμε ότι το spread είχε βρεθεί στο ίδιο επίπεδο τον Νοέμβριο του 2021, όταν η Ελλάδα δεν είχε ακόμη αναβαθμισθεί στην επενδυτική βαθμίδα. Από την άλλη πλευρά, το ελληνογερμανικό spread άνοιξε στις 312 μονάδες βάσης στα μέσα Ιουνίου του 2022. Ήταν η εποχή που οι ανησυχίες για την επάρκεια του φυσικού αερίου ενόψει του χειμώνα στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γερμανία ήταν έντονες.
Το ενδιαφέρον είναι ότι τόσο το 2022 όσο και μέχρι στιγμής το 2023, το κόστος χρήματος ανεβαίνει και οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονται. Επομένως, η άνοδος των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων δεν θα έπρεπε να εκπλήξει. Όταν αυξάνεται το επιτόκιο που πληρώνει η Γερμανία για να δανεισθεί στα 5 ή 10 χρόνια, θα ήταν οξύμωρο να μην αυξηθεί της Ελλάδας και των υπόλοιπων χωρών.
Για κάπου 15 χρόνια μετά τη Μεγάλη Ύφεση, ο κόσμος είχε εθισθεί στο φθηνό χρήμα. Η Ελλάδα δεν το βίωσε τόσο πολύ γιατί βρισκόταν σε μνημόνια και κρίση ακόμη. Οι συμμετέχοντες στις αγορές ανησυχούσαν τι θα συμβεί, όταν οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της Γερμανίας επιστρέψουν στα επίπεδα που ήταν πριν από την κρίση χρέους της ευρωζώνης. Ήδη έχει αρχίσει να γίνεται κατανοητό. Όσο κι αν μειωθεί το πιστωτικό ρίσκο της Ελλάδας, το κόστος δανεισμού της θα αυξηθεί, αν η Γερμανία δανείζεται αρκετά ακριβότερα. Αυτό δείχνει επίσης τα όρια των ωφελειών που μπορεί κάποιο κράτος να προσδοκά από την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Επομένως, εκείνο που θα πρέπει να αναρωτηθούμε, είναι γιατί ανεβαίνουν οι αποδόσεις των ομολόγων. Αυτό όμως είναι διεθνές θέμα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.