Ο μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδος ανερχόταν σε 10,4 εκατ. άτομα το 2021 από 10,8 εκατ. το 2011, καταγράφοντας μείωση 3,5% ή 383 χιλ. άτομα σε μια δεκαετία, σύμφωνα με την απογραφή της ΕΛΣΤΑΤ. Ο νόμιμος πληθυσμός ανερχόταν σε 9,7 εκατ. άτομα, σύμφωνα με δηλώσεις του αρμόδιου υπουργού κ. Βορίδη στα τέλη του 2022. Αν οι εκτιμήσεις της έκθεσης της ΕΕ για τη γήρανση είναι σωστές, ο ελληνικός πληθυσμός θα μειωθεί κατά 30% περίπου μεταξύ του 2020 και του 2060.
Από την άλλη πλευρά, ο πληθυσμός της Τουρκίας αυξήθηκε σε 85 εκατ. περίπου το 2021 έναντι 27,5 εκατ. το 1960 και εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 89 εκατ. το 2030. Η σύγκριση είναι συντριπτική εις βάρος της χώρας μας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Το πρόβλημα της δημογραφικής κρίσης είναι προφανώς πολυπαραγοντικό και δεν πρόκειται να επιλυθεί σε λίγα χρόνια. Άλλωστε, χρειάστηκαν δεκαετίες για να φτάσουμε στο σημείο να συρρικνώνεται ο πληθυσμός. Θα δώσουμε ένα παράδειγμα με πραγματικούς αριθμούς από τον Δήμο Σερρών που μας παρείχε ο φίλος Γ.Σ. Το 1971 που εκείνος γεννήθηκε, είχαν γεννηθεί 660 αγόρια ενώ πριν από 6 χρόνια που γεννήθηκε ο γιος του, τα αγόρια ήταν 360. Κι αυτά στον Δήμο Σερρών, που σχεδόν διπλασίασε τον πληθυσμό του (!) όπως υπογράμμισε. Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο σχετικά με την προηγούμενη απογραφή. «Ο Νομός Σερρών έχασε κάπου 10 χιλ. άτομα αλλά η εσωτερική μετανάστευση ήταν τεράστια προς όφελος της πόλης των Σερρών ενώ αντίθετα κωμοπόλεις όπως οι Νιγρίτα, Σιδηρόκαστρο, Ηράκλεια και Ν. Ζιχίνη διολίσθησαν στο επίπεδο του χωριού καθώς έχασαν ως το 30% του πληθυσμού τους,» ανέφερε. «Στα χωριά έχουν απομείνει λίγοι γέροντες και ευτυχώς που υπάρχουν Αλβανοί ή Βούλγαροι εργάτες και συνεχίζουν να λειτουργούν κάποια σχολεία… Οι επόμενοι που θα φύγουν από εκεί φυσικά θα είναι κι αυτοί οι μετανάστες, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι δεν μιλάμε για κάποιον ορεινό νομό αλλά μια από τις παραγωγικότερες πεδιάδες της Ελλάδας.
Τα ανωτέρω παραπέμπουν σε έντονες κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες. Όμως εμείς θα θέλαμε να επικεντρωθούμε στις συνέπειες που έχει η δημογραφική κρίση στη μακροχρόνια ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Η κατάσταση δεν διαγράφεται ρόδινη. Η συρρίκνωση του πληθυσμού και η γήρανση εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν σε μείωση της ελληνικής εργατικής δύναμης κατά 0,9% σε ετήσιο μέσο όρο τις επόμενες δεκαετίες, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Επιπλέον, ιστορικά, η Ελλάδα έχει να επιδείξει τον χαμηλότερο ρυθμό αύξησης της συνολικής παραγωγικότητας (TFP) με μόλις 0,2% στην ευρωζώνη. Για να επιτύχει λοιπόν μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 1% τα επόμενα 45-50 χρόνια με δεδομένη τη δημογραφική κρίση και τον ιστορικά χαμηλό ρυθμό αύξησης της παραγωγικότητας, η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει μεγάλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με συνέπεια σε βάθος χρόνου όπως αναφέρει το ΔΝΤ.
Δεν πρέπει λοιπόν να μείνουμε με σταυρωμένα χέρια, από τη στιγμή που το δημογραφικό επηρεάζει τις προοπτικές της εθνικής οικονομίας και κατά συνέπεια την εθνική άμυνα. Είναι προφανές ότι θα πρέπει να δοθούν περισσότερα κίνητρα στα νέα ζευγάρια για να αυξηθεί ο δείκτης γονιμότητας σε πάνω από 2 παιδιά ανά γυναίκα. Αυτό έχει οικονομικό κόστος. Είναι επίσης σαφές ότι θα πρέπει να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών και άλλων στην εργατική δύναμη. Μακροχρόνια, αυτό επηρεάζεται από το συνταξιοδοτικό σύστημα, τις δυνατότητες πρόωρης συνταξιοδότησης και το πραγματικό έτος συνταξιοδότησης, τονίζουν οι ειδικοί.
Η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε κλάδους αιχμής που θα μπορούσε να οδηγήσει στον επαναπατρισμό νέων που έφυγαν τα χρόνια της κρίσης και η περιβόητη διασύνδεση των πανεπιστημιακών και επαγγελματικών σπουδών με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας πρέπει να είναι μέρος μιας ολικής αντιμετώπισης. Το ίδιο ισχύει για το ακανθώδες θέμα της διαχείρισης της μετανάστευσης. Η σύνδεσή της με τις ανάγκες και τις διαθέσιμες θέσεις εργασίας είναι λογική. Σ’ αυτή την κατεύθυνση, μια παγκόσμια εκστρατεία προσέλκυσης/στρατολόγησης ατόμων με ελληνική καταγωγή θα έπρεπε να είναι προτεραιότητα για ευνόητους λόγους, αλλά απαιτεί οργάνωση και πόρους που το ελληνικό κράτος δεν έχει δείξει ότι διαθέτει. Όμως, πάντοτε μπορεί να γίνει μια αρχή.
Θα ήταν ευχής έργο να υπάρξει πολιτική συναίνεση πάνω στο γενικό πλαίσιο και τα επιμέρους μέτρα αντιμετώπισης της δημογραφικής κρίσης. Αν δεν υπάρξει και συνεχίσουμε στο ίδιο μοτίβο, ο ρυθμός ανάπτυξης θα απογοητεύσει μεσομακροπρόθεσμα, σύμφωνα με τους ειδικούς, θέτοντας σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια καθώς η γείτονα έχει κάνει σαφείς τις προθέσεις της.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.