Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ψήφιση του πολυνομοσχεδίου από την κυβερνητική πλειοψηφία οδηγεί στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Και κατά συνέπεια στην εκταμίευση της δόσης από τον ESM και στη διευκρίνιση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, που θα μπορούσε να φέρει την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ τους επόμενους μήνες.
Η ανωτέρω εξέλιξη δεν εκπλήσσει καθώς ήταν το βασικό σενάριο για μας.
Η στήλη ήταν πάντοτε της άποψης, όπως θα θυμούνται οι πιστοί αναγνώστες, ότι η εξουσία είναι γλυκιά και η κυβερνητική πλειοψηφία θα άντεχε τη δοκιμασία από την ψήφιση δύσκολων μέτρων ή μνημονίων.
Αρκετά προβεβλημένα στελέχη, βουλευτές των κομμάτων της αντιπολίτευσης, εξέφραζαν διαφορετική άποψη σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους με τον γράφοντα, ήδη από τον Χειμώνα του 2015 προς 2016.
Όμως, η χθεσινή ψηφοφορία επιβεβαίωσε την ορθότητα της εκτίμησής μας.
Φυσικά, έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος.
Το πρώτο εξάμηνο μπορεί να χαρακτηρισθεί από στασιμότητα της οικονομικής δραστηριότητας, θέτοντας υπό αμφιβολία την επίτευξη του νέου στόχου για ρυθμό ανάπτυξης 1,8% το 2017.
Ηδη τα μηνύματα από τραπεζίτες για τα προβληματικά δάνεια (NPLs) και από επιχειρηματίες για τις πωλήσεις τροφίμων τον Απρίλιο δεν είναι καλά.
Επιπλέον, σημαντικό μέρος του ιδιωτικού τομέα ζορίζεται, με τις συνθήκες ρευστότητας να επιδεινώνονται.
Επομένως, η εκταμίευση της δόσης μπορεί να δώσει ανάσες ρευστότητας καθώς ένα μέρος της θα κατευθυνθεί στην αποπληρωμή υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τρίτους.
Η ανωτέρω εξέλιξη σε συνδυασμό με την πιθανή περαιτέρω αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων θα βελτιώσουν τις συνθήκες ρευστότητας για τις τράπεζες, κάποιες επιχειρήσεις και την εθνική οικονομία.
Επιπλέον, είναι λογικό να υπάρξει βελτίωση της ψυχολογίας, με θετική επίπτωση στην επιχειρηματική εμπιστοσύνη καθώς το ρίσκο της χώρας μειώνεται και το όποιο ενδεχόμενο χρεοκοπίας απομακρύνεται.
Οι θετικές συνέπειες θα πρέπει επίσης να ευνοήσουν την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, ιδίως αν η κυβέρνηση προωθήσει τις ιδιωτικοποιήσεις και κάποια μεγάλα πρότζεκτ.
Όμως, δεν υπάρχουν μόνο θετικές επιπτώσεις. Υπάρχουν επίσης δυνητικά αρνητικές επιδράσεις.
Το πολυνομοσχέδιο περιλαμβάνει επιπρόσθετα μέτρα λιτότητας από το 2019 και μετά για να πιαστούν τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που πλησιάζουν τα 5 δισ. ευρώ και ίσως περισσότερα.
Ορθολογικά σκεπτόμενα άτομα είναι επόμενο να αρχίσουν να περιορίζουν τις καταναλωτικές δαπάνες τους πριν ενσκήψουν οι αυξήσεις των φόρων (μέσω μείωσης του αφορολόγητου) και οι περικοπές συντάξεων από το 2019-2020.
Επιπλέον, το πολιτικό ρίσκο ίσως επανέλθει καθώς θα μπαίνουμε στο 2018 και το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών μπορεί να επανέλθει στο προσκήνιο.
Από την άλλη πλευρά, το πολιτικό ρίσκο στα μάτια των αγορών και των ανθρώπων της αγοράς μετριάζεται, γνωρίζοντας πως η εναλλακτική είναι ένα κόμμα ή συνασπισμός κομμάτων που είναι πιο φιλικά προς το επιχειρείν.
Παρ’ όλα αυτά, το πολιτικό ρίσκο αναμένεται να αυξηθεί.
Το ερώτημα λοιπόν που γεννάται είναι απλό.
Μπορούν οι θετικές επιπτώσεις από την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, στην ψυχολογία και στην ενίσχυση της ρευστότητας, να υπερισχύσουν των προληπτικών μέτρων περιορισμού των δαπανών από ένα μέρος του κόσμου και την πιθανή λελογισμένη μείωση του πολιτικού κόστους;
Η αυτοψία θα δείξει.
Όμως, ο δημοσιονομικός πήχης έχει μπει πολύ ψηλά.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.