Το αμερικανικό δολάριο δεν είναι μόνο το νόμισμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Είναι επίσης το παγκόσμιο νόμισμα που κυριαρχεί στις διεθνείς συναλλαγές.
Γι’ αυτό οι αποφάσεις που λαμβάνει η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ, η Fed, δεν αφορούν μόνο στην εσωτερική νομισματικών πολιτική της χώρας αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Όμως, η Fed ενεργεί συνήθως με γνώμονα το συμφέρον της αμερικανικής οικονομίας και σπανίως λαμβάνει σοβαρά υπόψη την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας.
Το τελευταίο συνέβη κατά τη διάρκεια της τελευταίας μεγάλης χρηματοοικονομικής κρίσης. Σε αντίθεση με την ΕΚΤ, που έχει την εντολή να κρατάει τον πληθωρισμό λίγο κάτω από το 2%, η Fed έχει διπλή εντολή.
Αφενός, να κρατάει τον αμερικανικό πληθωρισμό κάτω από το 2% και αφετέρου, να ενισχύει την απασχόληση και τον ρυθμό ανάπτυξης. Ιδανικά, ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης κυμαίνεται μεταξύ 2% και 3,5%, ο πληθωρισμός βρίσκεται κάτω από 2% και το ποσοστό ανεργίας μεταξύ 4,5% και 5,8%.
Το βασικό παρεμβατικό επιτόκιο (federal funds rate) που επηρεάζει μια σειρά από βραχυπρόθεσμα επιτόκια συνήθως κυμαινόταν μεταξύ 2% και 5%. Όμως, το ίδιο επιτόκιο είχε αυξηθεί στο 20% την περίοδο 1979-1980, για να καταπολεμηθεί ο διψήφιος πληθωρισμός εκείνη την εποχή. Το χαμηλότερο ποσοστό όλων των εποχών ήταν το 0,25%, κατά τη διάρκεια της μεγάλης κρίσης.
Σήμερα, ο πληθωρισμός είναι στο 2,5%, η ανεργία κάτω από το 5% και ο ετησιοποιημένος ρυθμός ανάπτυξης στο 3,5% στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2016. Όμως, το επιτόκιο παρέμβασης βρίσκεται στο 0,75% μετά την αύξηση του περασμένου Δεκεμβρίου και του τελευταίου μήνα του 2015.
Η Fed έχει επίσης στείλει σήμα για τρεις αυξήσεις επιτοκίων μέσα στο 2017, με την αγορά να θεωρεί περίπου σίγουρη την αύξηση του επιτοκίου στο 1% σήμερα. Μ’ αυτό τον τρόπο, η Fed θα φέρει το επιτόκιο παρέμβασης πιο κοντά στα νορμάλ επίπεδα.
Όμως, η πολιτική της αύξησης ή ομαλοποίησης των επιτοκίων ώστε να υπάρχουν περιθώρια νέας μείωσής τους αν χρειασθεί, χωρίς να πάνε κοντά στο 0%, αναμένεται να έχει παρενέργειες. Κατ’ αρχάς θα παρασύρει προς τα πάνω άλλα επιτόκια αναφοράς, π.χ. Prime rate, με αποτέλεσμα την επιβάρυνση των Αμερικανών δανειοληπτών και επιχειρήσεων που ίσως έχει κάποια αρνητική επίπτωση στην κατανάλωση και στις επενδύσεις αργότερα.
Επιπλέον, θεωρητικά, τουλάχιστον, η αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων οδηγεί σε διεύρυνση της διαφοράς τους από τα επιτόκια άλλων νομισμάτων και αυτό θεωρητικά ευνοεί το δολάριο. Είναι κάτι που ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ έχει δηλώσει ότι δεν επιθυμεί.
Όμως, η ενίσχυση του δολαρίου θα μπορούσε να συμβάλει επίσης στην αύξηση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, ασκώντας μεγαλύτερη πίεση στην ΕΚΤ να δράσει. Όμως, ο συνδυασμός υψηλότερων επιτοκίων και ισχυρότερου δολαρίου δεν είναι καλό νέο για πολλές αναδυόμενες οικονομίες παγκοσμίως. Ιστορικά, έχει αποδειχθεί ότι οι αυξήσεις επιτοκίων από τη Fed έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις αναδυόμενες οικονομίες. Οι τελευταίες έχουν δανεισθεί σε δολάρια λόγω των χαμηλών επιτοκίων και θα τους κοστίσει πολύ περισσότερο η εξυπηρέτηση των δανείων σε τοπικό νόμισμα.
Επομένως, οι μετοχές και τα ομόλογά τους μπορεί να βρεθούν υπό πίεση ενώ θα πληγεί η οικονομική τους δραστηριότητα. Φυσικά, υπάρχει ο αντίλογος ότι αυτές οι χώρες είναι σε καλύτερη κατάσταση σήμερα για να αντιμετωπίσουν τον νέο γύρο αύξησης των αμερικανικών επιτοκίων. Υπό αυτή την έννοια, οι αρνητικές επιπτώσεις θα μετριασθούν, εκτιμούν οι πιο αισιόδοξοι.
Όμως, κάποιες από αυτές ίσως βρεθούν επίσης αντιμέτωπες με τις προστατευτικές πολιτικές σε θέματα εμπορίου που απειλεί να εφαρμόσει ο πρόεδρος Τράμπ.
Όπως κι αν έχει, οι επιπτώσεις από την αύξηση του επιτοκίου παρέμβασης της Fed ξεπερνούν τα σύνορα των ΗΠΑ και επηρεάζουν τη νομισματική πολιτική κι άλλων χωρών και κατά συνέπεια την παγκόσμια οικονομία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.