Ας ξεκινήσουμε με την εικόνα που εμείς έχουμε για τη φάση στην οποία βρίσκεται η δεύτερη αξιολόγηση, πριν πάμε στη χθεσινή συνέντευξη του υπουργού Οικονομικών κ. Τσακαλώτου στον ΑΝΤ1.
Εχουμε λοιπόν και λέμε.
Οι δύο πλευρές βρίσκονται μεν αρκετά κοντά στο κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης, αλλά τίποτα δεν είναι σίγουρο ακόμη.
Τα έχουν βρει, κατά το κοινώς λεγόμενο, στα εργασιακά, στα ενεργειακά και διαπραγματεύονται κάποια δημοσιονομικά μέτρα που αφορούν στην επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018.
Τα σημεία ασυμφωνίας είναι δύο, κατά τη δική μας εικόνα.
Πρώτον, η χρονιά που θα ξεκινήσει η μείωση του αφορολόγητου αφού η ελληνική πλευρά, παρά τις συνεχείς διαψεύσεις μέχρι πριν από λίγο καιρό, έχει αποδεχθεί τη μείωσή του κοντά στις 6.000 ευρώ και ίσως χαμηλότερα υπό προϋποθέσεις (αντισταθμιστικά).
Οι δανειστές ζητούν να ξεκινήσει σταδιακά η ισχύς του μέτρου από τα εισοδήματα του 2018 που θα δηλωθούν το 2019.
Αντίθετα, η κυβέρνηση επιθυμεί να εφαρμοσθεί η μείωση από τα εισοδήματα του 2019 που θα δηλωθούν το 2020, για πολιτικούς λόγους.
Η ελληνική πλευρά παίζει το χαρτί της υπεραπόδοσης των φορολογικών εσόδων, για να αποφύγει τη μείωση του αφορολόγητου το 2018 και γενικότερα να μειώσει τον συνολικό λογαριασμό των δημοσιονομικών μέτρων.
Δεύτερον, η κυβέρνηση επιδιώκει η «προσωπική διαφορά» στις συντάξεις να πάει μετά το 2018 και να μην προνομοθετηθεί από τώρα. Η έκβαση είναι αβέβαιη, με τους δανειστές να δείχνουν διάθεση συμβιβασμού σύμφωνα με την εικόνα που έχουμε.
Γιατί λοιπόν δεν ενεργοποιείται το πλαίσιο, ώστε να επιστρέψουν τα τεχνικά κλιμάκια και οι επικεφαλής των θεσμών και να υπάρξει τεχνική συμφωνία ως το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου;
Γιατί η συμφωνία ενέχει μεγάλο πολιτικό κόστος για την ελληνική κυβέρνηση, που δεν έχει βρει ακόμη το σωστό πολιτικό αφήγημα, ενώ δεν έχουν προσδιορισθεί τα «αντισταθμιστικά», απαντούν.
Οι ίδιοι διευκρινίζουν ότι το πακέτο δεν κινδυνεύει να μην περάσει από τη Βουλή.
Οσο όμως η εκκρεμότητα παραμένει, τόσο περιπλέκονται τα πράγματα.
Όμως, απέναντι σ’ όλα αυτά, η Αθήνα δεν εμφανίζεται να παίρνει κάτι το συγκεκριμένο αναφορικά με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, πέρα ίσως από μια δήλωση-δέσμευση του Eurogroup.
Που όμως ίσως θεωρηθεί αρκετή από την ΕΚΤ, για να μπουν τα ελληνικά ομόλογα στο QE αργότερα.
Όμως, «δεν μπορείς να πουλήσεις QE στην επαρχία», όπως ανέφερε παρατηρητής των τεκταινόμενων.
Χθες, ο κ. Τσακαλώτος ανέφερε ότι η ελληνική πλευρά θα επιδιώξει μια πολιτική συμφωνία για πολλά πράγματα ταυτόχρονα, υπονοώντας την αξιολόγηση, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα και το QE.
«…μετά θα δούμε τις λεπτομέρειες», τόνισε.
Όμως, η ιστορία διδάσκει ότι το Eurogroup δεν είναι το ιδανικό μέρος για πολιτικές συμφωνίες.
Υπό αυτό το πρίσμα, η Αθήνα θα έπρεπε να καταλήξει σε τεχνική συμφωνία για τη δεύτερη αξιολόγηση πριν το Eurogroup.
Αν όμως, η καθυστέρηση συνδέεται τόσο με το υπό διαμόρφωση πολιτικό αφήγημα όσο και τις άλλες επιδιώξεις, τότε υπάρχει εξήγηση για την καθυστέρηση.
Όμως, οι καθυστερήσεις δημιουργούν πολλές φορές απρόβλεπτες καταστάσεις και υπάρχει κίνδυνος να εκτροχιάσουν τη διαδικασία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.