Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Οποιος δεν θέλει να ζυμώσει, 10 μέρες κοσκινίζει

H Κίνα είναι αποδεκτή από τους Ελληνες πολιτικούς αλλά έχει επενδύσει λίγα εδώ σε σχέση με αλλού στην ΕΕ. Τυχαίο; Όχι. Υπάρχει κάτι βαθύτερο πίσω από τις αναιμικές ξένες επενδύσεις και ιδιωτικοποιήσεις. Ο υπουργός Ανάπτυξης ίσως είχε εν μέρει δίκιο τελικά.   

Οποιος δεν θέλει να ζυμώσει, 10 μέρες κοσκινίζει
Πριν από δύο ημέρες, οι Financial Times αναφέρθηκαν στις κινεζικές επενδύσεις στη Γηραιά Ηπειρο και στις επενδύσεις των Ευρωπαίων στην Κίνα.

Η σύγκριση ήταν καταλυτική υπέρ των κινεζικών επενδύσεων στην Ευρώπη.

Κάπου 35 δισ. ευρώ το 2016, έναντι 7.7 δισ. εξαγορών από χώρες της ΕΕ στην Κίνα.  

Όμως, μεγαλύτερο ενδιαφέρον είχε το γράφημα που έδειχνε τον καταμερισμό των άμεσων ξένων επενδύσεων από Κινέζους σε χώρες της ΕΕ το διάστημα 2000-2016.

Το 23,3% του συνολικού ποσού των 101,5 δισ. ευρώ πήγε στη Βρετανία, το 18,5% στη Γερμανία, το 12,7% στην Ιταλία και το 11,3% στη Γαλλία.

Η κατανομή φαίνεται λογική σε γενικές γραμμές, με βάση το μέγεθος των ανωτέρω χωρών και οικονομιών.

Όμως, η εικόνα γίνεται πιο ενδιαφέρουσα, όταν περνάμε στις υπόλοιπες χώρες.

Η μικρή Φινλανδία απορρόφησε το 6,8% ή 6,9 δισ. ευρώ, η Πορτογαλία το 5,6% ή 5,7 δισ. ευρώ και η Ολλανδία το 5,5% ή 5,6 δισ. ευρώ.

Η Ελλάδα, με λιγότερο από 1 δισ. ευρώ, λόγω Cosco περιλαμβάνεται στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ που απορρόφησαν συνολικά το 16,3% ή 16,5 δισ.  ευρώ.

Aν η χώρα είχε προσελκύσει μεγαλύτερο κομμάτι των άμεσων κινεζικών επενδύσεων, π.χ. πουλώντας μετοχές της Εθνικής, θα μπορούσε η ιστορία των μνημονίων να είναι διαφορετική.

Οι Κινέζοι εμφανίζονταν διατεθειμένοι στα τέλη του 2009 με αρχές  του 2010, επί ΓΑΠ, να χρηματοδοτήσουν τη χώρα, αγοράζοντας ελληνικά ομόλογα αξίας πολλών δισ., με αντάλλαγμα τον έλεγχο της Εθνικής.  

Όμως, το ντιλ δεν ευοδώθηκε.

Αναφερθήκαμε στην Κίνα γιατί είναι αποδεκτή ως ξένος επενδυτής από τις πολιτικές δυνάμεις της Ελλάδας, κάτι σημαντικό για συμμετοχή στις ιδιωτικοποιήσεις και γενικότερα στις άμεσες επενδύσεις μιας χώρας.

Αν οι Κινέζοι με τις βαθιές τσέπες αντιμετωπίζουν τόσα εμπόδια, σε τι μπορούν να ελπίζουν οι υπόλοιποι;

Όχι σε πολλά πράγματα, όπως δείχνει η εμπειρία των ελληνικών ιδιωτικοποιήσεων από το 2010 και μετά.

Παρά τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν κατά καιρούς από διαφορετικές ελληνικές κυβερνήσεις, το αποτέλεσμα όταν συγκρίνεται με τους στόχους που τέθηκαν κατά καιρούς είναι πολύ φτωχό.  

Οι στόχοι για τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις συνέχισαν να αναθεωρούνται καθοδικά, αλλά τα λεφτά που έμπαιναν στα ταμεία για τη μείωση του χρέους υπολείπονταν των στόχων.

Από τον εξωπραγματικό στόχο των 50 δισ. ευρώ μέχρι και το 2015 που τέθηκε τον Ιούνιο του 2011, τον στόχο των 19 δισ. του Μαρτίου του 2012 και τον πιο ρεαλιστικό των 7,7 δισ. τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου κανένας δεν πιάστηκε.

Το ίδιο συνέβη με τους επόμενους και πιθανόν με τον τωρινό στόχο του τρίτου μνημονίου.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό.

Η μη πρόσβαση στις αγορές και το υψηλό ρίσκο της χώρας, η υπερρύθμιση, είναι μερικοί εξ αυτών.     

Κάποιοι ίσως ισχυρισθούν -και θα συμφωνήσουμε- ότι το κυρίως ζητούμενο δεν θα έπρεπε να είναι τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις αλλά οι άμεσες ξένες επενδύσεις που θα έπρεπε να επιδιωχθεί να φέρουν.

Όμως, ούτε εκεί τα νούμερα δείχνουν κάτι καλό.

Τι συμβαίνει;

Πριν από λίγο καιρό, ο νέος υπουργός Ανάπτυξης κ. Παπαδημητρίου προκάλεσε αντιδράσεις, λέγοντας ότι η υψηλή φορολογία δεν αποτελεί εμπόδιο για επενδύσεις.

Ισως τελικά είχε εν μέρει δίκιο, όπως παρατήρησε ένας φίλος.

Το πρόβλημα δεν είναι απλώς η υψηλή φορολογία, η υπερρύθμιση κ.τ.λ., αλλά κάτι πιο βαθύ.

Δεν θέλουμε τις ιδιωτικοποιήσεις και τις ξένες άμεσες επενδύσεις ως χώρα, ως κόμματα και ως λαός (η πλειοψηφία).

Γι’ αυτό και κοσκινίζουμε για μεγάλα διαστήματα.

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v