Δεν είναι μυστικό ότι στελέχη του ESM εργάζονται εδώ και μήνες για να προσδιορίσουν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το ελληνικό χρέος που περιέγραψαν οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης τον περασμένο Μάιο.
Όπως είχαμε αναφέρει πριν λίγο καιρό, το σημαντικότερο από τα τρία μέτρα που περιέγραψαν οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης είναι η μείωση του επιτοκιακού ρίσκου.
Πρόκειται για παράφραση της μετατροπής του κυμαινόμενου επιτοκίου στα δάνεια που έχει λάβει η Ελλάδα από τον EFSF σε σταθερό.
Είχαμε αναφερθεί τότε στις δυσκολίες του εγχειρήματος που προέκυπταν από τις ανταλλαγές επιτοκίων (interest rate swaps) και τη συνακόλουθη τιμολόγησή τους.
Όμως, δεν είχαμε αναφερθεί στο ενδεχόμενο ανταλλαγής των ομολόγων EFSF που έχουν λάβει οι ελληνικές τράπεζες για την ανακεφαλαιοποίησή τους με νέα ομόλογα σταθερού επιτοκίου που θα εκδώσει ο ESM.
Ισως γιατί δεν το περιμέναμε, για έναν πολύ απλό λόγο.
Με μια τέτοια κίνηση, ο ESM μεταβιβάζει το ρίσκο του σταθερού επιτοκίου πίσω στη χώρα μέσω των ελληνικών τραπεζών.
Ισχυροποιεί λοιπόν τον δεσμό του δημοσίου και των εγχώριων τραπεζών, σε μια εποχή που η κυρίαρχη τάση θέλει την αποσύνδεσή τους.
Κάποιος ίσως ισχυρισθεί ότι το κράτος επωφελείται γιατί θα δανείζεται με χαμηλό, σταθερό επιτόκιο επί δεκαετίες.
Αυτό ισχύει αν, όπως αναμένεται, τα επιτόκια του ευρώ ξαναπάρουν την ανηφόρα σε λίγα χρόνια, οπότε η χώρα θα εξοικονομήσει πολλά λεφτά που θα έδινε για πληρωμές τόκων.
Επιπλέον, το προφίλ του ελληνικού δημόσιου χρέους θα βελτιωθεί και αυτό θα αποτυπωθεί στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους (DSA) που θα διενεργήσουν ξεχωριστά η ΕΚΤ και το ΔΝΤ.
Όμως, αυτή είναι η μία πλευρά του ζητήματος.
Η άλλη πλευρά είναι το επιτοκιακό ρίσκο που θα αναλάβουν οι ελληνικές τράπεζες.
Ακόμη κι αν η ανταλλαγή των υφιστάμενων ομολόγων με τα νέα του ESM δεν αποφέρει κανένα κέρδος ή ζημία, οι τράπεζες θα είναι εκτεθειμένες σε μια μελλοντική αύξηση των επιτοκίων.
Φυσικά, κάποιοι ίσως ισχυρισθούν ότι τα ομόλογα του EFSF είναι μέρος των κεφαλαίων των τραπεζών και θα διακρατηθούν μέχρι τη λήξη.
Όμως, δεν είναι έτσι.
Οι τράπεζες συνεχίζουν να έχουν έκθεση στο ρίσκο του σταθερού επιτοκίου.
Προφανώς, ο ESM, έχοντας κατά νου την αξιολόγησή του από την S&P, τη Moody's και τη Fitch, δεν θέλει να προβεί σε συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων και άλλα παράγωγα για μεγάλο ποσό του ελληνικού χρέους προς το EFSF.
Κι αυτό γιατί ενέχει πιθανόν ο κίνδυνος να δει το κόστος δανεισμού του ιδίου να ανεβαίνει.
Προσπαθεί λοιπόν να βρει άλλους τρόπους για να κάνει το ίδιο πράγμα, δηλαδή τη μετατροπή του κυμαινόμενου επιτοκίου σε σταθερό στα ελληνικά δάνεια του EFSF.
Για τον ESM είναι μια χαρά.
Για τις ελληνικές τράπεζες και γενικότερα τη χώρα, δεν το νομίζουμε.
Κι αυτό γιατί υπάρχει κίνδυνος ό,τι κερδίζει από τη μια πλευρά, να το χάνει από την άλλη.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.