Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

H λιτότητα δεν φεύγει με ευχέλαια!

Τα κόμματα και οι πολιτικοί αρχηγοί ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο ποιος θα διώξει μια ώρα αρχύτερα τον εφιάλτη της λιτότητας. Όμως, μια προσεκτική ματιά δείχνει ότι άλλο οι ευχές και άλλο η πραγματικότητα.

H λιτότητα δεν φεύγει με ευχέλαια!

Αν η Ελλάδα είχε δικό της νόμισμα, θα μπορούσε να κόψει νέο χρήμα και η όποια κυβέρνηση θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει τις υπερβάλλουσες κρατικές δαπάνες χωρίς να επιβάλει περικοπές και να αυξήσει τους φόρους.

Η ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων και η απώλεια της διεθνούς ανταγωνιστικότητας θα ήταν το αποτέλεσμα, αλλά οι πολιτικοί θα είχαν αποφύγει τις ονομαστικές μειώσεις στις αμοιβές και την αύξηση των φόρων για να συρρικνωθεί το έλλειμμα.

Φυσικά, ο υψηλότερος πληθωρισμός θα λειτουργούσε ως έμμεσος φόρος, αλλά στα μάτια της πλατιάς μάζας του λαού δεν θα ήταν το ίδιο και οι πολιτικοί θα ήταν ευχαριστημένοι.

Όμως, η Ελλάδα ως μέλος της ευρωζώνης δεν έχει το ίδιο εκδοτικό προνόμιο.

Θα πρέπει λοιπόν είτε να δανεισθεί λεφτά από τις αγορές για να χρηματοδοτήσει τις έξτρα κρατικές δαπάνες είτε να τις περιορίσει, αυξάνοντας παράλληλα τους φόρους για να έχει περισσότερα έσοδα και να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα.

Από τον Απρίλιο του 2010 μέχρι πρόσφατα η χώρα δεν μπορούσε να δανεισθεί από τις αγορές, έχοντας παράλληλα ένα μεγάλο κρατικό έλλειμμα και υψηλό δημόσιο χρέος.

Ο δραστικός περιορισμός του δημοσιονομικού ελλείμματος ήταν μονόδρομος από τη στιγμή που κανείς ιδιώτης δεν τη δάνειζε, ούτε μπορούσε να βάλει τις πρέσες να δουλεύουν νυχθημερόν στο νομισματοκοπείο του Χολαργού.

Η δημοσιονομική προσαρμογή θα μπορούσε να γίνει μια κι έξω, με δραματική μείωση των κρατικών δαπανών ώστε να είναι χαμηλότερες των επίσης περιορισμένων εσόδων από τη συνακόλουθη μεγάλη πτώση του ΑΕΠ.

Όμως, δεν συνέβη γιατί η Ε.Ε. και το ΔΝΤ, για τους δικούς τους λόγους, μας έδωσαν το μεγαλύτερο ποσό θεσμικών δανείων που έχει δοθεί σε χώρα, με αντάλλαγμα τη λήψη περιοριστικών μέτρων για την προοδευτική μείωση του ελλείμματος και του χρέους ως προς το ΑΕΠ, σε βάθος χρόνου.

Στην πορεία έγιναν μεγάλα λάθη, όπως η επιβολή μεγαλύτερης δόσης λιτότητας από αυτήν που θα έπρεπε.

Τα γράφουμε όλα αυτά γιατί πολλοί πολιτικοί και πολίτες φαίνεται ότι έχουν βραχεία μνήμη.

Είναι εύλογο ο απλός πολίτης, που είναι αποδέκτης των συγκεκριμένων πολιτικών, να διαμαρτύρεται και να αγανακτεί.

Οι συγκεκριμένες πολιτικές τον έχουν κάνει φτωχότερο. Τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια.

Όμως, όσοι ισχυρίζονται ότι οι κρατικές δαπάνες θα πρέπει να αυξηθούν και οι φόροι να μειωθούν χωρίς να εξηγούν πού θα βρούν τα λεφτά για να χρηματοδοτηθεί το έλλειμμα απλώς δημαγωγούν.

Αν μπορούν να πείσουν πού θα βρούν τα λεφτά, το θέμα αλλάζει.

Καλώς ή κακώς, η Ελλάδα έχει αναλάβει την υποχρέωση να παραγάγει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 4%-4,5% του ΑΕΠ από το 2016 και μετά, αυξάνοντας προοδευτικά το πλεόνασμα το 2014 και το 2015.

Η κυβέρνηση μπορεί να θεωρεί, και σωστά, ότι το νούμερο είναι μεγάλο και θα πρέπει να μειωθεί γιατί απορροφά πολύτιμους πόρους για την εξυπηρέτηση του χρέους, στερώντας τους από την οικονομία.

Αν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα ήταν αισθητά χαμηλότεροι, η πολιτική της δημοσιονομικής λιτότητας, όπως τη ζήσαμε, θα ήταν παρελθόν και με τη βούλα.

Για να είναι οι ετήσιοι στόχοι χαμηλότεροι η Ε.Ε. θα πρέπει να λάβει μέτρα για σημαντική ανακούφιση από το χρέος, και πιο συγκεκριμένα τα τοκοχρεολύσια.

Φυσικά, μια ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να σηκώσει μπαϊράκι, λέγοντας στους δανειστές ότι σταματά να πληρώνει τοκοχρεολύσια για κάποια χρόνια ώστε να τα ρίξει στην οικονομία για να πάρει μπροστά.

Όμως, οι συνέπειες μιας τέτοιας κίνησης θα μπορούσαν να αποδειχθούν πιο επώδυνες κι από τα μέτρα λιτότητας που θα λάβανε η χώρα υπό άλλες συνθήκες.

Ιδίως, αν υπήρχαν αντίποινα στο μέτωπο των κοινοτικών κονδυλίων από την Ε.Ε. και αντιδρούσαν αρνητικά οι Έλληνες καταθέτες και κάθε λογής επενδυτές.

Όλα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα παραμένει στο ευρώ.

Επομένως, η εγκατάλειψη των πολιτικών δημοσιονομικής λιτότητας δεν είναι απλώς αποτέλεσμα πολιτικής βούλησης.

Πολύ περισσότερο όταν η χώρα έχει συνυπρογράψει με άλλες χώρες της Ε.Ε. την τήρηση του δημοσιονομικού συμφώνου.

Ακόμη και αν η Ελλάδα δεν ήταν σε πρόγραμμα προσαρμογής, θα έπρεπε να τηρεί τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας του συμφώνου, που μπορεί να συνεπάγονταν τη λήψη μέτρων λιτότητας.

Κοντολογίς, η εγκατάλειψη των πολιτικών δημοσιονομικής λιτότητας δεν είναι απλώς ζήτημα πολιτικής βούλησης μιας κυβέρνησης ή κομμάτων.

Είναι κάτι πολύ περισσότερο.

Επομένως, η λιτότητα δεν θα φύγει με ευχές, αλλά με σχέδιο και με ελάφρυνση από το βάρος του χρέους.

Dr. Money


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v