Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Το πρωτογενές πλεόνασμα και το παράδοξο με το ΔΝΤ!

Το πρώτο πρωτογενές πλεόνασμα που πέτυχε η χώρα από το 2002 είναι απλά ένα βήμα προς τον υψηλό στόχο του 2016 ο οποίος φέρνει πίεση για νέα περιοριστικά μέτρα. Η άρνηση για κούρεμα και η λύση της… εξόδου του ΔΝΤ.

Το πρωτογενές πλεόνασμα και το παράδοξο με το ΔΝΤ!

Πρώτα απ' όλα, ας βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους.

Είναι πραγματικά λυπηρό για μια χώρα, όπως η Ελλάδα, με υψηλό δημόσιο χρέος να πανηγυρίζει το 2013 επειδή τα έσοδα ήταν περισσότερα από τις δαπάνες της γενικής κυβέρνησης, εξαιρουμένων των τόκων, δηλαδή 11 χρόνια(!) από το 2002, οπότε βρέθηκε στην ίδια θέση για τελευταία φορά.

Η καταγραφή πρωτογενούς πλεονάσματος α λα Ιταλία θα έπρεπε να είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Φυσικά, αυτό δεν αναιρεί τη σημασία της επίτευξής του τη φετινή χρονιά. Ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι οι πρωτογενείς δαπάνες ξεπερνούσαν τα έσοδα κατά 24 δισ. ευρώ ή 10% του ΑΕΠ και πάνω το 2009.

Το κλείσιμο της τρύπας δείχνει το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής που έγινε σε 4 χρόνια και δεν συναντάται σε ανεπτυγμένες οικονομίες, με τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος.

Επειδή επαναλαμβάνεται συχνά ότι πήγαμε καλύτερα από τις προσδοκίες και για να είμαστε δίκαιοι θα πρέπει να επισημάνουμε ότι τόσο στο ΜΠΔΣ 2013-2016 όσο και στον προϋπολογισμό του 2013 προβλεπόταν η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος. Η διαφορά από τα 812 εκατ. ευρώ ή 0,4% του ΑΕΠ, αν φυσικά η Eurostat το επικυρώσει, από το 0,3% που προβλεπόταν στο ΜΠΔΣ 2013-2016 δεν είναι μεγάλη.

Όμως, το φετινό πλεόνασμα δεν είναι τίποτε περισσότερο από το πρώτο βήμα προς τον στόχο των 8 - 9 δισ. ευρώ ή 4,5% του ΑΕΠ το 2016, με βάση το πρόγραμμα.

Έχουμε μιλήσει με αρκετό κόσμο στην Ελλάδα και στο εξωτερικό γι' αυτό το ζήτημα. Όλοι αναγνωρίζουν ότι είναι φιλόδοξος στόχος, αλλά ελάχιστοι πιστεύουν, κι αυτοί εντός της Ελλάδος, ότι οι δανειστές θα δεχτούν να κατέβει ώστε να μην χρειασθούν να παρθούν κι άλλα περιοριστικά μέτρα.

Οι πιο αισιόδοξοι προβάλλουν δύο επιχειρήματα:

Πρώτον, έχουν μπει τόσο πολλοί φόροι στην ελληνική οικονομία που αν αρχίσει να αναπτύσσεται η αύξηση των εσόδων θα υπερακοντίσει τις προβλέψεις.

 Δεύτερον, η χώρα κατόρθωσε να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα που ξεπέρασε το 3% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο την περίοδο 1994-2002 με τους τόκους να αντιστοιχούν σε πολύ υψηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ, πάνω από 8%, σε σχέση με σήμερα, που φθάνει το 4,3% περίπου.

Μακάρι να αποδειχθεί ότι έχουν δίκιο. Όμως, δεν είναι τόσο εμφανές για τους εξής λόγους:

Πρώτον, οι ισχυροί ρυθμοί ανάπτυξης μπορεί να επιτευχθούν μόνο αν οι επενδύσεις και οι εξαγωγές προϊόντων και αγαθών αυξηθούν πολύ, αφού η ιδιωτική και η δημόσια κατανάλωση δεν προβλέπεται να βοηθήσουν σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Είναι ένα πολύ φιλόδοξο στοίχημα. Να υπενθυμίσουμε ότι το πρόγραμμα προβλέπει τη διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 4% του ΑΕΠ επί χρόνια μετά το 2016 και την οικονομία να αναπτύσσεται με ρυθμό 3% και άνω ετησίως.

Δεύτερον, η σύγκριση της ελληνικής οικονομίας με εκείνη του δεύτερου μισού της δεκαετίας του 1990 για την άντληση συμπερασμάτων είναι πολύ ριψοκίνδυνη. Η Ελλάδα είχε δικό της νόμισμα που υποτιμάτο έναντι του ecu (του νομίσματος-καλαθιού) μέχρι και το 1999. Η οικονομία είχε μπει σε έναν ενάρετο κύκλο ανάπτυξης, που συνοδευόταν από μείωση του πληθωρισμού και των επιτοκίων εν όψει της ένταξης στο ευρώ.

Ακόμη και το επιχείρημα ότι η χώρα πλήρωνε πολύ περισσότερα για τόκους ως ποσοστό του ΑΕΠ σε σχέση με σήμερα θα πρέπει να εξετασθεί υπό διαφορετικό πρίσμα. Κι αυτό γιατί το μεγαλύτερο μέρος των τόκων που κατέβαλλε το δημόσιο επέστρεφε στην Ελλάδα  Δεν είναι το ίδιο πράγμα σήμερα όπου όλοι σχεδόν οι τόκοι πάνε στο εξωτερικό.

Έχουμε ξανατονίσει στο παρελθόν ότι η μπάρα για το μέγεθος του πρωτογενούς πλεονάσματος που πρέπει να πετύχει η χώρα το 2016 και τα επόμενα χρόνια πρέπει να κατέβει, σε συνδυασμό με την προσγείωση των προβλεπόμενων ρυθμών ανάπτυξης. Ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους θα μπορούσε να το πετύχει, αλλά εξαρτάται από τους δανειστές που λένε «όχι». 

Τι απομένει πέρα από κάποια νέα μείωση επιτοκίων και χρονική επιμήκυνση της αποπληρωμής των επίσημων δανείων που έχουμε λάβει από την Ε.Ε. και τον ESM/EFSF;

Όσο κι αν ακούγεται παράξενο, η απάντηση είναι να φύγει το ΔΝΤ από τη μέση, που προκρίνει το «κούρεμα» και θεωρεί ότι έχει τεθεί ψηλά η μπάρα για το πρωτογενές πλεόνασμα.

Γιατί;

Το ΔΝΤ είναι εκείνο που ενδιαφέρεται πρωτίστως για τη διαμόρφωση του DSA (Debt Sustainability Analysis), δηλαδή την ανάλυση για τη φερεγγυότητα του ελληνικού χρέους. Το DSA θέτει τους στόχους για το χρέος ως προς το ΑΕΠ το 2020 και το 2022, οι οποίοι προϋποθέτουν την επίτευξη συγκεκριμένων πρωτογενών πλεονασμάτων, επιτοκίων και ρυθμού ανάπτυξης.

Οι κοινοτικοί και οι Γερμανοί γνωρίζουν, ασχέτως αν δεν το λένε, ότι έχουν αναλάβει το ελληνικό δημόσιο χρέος. Ως εκ τούτου, γι' αυτούς δεν έχει τόσο σημασία πού θα βρίσκεται το χρέος ως προς το ΑΕΠ το 2020 ή το 2030, αλλά να εξυπηρετείται κανονικά.

Το τελευταίο προϋποθέτει χαμηλά επιτόκια και μακρά περίοδο αποπληρωμής, που καθιστούν το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος λιγότερο απαιτητικό. Από τη στιγμή λοιπόν που «κούρεμα» του χρέους δεν πρόκειται να γίνει, όπως επιθυμεί το ΔΝΤ, ώστε να προκύψει κατέβασμα της μπάρας για το πρωτογενές πλεόνασμα και λιγότερα νέα μέτρα, η επόμενη εναλλακτική είναι να εγκαταλειφθεί σιωπηρά το DSA.

Όμως, αυτό δεν πρόκειται να γίνει όσο το ΔΝΤ χρηματοδοτεί το ελληνικό πρόγραμμα.

Dr. Money


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v