ΗΠΑ: Στοίχημα τα stress tests των τραπεζών

Τις αντοχές των 19 μεγαλύτερων τραπεζών στις ΗΠΑ εξετάζουν αυτές τις ημέρες 200 ομοσπονδιακοί ελεγκτές της Fed. Ενστάσεις για τη διαφαινόμενη πρόθεση της αμερικανικής κυβέρνησης να τις "περάσει" όλες.

  • του Στέφανου Κορέλλη
ΗΠΑ: Στοίχημα τα stress tests των τραπεζών
Τα stress tests των 19 μεγαλύτερων τραπεζών στις ΗΠΑ είναι στην ουσία τεστ αντοχής της οικονομίας και του χρηματιστηριακού ράλι. Σε αυτό συναινούν όλοι οι αναλυτές, θεωρώντας ότι εάν η πηγή της τρέχουσας πιστωτικής κρίσης καθαριστεί από τα τοξικά της απόβλητα το σύστημα θα αρχίσει να ανεβάζει στροφές.

Ζητούμενο είναι η κυβέρνηση των ΗΠΑ να μην ωραιοποιήσει την κατάσταση. Άλλωστε, η επιτυχία του εγχειρήματος του υπουργού Οικονομικών κ. Τίμοθι Γκάιτνερ θα κρίνει και την αξιοπιστία της κυβέρνησης.

Ειδικότερα, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένονται τα αποτελέσματα των τεστ αντοχής στα οποία υποβάλλονται αυτό το διάστημα οι αμερικανικές τράπεζες. Τα βασικά στοιχεία που εξετάζονται στις 19 τράπεζες είναι οι αντοχές τους στην επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης φέτος και το 2010, στην αύξηση της ανεργίας που έφθασε σε υψηλό 25ετίας τον Μάρτιο (8,5%) και στη μεγαλύτερη πτώση κατά 22% των τιμών των κατοικιών.

Τα stress tests (crash tests τα ονομάζουν ορισμένα δυτικά έντυπα, παίρνοντας τον όρο από την επίσης κλυδωνιζόμενη αυτοκινητοβιομηχανία) διενεργούνται από 200 ομοσπονδιακούς ελεγκτές υπό την εποπτεία της Fed των ΗΠΑ. Το «δώρο» όσων τα περάσουν θα είναι η οικονομική υποστήριξη από το πακέτο μέτρων της αμερικανικής κυβέρνησης.

--- Τα δύο στοιχεία

Προς το παρόν έχουν υπάρξει δύο στοιχεία για τη διαδικασία των stress tests. Κατ’ αρχάς, το υπουργείο Οικονομικών προτίθεται να δημοσιοποιήσει νωρίτερα κάποια αποτελέσματα των stress tests, υπό τον φόβο της διαρροής των αποτελεσμάτων στον Τύπο - γεγονός που θεωρείται ότι θα πλήξει την κεφαλαιοποίηση των ασθενέστερων τραπεζών της χώρας.

Η πίεση για άμεση ανακοίνωση των αποτελεσμάτων προκαλείται από το γεγονός ότι ορισμένες ισχυρές τράπεζες, όπως η Goldman Sachs που άντλησε 5 δισ. δολάρια από την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για να αποπληρώσει το χρέος της προς την κυβέρνηση, εκφράζουν βεβαιότητα για την οικονομική τους θέση, με αποτέλεσμα να αυξάνουν τις πιέσεις στους ανταγωνιστές τους να πράξουν αναλόγως, στρεβλώνοντας έτσι την προσπάθεια διαφάνειας.

Το δεύτερο στοιχείο: η πρόθεση που διαφαίνεται (και γράφεται στον οικονομικό Τύπο) της κυβέρνησης είναι να μην αφήσει καμιά από τις 19 τράπεζες κάτω από τη βάση.

Αυτό, σύμφωνα με ορισμένους, μπορεί να συμβεί διότι στα τεστ αντοχής υιοθετούνται δύο σενάρια: Πρώτο (και αισιόδοξο) είναι ότι το αμερικανικό ΑΕΠ θα συρρικνωθεί φέτος κατά 2% και θα αυξηθεί κατά 2,1% το 2010.

Επίσης, η ανεργία θα φτάσει το 8,8% τον επόμενο χρόνο. Δεύτερο, απαισιόδοξο, σενάριο θεωρείται ότι το ΑΕΠ θα συρρικνωθεί φέτος κατά 3,3% και θα ενισχυθεί το 2010 μόλις κατά 0,5%.

Στο ίδιο πλαίσιο η ανεργία θα ανέβει στο 10,3% το 2010, δηλαδή, πάνω από το 10% που τίθεται όριο αντοχής για την οικονομία και το πιστωτικό σύστημα.

--- Οι αμφιβολίες

Η πρόθεση, όμως, της κυβέρνησης να μην «κόψει» καμιά τράπεζα επικρίνεται από πολλούς, έγκριτους αναλυτές οι οποίοι προβλέπουν ότι όσες βρίσκονται σε δεινή θέση θα αναγκαστούν να ζητήσουν νέα κρατικά κεφάλαια, αφού πλέον δεν θα μπορούν να αντλήσουν ρευστότητα από ιδιώτες.

Αυτό θα πλήξει ευθέως την αξιοπιστία του σχεδίου. Ενδεικτικό είναι ότι ο διάσημος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, κ. Νουριέλ Ρουμπίνι, εκτιμά ότι η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να ζητήσει από το Κογκρέσο επιπλέον κεφάλαια, ενώ το σχέδιο θα λειτουργήσει μόνο για τις φερέγγυες τράπεζες.

Η εκτίμηση του κ. Ρουμπίνι είναι ότι οι αφερέγγυες τράπεζες θα κρατικοποιηθούν και κατόπιν θα πουληθούν στον ιδιωτικό τομέα. Μαζί του συμφωνεί και η διάσημη πλέον (λόγω των εύστοχων προβλέψεών της για την κρίση, πολύ πριν αυτή ξεσπάσει) κ. Μέρεντιθ. Γουίτνεϊ, η οποία δήλωσε ότι ένας μικρός αριθμός τραπεζών θα μείνει υπό την κρατική εποπτεία και κατόπιν θα βρει λύση εκτός κράτους.

Αλλά καθώς είναι δεδομένο ότι οι τράπεζες αυτές είναι ζωτικής σημασίας για τα θεμέλια του αμερικανικού -και κατ’ επέκταση του διεθνούς- οικονομικού συστήματος, η λύση (υπέρ της διάσωσής τους) δεν μπορεί παρά να έχει και πολιτικό χαρακτήρα. 

ΤΑ «ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ» ΚΡΥΒΟΥΝ ΑΛΗΘΕΙΕΣ

Η Wells Fargo και η Goldman Sachs, αρχίζοντας τον χορό των αποτελεσμάτων, ενθουσίασαν τις αγορές με τα αποτελέσματά τους. Σειρά έχουν η Citigroup, η Morgan Stanley και η Bank of America, η μεγαλύτερη τράπεζα σήμερα στις ΗΠΑ.

Το μπαράζ των ανακοινώσεων των εμβληματικών τραπεζικών ιδρυμάτων για τα αποτελέσματα του α΄ τριμήνου στις ΗΠΑ κορυφώνεται και οι χαμηλές μέχρι τώρα επιδόσεις και προσδοκίες στρώνουν το έδαφος για τον ενθουσιασμό στην περίπτωση των ηχηρών κερδών. Μάλιστα, υπάρχουν προβλέψεις ακόμη και για τριψήφια αύξηση κερδών το β΄ εξάμηνο του 2009 συγκριτικά με τα καταστροφικά γ΄ και δ΄ τρίμηνα του 2008.

Όμως, πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι οι επενδυτές δεν πρέπει να εστιάζουν μόνο στα αποτελέσματα του α΄ τριμήνου, τα οποία δίνουν λανθασμένη εικόνα, την ίδια στιγμή που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναθεώρησε και επισήμως με την εαρινή του έκθεση την εκτίμησή του ότι η αξία των τοξικών τίτλων διεθνώς ανέρχεται στα 4 τρισ. δολ., από 2,2 τρισ. δολ. που προέβλεπε τον Ιανουάριο.

Χαρακτηριστικό είναι σχετικό ρεπορτάζ του ειδησεογραφικού πρακτορείου Bloomberg, σύμφωνα με το οποίο η πρόσφατη κατάργηση του κανόνα mark to market δίνει τη δυνατότητα στις τράπεζες για ευνοϊκότερη αποτίμηση των αξιών στα χαρτοφυλάκιά τους.

Μόνο η αλλαγή των λογιστικών κανόνων δίνει περιθώριο για αύξηση έως και 20% στους ισολογισμούς των τραπεζών και μέχρι 15% άνοδο στα κέρδη τους.

Ειδικά, θεωρείται ότι πολλές αναγνώσεις δέχονται τα αποτελέσματα των πρώην επενδυτικών τραπεζών, όπως η Goldman Sachs και η Morgan Stanley. Η Goldman Sachs παρουσίασε το α΄ τρίμηνο υπερδιπλάσια κέρδη σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις των αναλυτών, ενθουσιάζοντας το επενδυτικό κοινό.

Όμως, οι επενδυτικές τράπεζες αναγκάστηκαν να αλλάξουν οικονομικό έτος (ως επενδυτικές το έτος έληγε τον Νοέμβριο, τώρα όμως ως εμπορικές ταυτίζεται με το ημερολογιακό). Έτσι, θα βγάλουν ξεχωριστά αποτελέσματα αποκλειστικά για τον Δεκέμβριο. Σε αυτά μπορούν να περάσουν όσες απώλειες θέλουν.

Ενδεικτικό είναι ότι οι ζημίες του 1 δισ. δολ. που είχε η Goldman Sachs μόνο τον Δεκέμβριο αντιστοιχούν στο 60% των κερδών που ανακοίνωσε για το α΄ τρίμηνο του 2009. Προβληματίζει, επίσης, η αύξηση πάνω από 50% του επενδυτικού ρίσκου στο χαρτοφυλάκιό της, σε μια περίοδο όπου έχει αρχίσει η διαδικασία απομόχλευσης.

Ταυτόχρονα, υπάρχουν αναφορές ότι παρά τη γενική εικόνα του τριμήνου ο Μάρτιος έδειξε κάμψη στις δραστηριότητες των τραπεζών έναντι του α΄ διμήνου. Γεγονός που δείχνει ότι μπορεί η γενική εικόνα να ενθουσιάζει, όμως δεν συμβαίνει το ίδιο και με τα κρίσιμα επιμέρους στοιχεία...

* Αναδημοσίευση από το 579ο φύλλο της εφημερίδας ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ, 24 - 28 Απριλίου 2009.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v