ΕΚΤ: Βλέπει ενίσχυση ανάπτυξης και πτώση ανεργίας

Την πρόθεσή της για τη διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλό επίπεδο διατυπώνει η ΕΚΤ στη μηνιαία έκθεσή της, στην οποία ακόμη επισημαίνεται ότι θα αποφύγει οποιαδήποτε παρέμβαση στις ισοτιμίες, ενώ στηρίζει την προσφυγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εναντίον του Ecofin.

ΕΚΤ: Βλέπει ενίσχυση ανάπτυξης και πτώση ανεργίας
του Αργύρη Παναγόπουλου

Η ΕΚΤ θα διατηρήσει χαμηλά τα επιτόκια, θα αποφύγει οποιαδήποτε παρέμβαση στις ισοτιμίες, διαμέσου μείωσης των επιτοκίων ή αγοράς δολαρίων, ενώ στηρίζει την προσφυγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εναντίον του Ecofin για το σεβασμό του Σύμφωνου Σταθερότητας.

Αυτά προκύπτουν από την μηνιαία έκθεση της ευρωπαϊκής τράπεζας για το μήνα Φεβρουάριο.

O Ζαν - Κλοντ Τρισέ υποσχέθηκε ενίσχυση της ανάπτυξης και οριακή μείωση της ανεργίας το 2004, υποχώρηση της ανάπτυξης το 2005 και σημαντική μείωση της ανεργίας έως τα τέλη της δεκαετίας.

Η ΕΚΤ διόρθωσε ανοδικά τις προβλέψεις για την ανάπτυξη το 2004 κατά 0,1% στο 1,8%, ενώ αντίθετα μείωσε οριακά αυτές για την ανάπτυξη του 2005.

Παράλληλα, κάλεσε τις εθνικές κυβερνήσεις να υλοποιήσουν άμεσα τις απαραίτητες δομικές μεταρρυθμίσεις, που θα αποβούν προς όφελος των ευρωπαϊκών κοινωνιών, βελτιώνοντας ουσιαστικά τα εισοδήματα.

Η μηνιαία έκθεση της ΕΚΤ για το Φεβρουάριο, που περιλαμβάνει και τις προβλέψεις των αναλυτών και των οικονομικών θεσμών που δεν έχουν έδρα στην κοινότητα, εκτιμά ότι το 2005 η ανάπτυξη θα φθάσει στο 2,2%, σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις για 2,3%.

Η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας και η αύξηση της εγχώριας ζήτησης, θα αποτελέσουν τους βασικούς παράγοντες ανάπτυξης για το τρέχον έτος, παρόλο που διεθνώς καταγράφονται ανοδικές τάσεις των επιτοκίων που θα περιορίσουν τη δυναμική της.

Σε ό,τι αφορά στην ανεργία, η ευρωπαϊκή νομισματική αρχή μείωσε τις προβλέψεις της στο 8,8% για το 2004, εκτιμώντας ότι η ανάπτυξη για το τρέχον έτος δεν θα είναι επαρκής για να αυξήσει ουσιαστικά την απασχόληση, ενώ το 2005 η ανεργία θα υποχωρήσει στο 8,5%, για να συνεχίσει να υποχωρεί φθάνοντας το 7,4% το 2008.

Η Κεντρική Τράπεζα της ευρωζώνης υποβάθμισε τους κινδύνους εμφάνισης ανησυχητικών πληθωριστικών πιέσεων, διορθώνοντας όμως ανοδικά τις προβλέψεις για τον εναρμονισμένο πληθωρισμό κατά 0,2% στο 1,8% για το 2004 και κατά 0,1% (στο 1,7%) για το 2005.

Παράλληλα, δήλωσε ότι ανησυχεί από τις έντονες διακυμάνσεις των ισοτιμιών, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για σταθεροποίηση των συναλλαγματικών αγορών.

Ενδεικτικό στοιχείο της πολιτικής που ακολουθεί η ΕΚΤ έναντι της ανατίμησης του ευρώ μετά την άτυπη σύνοδο των αξιωματούχων του G-7 στη Φλόριντα, είναι ότι η ευρωπαϊκή νομισματική αρχή απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά στην ανατίμηση του ευρώ και στις συνέπειες της.

H ΕΚΤ προειδοποίησε τις εθνικές κυβερνήσεις ότι η φορολογική πολιτική που ακολουθούν, θα πρέπει να είναι συνεπής με τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει για το 2004. ενώ υπογράμμισε ότι η εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών είναι απαραίτητη για τη σταθεροποίηση των οικονομιών της ευρωζώνης στο μακροπρόθεσμο διάστημα και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών, της ανάπτυξης και της απασχόλησης στην ευρωζώνη.

Ο Ζ.Κ. Τρισέ υπογράμμισε ακόμη ότι η βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών δεν αρκεί για τη σταθεροποίηση της ευρωζώνης, γεγονός που καθιστά απαραίτητη την υιοθέτηση μεταρρυθμίσεων.

Η ταχύτατη υιοθέτηση δομικών μεταρρυθμίσεων, στα πλαίσια της απόφασης της Συνόδου της Λισσαβόνας, επιρρίπτεται από την ΕΚΤ ως ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων, των εθνικών κοινοβουλίων και των ενδιαφερόμενων κοινωνικών πλευρών.

Παράλληλη η ευρωπαϊκή νομισματική αρχή στηρίζει τις κινήσεις όλων των κυβερνήσεων που προωθούν τις δομικές μεταρρυθμίσεις που έχει προτείνει η ευρωπαϊκή κυβέρνηση και η ευρωπαϊκή νομισματική αρχή, ενώ εξέφρασε την πλήρη υποστήριξή της στην πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ολοκλήρωση των στόχων της Συνόδου της Λισσαβόνας για το 2004.

Η ΕΚΤ κάλεσε επίσης τους οικονομικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς των χωρών της ευρωζώνης να ”πείσουν” το δημόσιο τομέα για την ανάγκη υιοθέτησης των δομικών μεταρρυθμίσεων αυτών, οι οποίες θα αποδειχθούν προς το συμφέρον ολόκληρων των εθνικών κοινωνιών σε ό,τι αφορά στην ανάπτυξη, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και της αύξησης των αποδοχών.



Η δυναμική αύξηση των αποδοχών παραμένει περιορισμένη εξαιτίας της αύξησης της ανεργίας και της σταδιακής – αργής ανάκαμψης.

Η άνοδος των χρηματιστηριακών αγορών της ευρωζώνης, επιβεβαιώνει για την ΕΚΤ τη σταδιακή ανάκαμψη των ευρωπαϊκών οικονομιών.

Στο βραχυπρόθεσμο όμως διάστημα η ΕΚΤ αναγνωρίζει ότι εγκυμονούν ορισμένοι κίνδυνοι από τη γεωπολιτική αστάθεια και την εμφάνιση αρκετών ανισοτήτων, που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την επιτάχυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Η ανατίμηση του ευρώ προσφέρει, παράλληλα, ”φθηνές” πρώτες ύλες, οι τιμές των οποίων υπολογίζονται σε δολάρια.

Η ΕΚΤ υπογραμμίζει ότι η σταθεροποίηση των ισοτιμιών αποτελεί σημαντικό στοιχείο που θα εγγυηθεί την διατήρηση της ανάπτυξης, κρούοντας παράλληλα τον κώδωνα του κινδύνου για τη συνέχιση των έντονων διακυμάνσεων τους.

Την ίδια στιγμή όμως αποφεύγει να προχωρήσει σε οποιαδήποτε αναφορά στην αδυναμία της ίδιας ή των υπολοίπων μεγάλων Κεντρικών Τραπεζών και εθνικών κυβερνήσεων να περιορίσουν τις έντονες διακυμάνσεις, όπως επίσης αποφεύγει οποιαδήποτε αναφορά στις παρεμβάσεις των ιαπωνικών αρχών για τη στήριξη του δολαρίου.

Ο τραπεζικός θεσμός της ευρωζώνης χρησιμοποιεί την ίδια ορολογία που χρησιμοποίησε χθες ο πρόεδρος της Fed Άλαν Γκρίνσπαν, για να προσδιορίσει την αμερικανική νομισματική πολιτική, κρίνοντας ότι το επίπεδο των επιτοκίων στην ευρωζώνη είναι το πλέον ”κατάλληλο”.

Η ΕΚΤ υπερασπίστηκε για άλλη μια φορά το Σύμφωνο Σταθερότητας ως πυλώνα της νομισματικής σταθερότητας, ενώ παράλληλα αναγνώρισε την ανάγκη ”εικονικής” βελτίωσής του που αποτρέπει οποιαδήποτε χαλάρωση των παραμέτρων του.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι ”μεταρρυθμίσεις” που προτείνει η ΕΚΤ στο Σύμφωνο σταθερότητας, αφορούν στον περιορισμό των δομικών ανισοτήτων και την ενίσχυση των κινήτρων για τον ταχύτερο ισοσκελισμό των δημοσίων ελλειμμάτων.

Η ευρωπαϊκή νομισματική αρχή πραγματοποίησε ουσιαστική πολιτική στροφή έναντι ”ανταγωνιστικών” κοινοτικών θεσμών με τους οποίους έχει έρθει σε σκληρή αντιπαράθεση τους τελευταίους μήνες, όπως την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ecofin.

Η μηνιαία έκθεση της ευρωπαϊκής νομισματικής αρχής αποδίδει στρατηγικό χαρακτήρα στη διαγώνια συμμαχία της με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή εναντίον της απόφασης του Ecofin του προηγούμενου Νοεμβρίου.

Η ΕΚΤ εκτιμά ότι η απόφαση του Νοεμβρίου του Ecofin, που απέτρεψε την επιβολή κυρώσεων εναντίον της Γαλλίας και της Γερμανίας για την παραβίαση του Συμφώνου Σταθερότητας σε ό,τι αφορά στην εκτίναξη των δημοσίων ελλειμμάτων πάνω από το όριο του 3% του ΑΕΠ, αποτελεί ένα αρνητικό προηγούμενο.

Για πρώτη φορά σε επίσημο ντοκουμέντο της η ΕΚΤ υπογραμμίζει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποτελεί τον εγγυητή του Συμφώνου Σταθερότητας και ανάπτυξης και ότι η ευρωπαϊκή νομισματική αρχή σέβεται την απόφασή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να κινηθεί εναντίον του Ecofin προσφεύγοντας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για να διασφαλίσει τη νομιμότητα στην κοινότητα.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v