Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ποιοι κίνδυνοι απειλούν τώρα τις αγορές

Τι προβλέπουν οι διεθνείς οίκοι για τον τραπεζικό τομέα και τα εταιρικά κέρδη. Σημείο-κλειδί τα μεγέθη Q2 των κορυφαίων τραπεζών ανά την υφήλιο. Παραμένει ο κίνδυνος για πληθωρισμό, αλλά και ύφεση στις ΗΠΑ. 

  • της Σοφίας Ζαφείρη
Ποιοι κίνδυνοι απειλούν τώρα τις αγορές
Πιστωτική κρίση, πληθωριστικές πιέσεις, «έκρηξη» πετρελαίου και κυρίως νέες προειδοποιήσεις από κορυφαίους χρηματοοικονομικούς ομίλους για περαιτέρω ζημίες και απομειώσεις ενεργητικού συνθέτουν το σκηνικό που μοιάζει να επικρατεί στο προσκήνιο των αγορών για το επόμενο διάστημα.

Άλλωστε το «πρώτο χτύπημα» κατέφθασε από τη Lehman Brothers, η οποία προβλέπει ότι οι ζημίες της στο β΄ τρίμηνο θα φτάσουν στα 2,8 δισ. δολάρια, προχωρώντας και σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου έξι δισ. δολαρίων, προκειμένου -πιθανώς- να κατευνάσει τον φόβο των αγορών ότι μετά την Bear Stearns θα είναι το επόμενο «ηχηρό θύμα».

Τα οικονομικά αποτελέσματα των επενδυτικών τραπεζών, κατά κύριο λόγο στις ΗΠΑ αλλά και σε ορισμένους ευρωπαϊκούς ομίλους-θύματα της κρίσης, θα αποτελέσουν τον παράγοντα που μπορεί να καθορίσει την επόμενη ημέρα των αγορών, με τους αναλυτές πάντως να εξετάζουν αρκετά «εφιαλτικά σενάρια», μόλις ενάμιση μήνα πριν από την «επέτειο» της πιστωτικής αποστράγγισης.

Η πλέον απαισιόδοξη αναλύτρια της Wall Street, κ. Meredith Whitney -η οποία, όμως, διαθέτει τον «πρότερο απόλυτα πετυχημένο βίο» ορθών προβλέψεων- είναι απόλυτα σαφής στις εκτιμήσεις της της. Αναμένει επιπλέον διαγραφές ενεργητικού ύψους 10 δισ. δολαρίων από Citigroup, Merrill Lynch και UBS.

Επιβεβαίωση ενός τέτοιου σεναρίου έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει κορυφαίους δείκτες -με πρώτο τον Dow Jones- στα προηγούμενα χαμηλά των αρχών Μαρτίου, αν και ο δείκτης ακόμη και μετά την κάθετη πτώση στις 6/6 βρίσκεται σχεδόν 600 μονάδες υψηλότερα από αυτό το επίπεδο.

Βάσει πρόσφατης έκθεσης της Citigroup ("Global Equity Strategist"/Ιούνιος 2008), η μέση πρόβλεψη των αναλυτών για τα κέρδη των εταιριών που είναι εισηγμένες στον S&P 500 αγγίζει το 7%, ενώ στις αρχές του έτους έφτανε στο 15%.  Και δεν αποκλείεται να υπάρξουν νέες περικοπές στις προσδοκίες των αναλυτών, καθώς οι επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης διαχέονται στις οικονομίες.

Ακόμη πιο αρνητική η εικόνα για τις ευρωπαϊκές εταιρίες, καθώς εκ νέου η Citigroup ("European Portfolio Strategist"/Ιούνιος 2008) με τη μέση πρόβλεψή της τοποθετεί την άνοδο κερδών στο 3% για το σύνολο του 2008, ενώ στα τέλη Ιανουαρίου η ίδια πρόβλεψη ήταν για αύξηση κατά 11%.

Μάλιστα για τις ευρωπαϊκές εταιρίες ο αμερικανικός οίκος θεωρεί ότι ακόμη και αυτό το 3% πιθανώς να αποδειχτεί «ιδιαίτερα αισιόδοξο», αφήνοντας να εννοηθεί ότι κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει περαιτέρω υποβαθμίσεις είτε από τις ίδιες τις εταιρίες είτε από αναλυτές.

«Περάσαμε μία σαφή περίοδο όπου βρεθήκαμε αντιμέτωποι με ξεκάθαρους υψηλούς κινδύνους για το διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα. Θεωρώ ότι θα πρέπει να προετοιμαστούμε για ακόμη πιο έντονους κινδύνους, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την πορεία συγκεκριμένων εταιριών», σημειώνει ο κ. Tobias Levkovich, κορυφαίος αναλυτής της Citigroup, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο πρακτορείο Reuters.

Στασιμοπληθωρισμός και πετρελαϊκό ράλι

Σαφέστατα σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου οι εταιρίες και οι καταναλωτές καλούνται να «συνηθίσουν» το πετρέλαιο σε δυσθεώρητα ύψη, με τα 100 δολάρια -έπειτα από μερικούς μήνες- να θεωρούνται ακόμη και επιθυμητός στόχος, είναι απόλυτα σαφές ότι οι αγορές δεν θα μπορούν να «ησυχάσουν».

Ο φόβος στασιμοπληθωρισμού σε ΗΠΑ και Ευρώπη, ο κίνδυνος σημαντικού περιορισμού της ανάπτυξης στους «στυλοβάτες» της παγκόσμιας οικονομίας, όπως η Ινδία και η Κίνα, αλλά και οι πρόσφατες σαφείς δηλώσεις εκ μέρους των επικεφαλής ΕΚΤ και Fed ότι το επόμενο βήμα θα είναι η αύξηση επιτοκίων συντελούν σε περαιτέρω επιδείνωση του, ήδη, αρνητικού κλίματος για τις μετοχικές αξίες.

Οι προοπτικές για το πετρέλαιο σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να χαρακτηριστούν υποστηρικτικές για αγορές μετοχών (πέραν του ενεργειακού κλάδου) αλλά και για τις ίδιες τις πραγματικές οικονομίες.

Οι μεγαλύτεροι χρηματιστηριακοί οίκοι φροντίζουν να «προσαρμοστούν» στις εξελίξεις προχωρώντας σε αναβαθμίσεις της μέσης πρόβλεψής τους (Citigroup) αλλά και καθιστώντας σαφές ότι τα 150 δολάρια ανά βαρέλι (Merrill Lynch, Goldman Sachs) δεν θα πρέπει να θεωρούνται, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, «απάτητη περιοχή».

Ο «αποχαιρετισμός» στο decoupling

Η διαμάχη σχετικά με το decoupling αναδυόμενων και ανεπτυγμένων αγορών, η οποία ξεκίνησε από τις αρχές του έτους, μοιάζει όλο και περισσότερο να «γέρνει την πλάστιγγα» προς την πλευρά αυτών που υποστηρίζουν ότι οι διεθνείς αγορές αποτελούν «συγκοινωνούντα δοχεία».

Το παραπάνω επιχείρημα, τονίζουν οι υποστηρικτές του, μπορεί να αποδειχτεί από απλά στατιστικά στοιχεία. Ποια είναι αυτά; Μα η πορεία των βασικών αναδυόμενων αγορών από την αρχή του έτους. Με τον κινεζικό CSI 300 κατά 39% χαμηλότερα, τον Shanghai Composite με απώλειες 37%, την ινδική αγορά με πτώση 27% και την τουρκική με αποδυνάμωση 28%, η θεωρία του decoupling μοιάζει -τουλάχιστον προς το παρόν- να μας εγκαταλείπει.

Ποια θα μπορούσε, λοιπόν, να είναι η καλύτερη στάση των επενδυτών, τουλάχιστον έως ότου υπάρξουν οι πρώτες ενδείξεις για το πού κατευθύνθηκε η εταιρική κερδοφορία στο β΄ τρίμηνο;

Η Morgan Stanley ("Asset Allocation and Investment Strategy Digest"/Ιούνιος 2008) προσφέρει μία συνετή αν και... ασαφή διέξοδο: «Προσοχή, υπομονή, έως ότου υπάρξουν περισσότερο σαφείς ενδείξεις ότι οι ΗΠΑ δεν οδηγούνται σε "βαθιά" και μακροχρόνια ύφεση».

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v