Tη στιγμή που άπαντες προβλέπουν ότι η αμερικανική κεντρική τράπεζα (Fed) θα διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια στη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής του Σεπτεμβρίου, το επίκεντρο του ενδιαφέροντος των κεντρικών τραπεζών μετατοπίζεται στην ευρωπαϊκή πλευρά του Ατλαντικού.
Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το αν θα αυξήσει ξανά τα επιτόκια στη σημερινή συνεδρίασή της φαίνεται απόλυτα αμφίρροπη, παρατηρεί σε άρθρο του στους Financial Times ο Krishna Guha, αντιπρόεδρος της συμβουλευτικής Evercore και πρώην μέλος της Fed Νέας Υόρκης. Σε πιο χαμηλούς τόνους διεξάγεται η σχετική συζήτηση στην Τράπεζα της Αγγλίας, συνεχίζει, όπου εύλογα αναμένεται αύξηση επιτοκίων αργότερα αυτό τον μήνα, χωρίς όμως να αποκλείεται και μια αιφνιδιαστική παύση.
Πίσω από τις βραχυπρόθεσμες κινήσεις μαίνεται ένα μεγαλύτερο ντιμπέιτ σχετικά με το πόσο μακροπρόθεσμη νομισματική πολιτική μπορεί να αντέξει οικονομικά η συγκυρία και πόσο αξιόπιστο είναι να αντικατασταθούν οι περαιτέρω αυξήσεις με μια πολιτική διατήρησης των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Το θέμα είναι, με άλλα λόγια, πώς ένα σύνθημα «υψηλά για περισσότερο καιρό» (high for longer), εφόσον δοθεί, θα εναρμονίζεται με μια προσέγγιση εξάρτησης των αποφάσεων από τα δεδομένα, αλλά και με την επιθυμία των κεντρικών τραπεζών να μείνουν μακριά από «περαιτέρω καθοδήγηση» για τα επιτόκια.
Η Fed, συνεχίζει ο Guha, ακολουθεί πιο απλή συλλογιστική. Θα σταματήσει τις αυξήσεις τον Σεπτέμβριο, διατηρώντας με αυστηρό και αποφασιστικό τόνο την επιλογή περαιτέρω αυξήσεων, σε μια σταδιακή μετάβαση στην πολιτική της αναμονής. Θα αυξήσει ξανά τα επιτόκια μόνο εάν φρενάρει η πρόοδος στον πληθωρισμό και η εξισορρόπηση της αγοράς εργασίας, εν μέσω ισχυρότερης ανάπτυξης, από την αναμενόμενη.
Το μεγαλύτερο μέρος του ντιμπέιτ στη Φρανκφούρτη αφορά το κατά πόσο η ΕΚΤ θα κινηθεί προς μια «γερακίσια παύση», με μηνύματα που θα φωτογραφίζουν αύξηση επιτοκίων ξανά τον Οκτώβριο, εάν δεν μετριαστεί σημαντικά ο πληθωρισμός, ή θα προχωρήσει σε άλλη μια αύξηση αλλά με πιο ουδέτερο μήνυμα για το μέλλον.
Υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για να σταματήσει η ΕΚΤ τον Σεπτέμβριο, καθώς υποχωρεί αργά ο βασικός πληθωρισμός, ευθυγραμμίζεται με τις προβλέψεις η αύξηση μισθών και επιβραδύνεται η οικονομία. Δεν έχει νόημα η άποψη ότι πρέπει να αυξηθούν τα επιτόκια, πριν κλείσει το «παράθυρο ευκαιρίας»: μια κεντρική τράπεζα δεν πρέπει ποτέ να κάνει κάτι που δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει έναν ή δύο μήνες αργότερα, τονίζει ο Guha. Ωστόσο, ο βραχυπρόθεσμος πληθωρισμός είναι σταθερός και οι τιμές της ενέργειας ανέβηκαν ξανά, πιθανώς στρέφοντας τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σε ακόμη μια άνοδο, που θα έστελνε επιθετικό μήνυμα σε εταιρείες και συνδικάτα.
Η BoE, αν και η αγορά στοιχηματίζει με 80% άλλη μια άνοδο, τις τελευταίες εβδομάδες στέλνει πιο επιφυλακτικά μηνύματα, ύστερα από την άνοδο της ανεργίας που θα μπορούσε να δώσει περαιτέρω ανεκτικότητα σε μέτριο πληθωρισμό μισθών και τιμών στο μέλλον. Και εδώ μπαίνει στο κάδρο η βιωσιμότητα της επιλογής να αντικατασταθούν τυχόν νέες αυξήσεις με μια πολιτική διατήρησης των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Ο Huw Pill, επικεφαλής οικονομολόγος της BoE, εξέθεσε πρόσφατα την προτίμησή του για χαμηλότερη κορυφή αλλά μεγαλύτερη διάρκεια. Από την άλλη, η Isabel Schnabel, μέλος του συμβουλίου της ΕΚΤ, έχει προειδοποιήσει πως δεν είναι δυνατή «η ανταλλαγή της ανάγκης για περαιτέρω σύσφιξη με μια υπόσχεση διατήρησης υψηλών επιτοκίων επί μακρόν».
Η απάντηση δεν είναι απόλυτη, επισημαίνει ο ο Krishna Guha. Θεωρητικά, μια κεντρική τράπεζα μπορεί να θέσει τα επιτόκια σε σημαντικά περιοριστικά επίπεδα για μικρότερο χρονικό διάστημα ή να επιλέξει πιο μέτρια επίπεδα περιορισμού για περισσότερο καιρό. Μια πιο ομαλή διαδρομή είναι προτιμότερη από τα απότομα σκαμπανεβάσματα, δίνοντας χρόνο για αξιολόγηση των δεδομένων.
Η ΕΚΤ είναι σε καλύτερη θέση από την BoE αυτή τη στιγμή για να προκρίνει τη διάρκεια έναντι της κορύφωσης. Η αγωνία και των δύο τραπεζών να συμβιβάσουν την πολιτική «high for longer» με την εξάρτηση από τα δεδομένα και την αποστροφή για περαιτέρω καθοδήγηση είναι αχρείαστη. Οι κεντρικές τράπεζες, καταλήγει το πρώην μέλος της Fed, θα πρέπει πάντα να κοινοποιούν τη δική τους «συνάρτηση αντίδρασης» -δηλαδή τη στρατηγική που θεωρούν κατάλληλη για να φτάσει ο πληθωρισμός στον στόχο, αλλά και τον τρόπο επικαιροποίησης της πολιτικής επιτοκίων όσο ανακύπτουν νέες πληροφορίες, ακριβώς για να στηριχτούν οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό.
Αυτό δεν συνιστά αμφιλεγόμενη μελλοντική καθοδήγηση, αλλά την ουσία της κεντρικής τραπεζικής.