Ο ρόλος των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας σε μια οικονομία της γνώσης είναι σημαντικός, καθώς αυτά διασφαλίζουν τη δυνατότητα των επιχειρήσεων και των δημιουργών να αντλούν κέρδη από τα προϊόντα διανοίας τους. Επίσης, παρέχουν στους καταναλωτές εγγυήσεις ποιότητας και ασφάλειας. Ωστόσο, σε ειδική έκθεση που δημοσίευσε σήμερα, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ) προειδοποιεί ότι η αποτελεσματικότητα του ενωσιακού νομικού πλαισίου για την προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας δεν είναι η βέλτιστη δυνατή.
Παρότι το πλαίσιο παρέχει ορισμένες εγγυήσεις, εξακολουθούν να υπάρχουν ελλείψεις, ιδίως στην οδηγία για τα σχέδια και υποδείγματα της ΕΕ και στον μηχανισμό τελών της ΕΕ. Οι ελεγκτές τονίζουν ότι η καλύτερη εναρμόνιση θα ήταν επωφελής τόσο για τα ενωσιακά όσο και για τα εθνικά συστήματα.
Τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (ΔΔΙ) είναι καίριας σημασίας για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι κλάδοι έντασης ΔΔΙ παράγουν σχεδόν το ήμισυ (45%) της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας της ΕΕ, αξίας 6,6 τρισ. ευρώ, και παρέχουν σχεδόν το ένα τρίτο (29%) της συνολικής απασχόλησης στην Ένωση. Τα προϊόντα παραποίησης/απομίμησης εκτιμάται ότι ευθύνονται για απώλειες πωλήσεων στη νόμιμη οικονομία ύψους 83 δισ. ευρώ ετησίως. Σύμφωνα με πρόσφατη εκτίμηση του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της ΕΕ (EUIPO), εάν το πρόβλημα αντιμετωπιζόταν αποτελεσματικά, η οικονομία της Ένωσης θα κέρδιζε 400.000 θέσεις εργασίας.
Τα προϊόντα παραποίησης/απομίμησης ενέχουν επίσης σημαντικούς κινδύνους ασφάλειας, όπως καταδείχθηκε πρόσφατα, κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19. Για τους λόγους αυτούς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, άλλα όργανα της ΕΕ, όπως το EUIPO, και οι αρχές των κρατών μελών καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες προκειμένου να διασφαλίσουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας σε ολόκληρη την ενιαία αγορά της ΕΕ.
«Τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας είναι ζωτικής σημασίας για την ενωσιακή οικονομία, καθώς ενθαρρύνουν την καινοτομία και τις επενδύσεις, ενώ ταυτόχρονα αποθαρρύνουν την παραποίηση/απομίμηση και τις επιβλαβείς επιπτώσεις της», δήλωσε η Ildikó Gáll-Pelcz, μέλος του ΕΕΣ και αρμόδια για τον έλεγχο. «Εντούτοις, το ισχύον ενωσιακό πλαίσιο δεν προστατεύει επαρκώς όλα τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας. Ευελπιστούμε ότι οι συστάσεις μας θα βοηθήσουν την ΕΕ να ενισχύσει την παρεχόμενη προστασία στον βαθμό που απαιτεί η ενιαία αγορά».
Παρότι αναγνωρίζουν ότι έχουν θεσπιστεί νομοθετικά και υποστηρικτικά μέτρα για την προστασία των σημάτων της ΕΕ, οι ελεγκτές επισημαίνουν παράλληλα ελλείψεις στην οδηγία για τα σχέδια και υποδείγματα της ΕΕ, η οποία θα πρέπει να επιφέρει τις ίδιες έννομες συνέπειες σε ολόκληρη την Ένωση. Ως έχει σήμερα, το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ για τα σχέδια και υποδείγματα είναι ελλιπές και παρωχημένο, με αποτέλεσμα τα εθνικά και τα ενωσιακά συστήματα να μην είναι εναρμονισμένα. Το γεγονός αυτό επιτρέπει την εφαρμογή αποκλινουσών πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τις διαδικασίες αίτησης, εξέτασης, δημοσίευσης και καταχώρισης, κάτι που οδηγεί σε ανασφάλεια δικαίου.
Επιπλέον, οι ελεγκτές εφιστούν την προσοχή στην απουσία ενός πανευρωπαϊκού καθεστώτος προστασίας για το σύνολο των προϊόντων. Το πλαίσιο της ΕΕ για τις γεωγραφικές ενδείξεις δεν καλύπτει μη γεωργικά προϊόντα, όπως βιοτεχνικά προϊόντα και βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα, αν και ορισμένα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει νομοθεσία για την προστασία τους.
Οι ελεγκτές θέτουν επίσης υπό αμφισβήτηση τον μηχανισμό τελών της ΕΕ, καθώς παρατήρησαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των τελών που επιβάλλονται σε επίπεδο ΕΕ και εκείνων που χρεώνουν οι εθνικές αρχές. Διαπίστωσαν ότι η δομή των τελών σε σχέση με τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας της ΕΕ δεν αντικατοπτρίζει το πραγματικό κόστος.
Μολονότι υπάρχουν κριτήρια για τον καθορισμό των τελών σε επίπεδο ΕΕ, οι ελεγκτές θεωρούν ότι δεν υπάρχει σαφής μέθοδος για τον προσδιορισμό της δομής και του ύψους τους, με αποτέλεσμα υπερβολικά υψηλά τέλη, που οδηγούν στη συσσώρευση πλεονασμάτων (άνω των 300 εκατ. ευρώ στους λογαριασμούς του EUIPO για το 2020). Οι ελεγκτές επισημαίνουν ότι αυτό αντιβαίνει στην αρχή του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού που ορίζεται στη νομοθεσία της ΕΕ.
Μολονότι σε επίπεδο ΕΕ υπάρχει ένα πλαίσιο επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, το οποίο λειτουργεί σε γενικές γραμμές ικανοποιητικά, οι ελεγκτές επισημαίνουν ορισμένες αδυναμίες στην εφαρμογή του. Ειδικότερα, η οδηγία σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας δεν εφαρμόζεται ομοιόμορφα σε ολόκληρη την ΕΕ και, ως εκ τούτου, δεν διασφαλίζει συστηματικά υψηλό επίπεδο προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας στην εσωτερική αγορά. Επιπλέον, αδυναμίες και ασυνέπειες στους τελωνειακούς ελέγχους που διενεργούνται στα κράτη μέλη υπονομεύουν την επιβολή των εν λόγω δικαιωμάτων και την καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης. Ως εκ τούτου, η προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στην ΕΕ διαφέρει ανάλογα με τον τόπο εισαγωγής.
Οι ελεγκτές σημειώνουν επίσης ότι στα επιμέρους κράτη μέλη εφαρμόζονται διαφορετικές πρακτικές όσον αφορά την καταστροφή των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης, και προειδοποιούν ότι οι διαφορές αυτές μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα οι παραποιητές/απομιμητές να επιλέγουν τον τόπο εισαγωγής των εμπορευμάτων τους στην ΕΕ με κριτήριο το επίπεδο των ελέγχων και των κυρώσεων.