Ολοκληρώθηκε έπειτα από 135 λεπτά η συνάντηση του ομοσπονδιακού προέδρου Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ με τους αρχηγούς της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD). Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η Άγκελα Μέρκελ, ο Χορστ Ζεεχόφερ και ο Μάρτιν Σουλτς αποχώρησαν από το προεδρικό ανάκτορο Bellevue χωρίς να προβούν σε δηλώσεις, ενώ σήμερα το πρωί θα διαβουλευθούν με τα ηγετικά στελέχη των κομμάτων τους.
Για «άγνωστο αποτέλεσμα» κάνει λόγο η εφημερίδα Bild, ενώ μια «ασαφή έκβαση, καθώς οι συμμετέχοντες συμφώνησαν σε εμπιστευτικότητα» είδε το περιοδικό Der Spiegel.
Λίγο νωρίτερα, ο υπουργός Εξωτερικών και πρώην αρχηγός του SPD Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, σε ζωντανή σύνδεση με το ZDF από την Ουάσιγκτον, δήλωσε ότι το κόμμα του δεν βρίσκεται υπό πίεση χρόνου. «Κανείς δεν μπορεί να νομίζει ότι θα προχωρήσει γρήγορα. Και κανείς δεν μπορεί να περιμένει από το SPD, μετά την αποτυχία της Τζαμάικα, να πει "υπέροχα, συνεχίζουμε", μόνο για να διατηρήσει μια-δυο θέσεις στην κυβέρνηση», δήλωσε.
Χθες, το Οικονομικό Συμβούλιο του CDU ζήτησε από την ηγεσία του κόμματος να εξετάσει την πιθανότητα σχηματισμού κυβέρνησης μειοψηφίας υπό την Άγκελα Μέρκελ και να εγκαταλείψει τα σχέδια για «μεγάλο» συνασπισμό, με το επιχείρημα ότι το SPD, προκειμένου να συμμετάσχει, θα επιβάλει πολύ υψηλά ανταλλάγματα στην κοινωνική πολιτική.
Μάχη για την πολιτική επιβίωση της Μέρκελ
Όπως σχολίαζε χθες το Spiegel στη διαδικτυακή του έκδοση, ξεκίνησε η μάχη για την πολιτική επιβίωση της καγκελαρίου. «[…] Η Μέρκελ πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να συγκροτηθεί αυτή η συμμαχία», διότι «μόνον αυτή τής διασφαλίζει μια σταθερή θέση ισχύος».
Αυτό βέβαια, όπως σημειώνει η Deutsche Welle, την καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτη σε υπερβολικές παραχωρήσεις έναντι των Σοσιαλδημοκρατών. Δεν είναι τυχαίο ότι επιφανή στελέχη της συντηρητικής παράταξης προειδοποιούν ήδη για κίνδυνο μαξιμαλιστικών αξιώσεων εκ μέρους του SPD. «Το SPD γνωρίζει καλά ότι με 20% στις εκλογές δεν μπορεί να υλοποιήσει το 100% των απαιτήσεών του», δήλωσε το ηγετικό στέλεχος της CSU Αλεξάντερ Ντόμπριντ.
Δεδομένου ότι ο Μ. Σουλτς βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο αφού η κομματική βάση δεν επιθυμεί τη συνέχιση του μεγάλου συνασπισμού, θεωρώντας ότι ζημιώνει το κόμμα αλλά και τη δημοκρατία στη χώρα, μπορεί να θεωρείται βέβαιο ότι οι Σοσιαλδημοκράτες θα ζητήσουν μεγάλα και ισχυρά ανταλλάγματα. Αυτό δεν αναμένεται να περιοριστεί στη στελέχωση υπουργείων, κυρίως δε του Οικονομικών. Θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι σε ένα ενδεχόμενο κυβερνητικό πρόγραμμα με τη CDU/CSU, το SPD θα επιχειρήσει να βάλει μια έντονη σοσιαλδημοκρατική σφραγίδα, προωθώντας, μεταξύ άλλων, μια πιο φιλική και επιθετική ευρωπαϊκή πολιτική, την καθιέρωση κατώτατων συντάξεων, μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και την εκπαίδευση.
Κατά τη χθεσινή συνάντηση πάντως δεν αναμενόταν να γίνουν συζητήσεις επί της ουσίας και συγκεκριμένων πολιτικών πεδίων. Στόχος του Προέδρου της Δημοκρατίας ήταν περισσότερο να διαπιστώσει εάν υπάρχει επί της αρχής βούληση για διαπραγματεύσεις και εάν οι δυνητικοί εταίροι είναι διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν κόκκινες γραμμές, προκειμένου να ανοίξουν τον δρόμο σε μια νέα τρικομματική. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις, θα οριστεί και νέα συνάντηση των τριών, αυτή τη φορά όμως χωρίς την παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Με το βλέμμα στο συνέδριο του SPD
Αν ευοδώθηκαν οι χθεσινοβραδινές διαβουλεύσεις πάντως, ακόμη και το πλέον αισιόδοξο σενάριο δεν προβλέπει την έναρξη των επίσημων και ουσιαστικών διαπραγματεύσεων πριν τη νέα χρονιά. Ο σημαντικότερος σκόπελος στον δρόμο προς ένα νέο μεγάλο συνασπισμό είναι το συνέδριο του SPD την ερχόμενη εβδομάδα (7-9 Δεκεμβρίου στο Βερολίνο). Διεκδικώντας την επανεκλογή του, ο αμφιλεγόμενος στο εσωτερικό του κόμματός του M. Σουλτς θα πρέπει να πείσει την κομματική βάση για τα οφέλη μιας νέας συγκυβέρνησης με την Α. Μέρκελ. Κυρίως όμως θα πρέπει να εξηγήσει τη στροφή 180 μοιρών που έκανε, αφού το βράδυ των εκλογών και εν μέσω έντονων επευφημιών απέρριπτε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο ενός νέου μεγάλου συνασπισμού.
Εάν ξεπεραστεί και αυτό το εμπόδιο, τότε οι επίσημες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης θα μπορούσαν να ξεκινήσουν αμέσως μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων, στις αρχές της επόμενης χρονιάς. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι αυτές θα καταλήξουν σε συμφωνία για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Δεν υπάρχει κάποιος αυτοματισμός ως προς αυτό, εκτίμησε την Τετάρτη ο αντιπρόεδρος του SPD Όλαφ Σολτς.
Αν δεν καρποφόρησαν οι διαπραγματεύσεις, τότε η χώρα οδηγείται αναπόφευκτα σε πρόωρες εκλογές, πιθανότατα την άνοιξη, μετά το Πάσχα των Καθολικών.
Υπέρ του μεγάλου συνασπισμού τα συνδικάτα
Πάντως, τα συνδικάτα συνεχίζουν να ασκούν πιέσεις προκειμένου να σχηματιστεί σύντομα μια σταθερή κυβέρνηση. Τασσόμενος ξεκάθαρα υπέρ της συγκυβέρνησης των χριστιανικών κομμάτων με τους Σοσιαλδημοκράτες, ο επικεφαλής του Συνδέσμου των Γερμανικών Συνδικάτων Ράινερ Χόφμαν εκτίμησε ότι ένας μεγάλος συνασπισμός μπορεί να ανταποκριθεί καλύτερα στις σημερινές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα, όπως την ανάγκη εκσυγχρονισμού των συγκοινωνιών, της ενέργειας και της εκπαίδευσης.
Να διεξαχθούν επιτέλους σοβαρές διερευνητικές επαφές μεταξύ των κομμάτων, προκειμένου να συγκροτηθεί μια σταθερή κυβέρνηση, ζήτησε και ο επικεφαλής του συνδικάτου Verdi Φρανκ Μπζίρσκε. «Πολλοί ψηφοφόροι δεν θα δείξουν κατανόηση, εάν το SPD δεν διερευνήσει με σοβαρότητα ποια ακριβώς σημεία της πολιτικής του θα μπορούσε να υλοποιήσει στο πλαίσιο ενός μεγάλου συνασπισμού», υπογραμμίζει σε δηλώσεις του προς την Passauer Neue Presse.