Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

EFG: Εκτιμά επιβράδυνση ΑΕΠ της Τουρκίας

Το ΑΕΠ της Τουρκίας αναμένεται να επιβραδυνθεί σε σχέση με τα επίπεδα της προηγούμενης 3ετίας, αλλά να συνεχίσει να αναπτύσσεται με ετήσιους ρυθμούς 4%-5% το 2006 και 2007 εκτιμά η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Eurobank.

EFG: Εκτιμά επιβράδυνση ΑΕΠ της Τουρκίας
Το ΑΕΠ της Τουρκίας αναμένεται να επιβραδυνθεί σε σχέση με τα επίπεδα της προηγούμενης 3ετίας, αλλά να συνεχίσει να αναπτύσσεται με ετήσιους ρυθμούς 4%-5% το 2006 και 2007 εκτιμά η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Eurobank.

Παράλληλα η τράπεζα προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει σε διατηρήσιμη πτωτική πορεία από το δεύτερο τρίμηνο του επόμενου έτους, ενώ παραμένει θετική σχετικά με τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές των χρηματοοικονομικών αγορών και του νομίσματος της Τουρκίας, υπό την προϋπόθεση απουσίας σημαντικών ανατροπών στην εγχώρια πολιτική σκηνή ή στην ενταξιακή πορεία της χώρας.

Αναλυτικότερα, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Eurobank EFG, στο πλαίσιο των τακτικών της εκδόσεων για την ελληνική και διεθνή οικονομία και τις αγορές και με αφορμή την πρόσφατη επιδείνωση του διεθνούς επενδυτικού κλίματος και το κύμα φυγής κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές, εξέδωσε χθες λεπτομερή ανάλυση στην αγγλική για την πρόσφατη συναλλαγματική κρίση στην Τουρκία και τις γενικότερες εξελίξεις και προοπτικές της τουρκικής οικονομίας.

Τα ζητήματα αναλύουν ο οικονομικός σύμβουλος του ομίλου της Eurobank, καθηγητής κ. Γκίκας Χαρδούβελης, και ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης της τράπεζας, κ. Πλάτων Μονοκρούσος, οι οποίοι στο πρόσφατο ταξίδι τους στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα είχαν την ευκαιρία να συναντήσουν και να συζητήσουν με ειδικούς της αγοράς και στελέχη της Κεντρικής Τράπεζας, του υπουργείου Οικονομικών και άλλων δημόσιων οργανισμών της χώρας.

Μετά την κρίση του 2001 η τουρκική οικονομία έκανε σημαντικά βήματα προόδου. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης τα τρία τελευταία έτη υπερέβη το 7% και ήταν σχεδόν διπλάσιος αυτού της περασμένης δεκαετίας.

Ο πληθωρισμός, που στις αρχές του 2002 ήταν υψηλότερα από 70%, παρουσίασε σημαντική επιβράδυνση, υποχωρώντας στο 7.1% τον Ιούνιο του 2004. Τα επιτόκια ακολούθησαν παρόμοια καθοδική πορεία, ενώ πληθώρα ξένων κεφαλαίων εισέρρευσε τα τελευταία χρόνια στις χρηματοοικονομικές αγορές της Τουρκίας με προσδοκία, σε πολλές περιπτώσεις, το βραχυπρόθεσμο κέρδος, αφού τα επιτόκια ήταν πολύ υψηλά σε σχέση με τα αντίστοιχα επιτόκια στο εξωτερικό, ενώ η τουρκική λίρα παρουσίαζε ανατιμητικές τάσεις.

Το τραπεζικό σύστημα, που υπήρξε και η αιτία της κρίσης του 2001, αναδιαμορφώθηκε. Τα προβληματικά δάνεια από 40% των συνολικών δανείων υποχώρησαν στο 5%, ο συναλλαγματικός κίνδυνος μειώθηκε και ο συντελεστής κεφαλαιακής επάρκειας πλησίασε το 25% σε σχέση με τον απαιτούμενο 8%.

Ταυτόχρονα η κυβέρνηση προχώρησε σε μια σειρά διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με αιχμή τις ιδιωτικοποιήσεις. Μόνο το 2005 τα έσοδα των ιδιωτικοποιήσεων ξεπέρασαν τα 20 δισ. δολ., ενώ συνεχίζονται και τώρα με τους ίδιους ρυθμούς.

Η κυβέρνηση κατάφερε επίσης πρόσφατα να νομοθετήσει δραστική αλλαγή στο ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο παρουσιάζει ελλείμματα, βάζοντας φρένο κυρίως στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις.

Όμως, η ανάπτυξη των τελευταίων ετών χαρακτηρίστηκε από σημαντικές ανισορροπίες, που στη σημερινή αρνητική συγκυρία προσελκύουν την προσοχή των αναλυτών.

Οι εισαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών αυξήθηκαν πολύ περισσότερο από τις αντίστοιχες εξαγωγές και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών παρουσίασε σταθερή επιδείνωση, φτάνοντας στο 6,5% του ΑΕΠ στα τέλη του 2005 και σημειώνοντας περαιτέρω διεύρυνση το πρώτο τρίμηνο του

τρέχοντος έτους.

Η χρηματοδότηση του ελλείμματος αυτού (και συνεπώς και της εγχώριας δαπάνης για κατανάλωση και επενδύσεις) καλύφθηκε σε σημαντικό βαθμό από επενδυτικά κεφάλαια βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα, καθιστώντας την ιδιαίτερα ευάλωτη σε απότομες μεταβολές του κλίματος στις διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές.

Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι ο πληθωρισμός, που τα τελευταία δύο χρόνια παρουσίασε αδυναμία περαιτέρω υποχώρησης, ενώ επανήλθε σε ανοδική τροχιά από την αρχή του έτους λόγω της ισχυρής εσωτερικής ζήτησης και των υψηλότερων διεθνών τιμών πετρελαίου και πρώτων υλών.

Τέλος, πρόσφατες εξελίξεις στο εγχώριο πολιτικό γίγνεσθαι αλλά και στο μέτωπο της ενταξιακής πορείας της χώρας προς την Ε.Ε. επανέφεραν ξανά στο προσκήνιο το σημαντικότερο ίσως παράγοντα που παραδοσιακά επηρεάζει την οικονομία και τις αγορές της Τουρκίας, δηλαδή το πολιτικό ρίσκο.

Ο συνδυασμός των ανωτέρω παραγόντων και η πρόσφατη αναταραχή στις αναδυόμενες αγορές οδήγησαν σε μεγάλη φυγή κεφαλαίων βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα από την Τουρκία με ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις για το νόμισμα και τις χρηματοοικονομικές αγορές της χώρας.

Η διστακτικότητα της κεντρικής τράπεζας, στα αρχικά κυρίως στάδια της πρόσφατης αναταραχής στις διεθνείς αγορές, να λάβει δραστικά μέτρα (δηλ. επιθετικές αυξήσεις των παρεμβατικών της επιτοκίων και παρεμβάσεις στην αγορά συναλλάγματος), για τη στήριξη του εθνικού νομίσματος έθεσε τη λίρα σε καθοδική τροχιά, η οποία έλαβε τη μορφή ελεύθερης πτώσης περί τα μέσα Ιουνίου.

Η υιοθέτηση, στη συνέχεια, έκτακτων μέτρων σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής από την Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας (σωρευτική αύξηση του βασικού επιτοκίου δανεισμού κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες και σταδιακή απορρόφηση ρευστότητας από τη διατραπεζική αγορά) σε συνδυασμό με την επαναφορά συνθηκών σχετικής σταθερότητας στις διεθνείς αγορές οδήγησαν τις τελευταίες ημέρες σε μερική ανάκαμψη των εγχώριων αγορών και της λίρας.

Παρ’ όλα αυτά, το νόμισμα παραμένει σε επίπεδα σημαντικά χαμηλότερα σε σχέση με αυτά στα τέλη Απριλίου, και η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με τη μεγάλη αύξηση των επιτοκίων αναμένεται να οδηγήσει σε προσωρινή επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και περαιτέρω άνοδο του πληθωρισμού.

Παρά τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις της πρόσφατης συναλλαγματικής κρίσης στην Τουρκία, η πρόοδος που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια προς την κατεύθυνση της βελτίωσης του μακροοικονομικού περιβάλλοντος και της προώθησης σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αναμένεται να αποτρέψει τη δημιουργία συνθηκών παρατεταμένης ύφεσης ή σημαντικής έξαρσης του πληθωρισμού.

Το ΑΕΠ της Τουρκίας αναμένεται να επιβραδυνθεί σε σχέση με τα επίπεδα της προηγούμενης 3ετίας, αλλά να συνεχίσει να αναπτύσσεται με ετήσιους ρυθμούς 4%-5% το 2006 και 2007, ενώ ο πληθωρισμός θα επανέλθει σε διατηρήσιμη πτωτική πορεία από το δεύτερο τρίμηνο του επόμενου έτους.

Τέλος, παραμένουμε θετικοί σχετικά με τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές των χρηματοοικονομικών αγορών και του νομίσματος της Τουρκίας, υπό την προϋπόθεση απουσίας σημαντικών ανατροπών στην εγχώρια πολιτική σκηνή ή στην ενταξιακή πορεία της χώρας.

* Η πλήρης ανάλυση της Eurobank (στα αγγλικά) δημοσιεύεται στη δεξιά στήλη ”Συνοδευτικό Υλικό”.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v