Με μία φράση ο Αλέξης Τσίπρας έστειλε μήνυμα (προς κάθε αποδέκτη…) για το πώς θα διεκδικήσει λύσεις στην οικονομία μία νέα κυβέρνησή του: «Εχοντας εμπειρία από τις μάχες, τους δύσκολους συμβιβασμούς και τους συσχετισμούς δυνάμεων εντός κι εκτός της χώρας, το κρίσιμο είναι να επιλέξουμε συγκρούσεις που θα φέρουν αποτέλεσμα».
Πρόκειται για την επισήμανση που έκανε στη διάρκεια της χθεσινής, τρίωρης, παρουσίασης της πρότασης για την επανεκκίνηση της οικονομίας μετά τα lockdown, ενώ σημαντικές πολιτικο-οικονομικές παραμέτρους ανέδειξαν οι συνομιλητές του.
Στο στούντιο, όπου έγινε η εκδήλωση, τον κ. Τσίπρα πλαισίωσαν οι τομεάρχες του οικονομικού κύκλου Έφη Αχτσιόγλου και Αλέξης Χαρίτσης, καθώς και εκπρόσωποι των κοινωνικών φορέων: Κωνσταντίνος Μίχαλος (πρόεδρος ΕΒΕΑ), Γιάννης Χατζηθεοδοσίου (Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών) και Γιώργος Καββαθάς (ΓΣΕΒΕΕ).
Μέσω τηλεδιάσκεψης συμμετείχαν οι καθηγητές Λούκα Κατσέλη (ομότιμη καθηγήτρια ΕΚΠΑ), Αιμίλιος Αυγουλέας (Διεθνές Τραπεζικό Δίκαιο, Πανεπιστήμιο Εδιμβούργου) και Δημήτρης Αυγιτίδης (Εμπορικό Δίκαιο, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο), ενώ τη συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος Σεραφείμ Κοτρώτσος.
Το μέγεθος του προβλήματος το ανέδειξε η κα Κατσέλη: στο τέλος του 2020 το ιδιωτικό χρέος ανήλθε στα 257 δισ. ευρώ και το δημόσιο χρέος στα 340 δισ. ευρώ, δηλαδή σύνολο περίπου 600 δισ. ευρώ. «Η αλληλοτροφοδότηση ιδιωτικού και δημόσιου χρέους παράγει κρίσεις και οδηγεί σε φαύλο κύκλο», σημείωσε, αναδεικνύοντας την ανάγκη επαναπροσανατολισμού του τραπεζικού συστήματος στην πραγματική οικονομία και νέου Κώδικα Δεοντολογίας με κανονιστικές αρχές, «ώστε η τράπεζα να βλέπει τον οφειλέτη ως εταίρο για μεγάλο χρονικό διάστημα».
Πυρήνας, η διαγραφή «κορωνοχρέους»
Αυτή την παράμετρο, δηλαδή να διασωθούν οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις (ΜμΕ) ώστε να αποπληρώσουν ένα σημαντικό μέρος των οφειλών τους, αντί να πτωχεύσουν και να μη φτάσει ούτε ευρώ σε δημόσιο-ταμεία-τράπεζες, ανέδειξαν όλοι οι ομιλητές.
Η επισήμανση για «σημαντικό μέρος των οφειλών τους» προκύπτει από τον πυρήνα της πρότασης επανεκκίνησης του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με τον οποίο τα νέα χρέη 17 δισ. προς το δημόσιο και τις τράπεζες που προέκυψαν λόγω πανδημίας δεν γίνεται να αντιμετωπισθούν χωρίς «κούρεμα» και μεγάλο αριθμό δόσεων για το υπόλοιπο ποσό.
Κατά την πρόταση:
- Για χρέη προς το Δημόσιο που δημιουργήθηκαν ή κατέστησαν ληξιπρόθεσμα από τον Μάρτιο του 2020 μέχρι τουλάχιστον και το τέλος Αυγούστου του 2021 και αφορούν φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις, να υπάρξει πλήρης διαγραφή τόκων και προσαυξήσεων, διαγραφή μέρους βασικής οφειλής για συγκεκριμένες κατηγορίες χρεών, αποπληρωμή της υπόλοιπης οφειλής σε έως 120 δόσεις.
Ειδικότερα, η διαγραφή μέρους της βασικής οφειλής θα αφορά φόρο εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, ασφαλιστικές εισφορές για τους ελεύθερους επαγγελματίες-αυταπασχολούμενους και εισφορά αλληλεγγύης.
Σε όλες τις περιπτώσεις, το κριτήριο θα είναι η μείωση του εισοδήματος (για τα φυσικά πρόσωπα) και του τζίρου (για τις επιχειρήσεις).
Σε τι κόστος ανέρχεται η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ: «Το δημοσιονομικό κόστος είναι 5,7 δισ. ευρώ, δηλαδή 2,1 δισ. από τις επιδοτήσεις και 3,6 δισ. από τις απώλειες εσόδων λόγω μειωμένης φορολογίας», είπε στην εισαγωγική του ομιλία ο κ. Τσίπρας.
Η κα Αχτσιόγλου μάλιστα, παρεμβαίνοντας στη συζήτηση, αντέστρεψε το ερώτημα: «Ας αναρωτηθούμε τι θα σημάνει για την οικονομία η μη στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και, άρα, τα μαζικά λουκέτα και η εκτίναξη της ανεργίας».
Όσο για το κόστος που θα προκύψει από το κούρεμα μέρους του ιδιωτικού χρέους (2,7 δισ. ευρώ), ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι το όφελος από την αποπληρωμή του υπόλοιπου μέρους, λόγω της προτεινόμενης ρύθμισης, θα υπερκαλύψει το κενό.
20.000 επιχειρήσεις σε σύνολο 850.000
Όπως παρουσιάσαμε αναλυτικά χθες, η συνολική πρόταση επανεκκίνησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εκτείνεται σε τρεις άξονες:
- Ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους προς δημόσιο-ταμεία-τράπεζες.
- Μέτρα και εργαλεία ρευστότητας για την ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
- Μόνιμο ολιστικό πλαίσιο για το χρέος προς αντικατάσταση του πτωχευτικού νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ με επαναφορά της προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Καββαθάς, το 79% των ΜμΕ παρουσιάζει μείωση κύκλου εργασιών το τελευταίο εξάμηνο, το 50% έχουν ταμειακά διαθέσιμα για ένα μήνα (σ.σ. για την εστίαση είναι μηδενικά), ενώ το ιδιωτικό χρέος μεταξύ των επιχειρήσεων έχει εκτοξευθεί στα 30 δισ. ευρώ.
Κατά τον κ. Μίχαλο, οι επιχειρήσεις που έχουν άμεση πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα είναι 15.000-20.000 σε σύνολο 850.000.
Επίσης, οι μικρές-μεσαίες αδυνατούν να αποπληρώσουν το 47% των δανείων τους, ενώ για τις πολύ μικρές και τους ελεύθερους επαγγελματίες το ποσοστό αυτό φτάνει το 55%.
Εμφανίσθηκε βέβαιος δε, ότι η συζήτηση για διαγραφή («συγχώρεση») δημόσιου χρέους έχει ήδη ανοίξει κεντρικά από ευρωπαϊκά όργανα.
Ο καθηγητής Αιμίλιος Αυγουλέας υποστήριξε ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος από την οικονομική ενίσχυση «στους μη κανονικούς καιρούς» της πανδημίας, ενώ, αντίθετα, η υπερχρέωση στερεί αναπτυξιακούς επενδυτικούς στόχους από την πραγματική οικονομία.
Πρόσθεσε όμως ότι σαφώς πρέπει να συνδεθούν τα μέτρα επανεκκίνησης (και) με τον εκσυγχρονισμό της μικρομεσαίας επιχείρησης, ενώ πρότεινε τη δημιουργία Ανεξάρτητης Δικαιοδοτικής Αρχής που, χωρίς έξωθεν επιρροές, να κρίνει ποιος μπορεί να σωθεί και ποιος πρέπει να μπει σε διαδικασία αναγκαστικής ρευστοποίησης.
Ο καθηγητής Δημήτρης Αυγιτίδης επισήμανε ότι ο νυν πτωχευτικός αφορά οριζόντια εφαρμογή σε εμπόρους και μη εμπόρους, ενώ ο στόχος για τα φυσικά πρόσωπα πρέπει να είναι η εξάντληση των μέτρων ρύθμισης των οφειλών.