Αυξάνει τη «δοσολογία» του θετικού αφηγήματος στην ρητορική του το Μέγαρο Μαξίμου μετά την συμβιβαστική συμφωνία στις Βρυξέλλες για το Ταμείο Ανάκαμψης. Στο μέτρο που θα το επιτρέψει ο Ταγίπ Ερντογάν και οι συνεχείς προκλήσεις στο Αιγαίο και στην Αγία Σοφία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα επιδιώξει να κεφαλαιοποιήσει επικοινωνιακά την απόφαση των Ευρωπαίων ηγετών για το Ταμείο Ανάκαμψης (παρά τους ουκ ολίγους αστερίσκους που υπάρχουν σε αυτήν) και τα 72 δισεκατομμύρια που θα εισρεύσουν στα κρατικά ταμεία τα επόμενα χρόνια για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας (32 δισ.) και από τον κοινοτικό προϋπολογισμό της επόμενης επταετίας (40 δισ.).
Στο πλαίσιο αυτό, τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και τα κορυφαία στελέχη θα κρατήσουν ψηλά στην ατζέντα και στο δημόσιο διάλογο τη συμφωνία που προέκυψε μετά τη μαραθώνια συνεδρίαση της Συνόδου Κορυφής, υπογραμμίζοντας τη μεγάλη ευκαιρία που δίνεται στη χώρα μας προκειμένου να ανασυγκροτηθεί παραγωγικά και σηματοδοτώντας την επιθυμητή «φυγή προς τα εμπρός».
Για να επιτευχθεί πάντως η συμφωνία, όπως σημειώνει συνεργάτης του πρωθυπουργού που ήταν δίπλα του τις τέσσερις και πλέον μέρες των έντονων διαβουλεύσεων, «απαιτήθηκαν πολύ μεγάλη προσπάθεια, οι αναγκαίοι ελιγμοί για να ξεπεραστούν οι μεγάλες δυσκολίες, αλλά και η αναπόφευκτα συμβιβαστική διάθεση, προκειμένου να επέλθει τελικά η εξέλιξη αυτή».
Στο Μέγαρο Μαξίμου, πέραν της συμφωνίας, εκφράζουν την ικανοποίησή τους και για την αποδοχή που είχε ο πρωθυπουργός από τους ομολόγους του και θεωρούν ως σημαντική τη συνάντηση στην οποία έλαβε μέρος ο κ. Μητσοτάκης ανάμεσα στους «σκληρούς» του Βορρά και χώρες του Νότου. Εκεί, όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, «τα πράγματα δεν ήταν εύκολα. Οι ηγέτες των ‘’φειδωλών’’ πίεζαν για τη μείωση του συνολικού ποσού των επιχορηγήσεων. Εμμέσως, μάλιστα, εκβίασαν τους ηγέτες του Νότου, καθώς ασκώντας τους πίεση να συμβιβαστούν σε ένα πολύ χαμηλότερο ποσό επιχορηγήσεων, τους απείλησαν ότι αν δεν δεχθούν και δεν επιτευχθεί συμφωνία, την επόμενη μέρα θα τους ‘’τιμωρήσουν’’ οι αγορές. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέμεινε ότι ο πήχης έπρεπε να μείνει ψηλά, ενώ τους θύμισε ότι και αυτοί είναι ωφελημένοι από την ενιαία αγορά».
«Ενότητα και όχι διαιρέσεις»
Ως ένα από τα πλέον κομβικά σημεία της Συνόδου, σημειώνουν στην κυβέρνηση, ήταν όταν οι «σκληροί» πίεσαν για μείωση των συνολικών επιχορηγήσεων στα 350 δισ. ευρώ, ενώ οι υπόλοιπες χώρες είχαν προτείνει συμβιβαστικά τα 400 δισ. ευρώ, πρόταση που είχε τη στήριξη των Γάλλων και των Γερμανών. Το διακύβευμα, κατά τις συγκεκριμένες πηγές, ήταν η διατήρηση της ισχύος του γαλλογερμανικού άξονα, που έχει υπάρξει κινητήρια δύναμη στην μακρά διαδρομή της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Διαφορετικά, η Ε.Ε θα μπορούσε να διασπαστεί σε πολλές επιμέρους ομάδες, ειδικά σε μία συγκυρία που χρειάζεται ενότητα και όχι διαιρέσεις, σημείο που τόνισε ο πρωθυπουργός στις παρεμβάσεις του στις Βρυξέλλες.
Η Ελλάδα βρέθηκε στον πυρήνα αυτών των διαβουλεύσεων και έδωσε, μαζί με τις άλλες χώρες του Νότου και τη «μάχη» του γαλλογερμανικού άξονα. Τελικά, οι υπόλοιπες 22 χώρες αρνήθηκαν να προβούν σε μεγάλες υποχωρήσεις και αποτέλεσμα αυτού ήταν η συμφωνία για επιχορηγήσεις ύψους 390 δισ. ευρώ. Πάντως, όπως προκύπτει από το πρωθυπουργικό περιβάλλον, δεν είχαν όλοι οι «σκληροί» ηγέτες την ίδια αντιμετώπιση από τους εταίρους τους. Συγκεκριμένα, ο Πρωθυπουργός της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε και ο Αυστριακός Σ. Κουρτς προκάλεσαν πολύ άσχημες εντυπώσεις με την στάση και τη συμπεριφορά τους – και κυρίως με τις διαρροές που έκαναν μέσα από τη Σύνοδο, προκαλώντας ευρεία δυσφορία. Αντίθετα, η Φινλανδία, η Δανία και η Σουηδία φέρονται να «διαφωνούσαν εποικοδομητικά, καταθέτοντας λογικές αντιπροτάσεις».
Ενα ακόμα περιστατικό από τη Σύνοδο, που προκύπτει από κυβερνητικές διαρροές και στο οποίο δίνεται έμφαση, είναι ότι, κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων για την ισορροπία μεταξύ επιχορηγήσεων και δανείων, ο Αλέξης Πατέλης, προϊστάμενος του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού, παρατήρησε ότι μολονότι το ποσό που αναλογούσε σε δάνεια είχε αυξηθεί, το ποσοστό επί του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (GNI) που θα μπορούσε να αντλήσει κάθε χώρα είχε μείνει στάσιμο. Αυτό στην πράξη σήμαινε ότι μέρος των αυξημένων δανείων θα έμενε μη προσβάσιμο και αναξιοποίητο. Η Ελλάδα ενημέρωσε τους Ιταλούς, τους Ισπανούς και τους Πορτογάλους, οι οποίοι δεν το είχαν αντιληφθεί ως ζήτημα. Όταν η ιταλική αποστολή έθεσε το θέμα στους Ολλανδούς, εκείνοι απάντησαν ότι το γνώριζαν, όμως κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν θα ήταν δυνατό να απορροφηθεί το σύνολο των 360 δισ. ευρώ που προέβλεπε το ταμείο με τη μορφή δανείων. Τελικά, τα υπόλοιπα κράτη αντιτάχθηκαν στην ολλανδική θέση, με συνέπεια στο τελικό κείμενο συμπερασμάτων να αυξηθεί το ποσοστό επί του GNI που μπορεί να λάβει ως δάνεια μία χώρα, από 4,7% σε 6,8%.
Πλέον, το βλέμμα είναι στραμμένο στην επόμενη μέρα και σίγουρα, τα δύσκολα η κυβέρνηση τα έχει μπροστά της. Όπως αποκάλυψε, άλλωστε, το Euro2day.gr, η χώρα μας μετά τη Σύνοδο Κορυφής οδεύει σε τριπλή εποπτεία, ενώ το χρονικό διάστημα μέχρι να λάβει τα ευρωπαϊκά κονδύλια είναι μεγάλο και κρίσιμο. Χαρακτηριστική η εκτίμηση έμπειρου γαλάζιου κοινοβουλευτικού, στο περιθώριο της ψηφοφορίας για την υπόθεση Παπαγγελόπουλου: «Η φετινή είναι πολύ περίεργη χρονιά. Τα μέτωπα αρκετά και ανοιχτά σε απρόβλεπτο βαθμό. Οι επόμενοι μήνες θα κρίνουν πολλά για τον τόπο και φυσικά για την κυβέρνηση».