Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ο τρίτος δρόμος για έξοδο από την κρίση

Γιατί τα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης δεν θα δουλέψουν. Οι αγορές, ο αποπληθωρισμός, ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών και ο άλλος δρόμος για την έξοδο από το τέλμα. Από τους Σ. Βασιλείου & Η. Μπούσιο (metatrading).

  • Γράφουν: Σ. Βασιλείου & Η. Μπούσιος (metatrading)
Ο τρίτος δρόμος για έξοδο από την κρίση
"Κι όμως, ακόμα ψάχνουν…"

Αν  αυτός ο εσωτερικός τίτλος του τρέχοντος άρθρου προβληματίζει τον αναγνώστη κατά την έναρξη της ανάγνωσης, ελπίζουμε να είναι εντελώς ξεκάθαρος προς το τέλος του κειμένου.

Σε άρθρο μας που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του euro2day.gr στις 26/1/09 παραθέσαμε εν συντομία τη μεγαλύτερη εικόνα από τεχνικής πλευράς τόσο για την ελληνική αγορά όσο και για τον βασικό δείκτη (S&P 500) της Μέκκας των αγορών μετοχών, της Wall Street.

Ακολουθώντας την πάγια τακτική μας εδώ και πολλά χρόνια, αφήνουμε πίσω μας τις απόψεις περί θεμελιώδους ανάλυσης καθώς για μία ακόμα φορά αποδείχτηκε ανίκανη να προειδοποιήσει, ή έστω και στο ξεκίνημα της τρέχουσας καθοδικής φάσης (bear market), να εκτιμήσει το μέγεθος της πιστωτικής φούσκας και τις επιπτώσεις στις τιμές των μετοχών.

Στο παρόν κείμενο θα ασχοληθούμε λιγάκι με το θεωρητικό υπόβαθρο της κρίσης, με τα μέτρα για την όποια αντιμετώπισή της και, κυρίως, με το αποτέλεσμα της κατάρρευσης που δεν είναι άλλο από τον αποπληθωρισμό.

Οι συνέπειες από την πιστωτική κατάρρευση είναι αλυσιδωτές. Έναν και πλέον χρόνο μετά την έναρξη της πιστωτικής εξαέρωσης, τόσο οι βασικοί εκφραστές της κεϊνσιανής και μονεταριστικής σκέψης (αναφερόμαστε στους κεντρικούς τραπεζίτες) όσο και οι εμπλεκόμενοι επενδυτές προσεγγίζουν το όλο πρόβλημα από την περισσότερο ορατή σκοπιά.

Με άλλα λόγια, συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι η παγκόσμια πιστωτική κρίση είχε ως βάση της τη σπέκουλα στην αμερικανική αγορά ακινήτων και τη λυσσαλέα πολιτική των τραπεζών να δανείσουν σε κάθε τι που κινείται και αναπνέει σε αυτόν τον πλανήτη.

Πριν περάσουμε σε μερικά ιστορικά δεδομένα, γιατί πιστέψτε μας το συμβάν της τρέχουσας κρίσης ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ πρωτόγνωρο, θα θέσουμε μερικά ερωτήματα (μάλλον ρητορικά) και θα αφήσουμε τις απαντήσεις ή τα συμπεράσματα σε εσάς. Αρκετά από τα ερωτήματα αυτά απουσιάζουν διακριτικά από την κουβέντα για τα καλύτερα δυνατά μέτρα που λαμβάνουν κεντρικές τράπεζες και κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της κατάστασης.

1. Πώς είναι δυνατόν μία κρίση που ξεκίνησε από την αμερικανική αγορά των subprime ενυπόθηκων δανείων να έχει εξαπλωθεί παγκοσμίως και να έχει μετατραπεί σε παγκόσμια ύφεση; Γιατί το σκάσιμο της ιαπωνικής αγοράς ακινήτων μετά το 1991 είχε μόνο περιορισμένες επιπτώσεις παγκοσμίως και δεν επεκτάθηκε σε πολλές χώρες;

2. Που ήταν τα "μαντρόσκυλα" του τραπεζικού συστήματος (δηλαδή οι κεντρικές τράπεζες) όλο το διάστημα πριν από την κορύφωση της πιστωτικής φούσκας; Γιατί δεν μπόρεσαν να περιορίσουν έστω την πιστωτική επέκταση;

3. Πώς χειρίστηκαν το θέμα της πιστωτικής επέκτασης τα οικονομικά επιτελεία των κυβερνήσεων; Ασχολήθηκαν καθόλου; Κι αν ναι, γιατί απέτυχαν στην καλύτερη διάγνωση;

4. Ακολουθήθηκε αρχικά το δόγμα Greenspan, δηλαδή να περιμένουμε το σκάσιμο της φούσκας και μετά να ασχοληθούμε με τις συνέπειες, όπως ακριβώς συνέβη με τη φούσκα των μετοχών τεχνολογίας; Κι αν ναι, γιατί δεν μπόρεσαν οι αρμόδιοι στα χρηματοοικονομικά να κατανοήσουν ότι τα μεγέθη στις φούσκες ήταν δυσανάλογα;

5. Είναι υπαίτια για τη φούσκα τα χαμηλά επιτόκια της περιόδου 2001 - 2005; Ή μήπως η αδυναμία των κεντρικών τραπεζών να πετύχουν έλεγχο της δημιουργίας πίστωσης έξω από το τραπεζικό σύστημα (π.χ. στα hedge funds, στις επενδυτικές τράπεζες και στις ασφαλιστικές εταιρίες);

6. Είναι υπαίτια για την έκταση της κρίσης η ανικανότητα των κυβερνήσεων να περιορίσουν τη σπέκουλα καθώς προσδοκούσαν αυξημένα οφέλη μέσω φορολογικών εσόδων;

7. Πώς είναι δυνατόν να απέτυχαν τόσο αισχρά τα πιο κοφτερά μυαλά της Wall Street και του City; Golden boys και λοιποί φάνηκαν ανάξιοι των τεράστιων αμοιβών τους. Μήπως ήταν αποτυχία του συστήματος αξιών, αρχικά, και μετά αποτυχία του συστήματος αμοιβής των εμπλεκομένων;

8. Έφταιξαν τα δεκάδες χιλιάδες δομημένα προϊόντα ή τα περίπλοκα μοντέλα αποτίμησής τους; Και αν είναι αυτό, γιατί τα μοντέλα δεν κατέρρευσαν νωρίτερα;

9. Μήπως οι αγορές πίστης έφτασαν στα όριά τους και άρα δεν υπήρχε άλλος δρόμος; Γιατί το 2007 και όχι το 2005;

Θα μπορούσαμε να απαριθμήσουμε δεκάδες παρόμοιες ερωτήσεις ρητορικού χαρακτήρα και να προσπαθήσουμε να δώσουμε πιθανές εξηγήσεις. Όμως αυτό που μας απασχολεί σήμερα, ως αναλυτές και ως επενδυτές, δεν είναι απλώς να διερωτηθούμε τι έφταιξε.

Στόχος μας θα πρέπει να είναι η σωστή καταγραφή του προβλήματος ώστε να δούμε εάν οι απόπειρες για λύσεις από τις αρμόδιες αρχές είναι ενδεδειγμένες. Εάν οι λύσεις είναι αρκετές ή θα δημιουργήσουν περαιτέρω προβλήματα στο μέλλον. Τα μηνύματα, λοιπόν, δεν είναι καθόλου αισιόδοξα για το απώτερο μέλλον.

Έχοντας ως οδηγό τις δύο σοβαρές πιστωτικές φούσκες στις ΗΠΑ το 1873 και το 1929 (βλέπε ΠΙΝΑΚΑ 1), θα λέγαμε ότι τα περιθώρια αντίδρασης από τις κεντρικές τράπεζες στην τρέχουσα φάση ήταν περιορισμένα. Το βασικό σημείο που πρέπει να κατανοήσουμε είναι το γεγονός ότι το τέλος μιας πιστωτικής φούσκας συνεπάγεται αποπληθωρισμό με αλυσιδωτές προεκτάσεις στις τιμές και στην αξία πολλών μορφών επενδύσεων.

Αν η διαδικασία του αποπληθωρισμού τεθεί σε κίνηση, δεν ανακόπτεται εύκολα. Όλα τα παραδοσιακά μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης ήταν και είναι καταδικασμένα σε αποτυχία. Αυτός είναι και ο λόγος εξάλλου για τον οποίο οι αγορές μετοχών είναι μια ανάσα από τα χαμηλά τους.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1: Οι 3 μεγαλύτερες πιστωτικές φούσκες

Η συμπεριφορά της αγοράς μετοχών των ΗΠΑ
 

1873

1929

2008

Start of crush

Early Sept.

Sept. 3

Aug. 28

First Selling Concern

Ended Sept. 19

Ended Sept. 21

No Pause

Heaviest Liquidation

Last Part of Oct.

Oct. 29

Oct. 27

Low Volume Final Panic

Nov. 8

Nov. 13

Nov. 20

Rebound Top

May 1874

April 17/30

??

Bear Market Low

Mid 1877

Mid 1932

??

ΠΗΓΗ: Economist, www.metatrading.gr

Μια προσεκτική μελέτη στις πιστωτικές φούσκες του 1873 και του 1929 αποδεικνύει ότι η εποχή που έπεται ακολουθεί μερικούς κανόνες όσον φορά στη συμπεριφορά των οικονομικών μονάδων (επενδυτών, επιχειρήσεων, καταναλωτών, κεντρικών τραπεζών και κυβερνήσεων).

Όμως, καμία ενέργεια των παραπάνω δεν μπορεί να δώσει τέλος στη διαδικασία καταστροφής πλούτου μέχρι να εξαντληθεί η τρέχουσα τάση. Τα πολύ χαμηλά επιτόκια υπάρχουν, αλλά δεν μπορούν να προσελκύσουν δανειολήπτες. Πολλά τραπεζικά ιδρύματα έχουν μαύρες τρύπες στους ισολογισμούς τους και δεν ανοίγουν τις κάνουλες των δανείων. Πρωταρχικός σκοπός τους είναι η επιβίωση και όχι το επιπλέον οριακό κέρδος.

Το βάρος της εξυπηρέτησης δανείων είναι μεγαλύτερο σε περιβάλλον αποπληθωρισμού (το γιατί θα αναλυθεί σε επόμενη μελέτη στην ιστοσελίδα). Οι κεντρικές τράπεζες προβαίνουν σε μέτρα αύξησης της ρευστότητας, όμως τα αποτελέσματα δεν είναι εύκολα ορατά.

Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να χτυπήσουν την κρίση με μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής σε περιβάλλον συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, με τα ελλείμματα να αυξάνονται. Ο δανεισμός τους αυξάνεται, αλλά μαζί με αυτό και τα ασφάλιστρα κινδύνου που απαιτούν οι αγοραστές του χρέους. Η καχυποψία για το ποιος θα κάνει πάγωμα πληρωμών (default) μεγαλώνει.

Ο κοινός παρονομαστής σε όλα τα προηγούμενα παραδείγματα είναι ένας: η πιστωτική φούσκα έχει συνέπειες που ίσως δεν αντιμετωπίζονται με τις παραδοσιακές μεθόδους οικονομικής πολιτικής. Κι αν συμβαίνει αυτό, ποιο είναι το αντίδοτο;

Η απάντηση είναι μία και μοναδική: χαμηλότερες τιμές.

Δυστυχώς οι κατέχοντες τους κυβερνητικούς θώκους και τις καρέκλες των κεντρικών τραπεζών συνεχίζουν να ασκούν πολιτική που στηρίζεται στην κεϊνσιανή ή τη μονεταριστική σχολή οικονομικής σκέψης. Είναι δυστυχώς οι δύο βασικές σχολές σκέψεις που ακολουθούν οι κ. πολιτικοί ανά τον κόσμο, καθώς το μόνο που τους απασχολεί είναι η επανεκλογή. Τίποτε άλλο.

Μια οικονομική πολιτική με θεωρητικό υπόβαθρο στον Κέινς (Keynes) ενθαρρύνει τη χρήση κυβερνητικών δαπανών ώστε να εξέλθει η οικονομία από την ύφεση αλλά και για να έχουμε περιορισμένη ανεργία. Οι μονεταριστές του Milton Friedman, από την άλλη, αντιμετωπίζουν σχεδόν τα πάντα μέσω του ελέγχου της προσφοράς χρήματος και κατ’ επέκταση του πληθωρισμού.

Όμως, και δυστυχώς για τους ασκούντες την οικονομική πολιτική, υπάρχει και τρίτη σχολή οικονομικής σκέψης, αυτή των Αυστριακών, που ίσως είναι η καταλληλότερη να δώσει ένα θεωρητικό υπόβαθρο για κρίσεις σαν κι αυτή που διανύουμε και ενδεχομένως κάποιες λύσεις.

Χρόνια τώρα έχουμε δημοσίως διατυπώσει ότι θεωρούμε καταλληλότερη προσέγγιση αυτή των Αυστριακών. Κι αυτό γιατί πιστεύουμε ότι η κορυφή του 1999 - 2000 ήταν μακροπρόθεσμη κορυφή για πολλές αγορές. Η μετέπειτα συνέχιση του bear market, διατυπώσαμε αρκετές φορές, θα είναι αποπληθωριστική μετά το σκάσιμο της πιστωτικής φούσκας και άρα η σχολή των Αυστριακών έχει το καλύτερο μοντέλο ερμηνείας. Το μοντέλο αυτό δεν είναι δημοφιλές μεταξύ των πολιτικών και άρα (θα) παραμένει παραγκωνισμένο.

Οι βασικοί εκφραστές της αυστριακής σχολής οικονομικής σκέψης ξεκίνησαν τη διαμόρφωση του θεωρητικού υπόβαθρου λίγο μετά τα μέσα του 19ου αιώνα. Ο Eugene von Bawerk και o Carl Menger υπήρξαν οι δύο πατέρες της σχολής. Όμως εκείνοι που έδωσαν το δυνατό σπρώξιμο στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν ο Ludwig von Mises και ο Freidrich von Hayek (που τιμήθηκε και με βραβείο Νόμπελ). Ο τελευταίος μεγάλος της σχολής ήταν ο Murray Rothbard που μελέτησε εκτενώς το αμερικανικό Great Depression του 1929 - 1932.

Το θεωρητικό υπόβαθρο των Αυστριακών

Χωρίς να επεκταθούμε στα υπόλοιπα θεωρητικά στοιχεία, θα πρέπει να τονίσουμε ότι ένα από τα βασικά σημεία των Αυστριακών οικονομολόγων είναι η μη αποδοχή ύπαρξης της κεντρικής τράπεζας.

Σύμφωνα με τους Mises και Hayek, και αφού το απέδειξαν με διατριβές και μελέτες, η ύπαρξη της κεντρικής τράπεζας είναι η πηγή του επιχειρηματικού κύκλου (business cycle) και όχι η ίδια η αγορά (που είναι άποψη του Keynes). Η θεωρία του κύκλου λέει ότι οι προσπάθειες της κεντρικής τράπεζας να μειώσει τα επιτόκια κάτω από το φυσικό τους επίπεδο προτρέπει τους δανειστές στη βιομηχανία των κεφαλαιουχικών αγαθών να υπερεπενδύσουν στα προγράμματα επενδύσεών τους (projects).

Τα χαμηλότερα επίπεδα του επιτοκίου είναι συνήθως ένα μήνυμα ότι οι αποταμιεύσεις των καταναλωτών είναι διαθέσιμες να υποστηρίξουν νέα παραγωγή. Δηλαδή αν ένας παραγωγός δανειστεί κεφάλαια για να κατασκευάσει ένα νέο κτίριο, υπάρχουν οι καταναλωτές και έχουν αρκετές αποταμιεύσεις ώστε να αγοράσουν τα αγαθά και τις υπηρεσίες που θα παράγονται στο νέο κτίριο. Τέτοια projects μπορούν να είναι βιώσιμα.

Όμως, τα τεχνητά χαμηλά επιτόκια (δηλαδή σε χαμηλότερα επίπεδα απ' ό,τι αν δεν είχαμε παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας) οδηγούν επιχειρήσεις στο να αναλαμβάνουν αχρείαστα επενδυτικά προγράμματα. Αυτό δημιουργεί τεχνητή οικονομική άνθηση (boom) που ακολουθείται από σκάσιμο της ανοδικής φούσκας (bust) όταν γίνει εμφανές ότι οι αποταμιεύσεις δεν ήταν αρκετές ώστε να δικαιολογήσουν το μέγεθος της οικονομικής εξάπλωσης.

Τι πρέπει όμως να κάνουν οι ασκούντες την οικονομική πολιτική μόλις η οικονομία εισέλθει σε ύφεση; Στην ουσία ΤΙΠΟΤΑ.

Απαιτείται χρόνος μέχρι να καθαρίσει η οικονομία από τις κακές και αχρείαστες επενδύσεις που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πιστωτικής φούσκας. Τα projects που αναλήφθηκαν πρέπει να χρεοκοπήσουν, οι εργαζόμενοι που εσφαλμένα προσελήφθησαν σε αυτά χρειάζεται να χάσουν τις δουλειές τους και οι μισθοί πρέπει να μειωθούν. Όταν η οικονομία καθαρίσει από τις κακές επενδύσεις που στην ουσία αναλήφθηκαν λόγω (των χαμηλών επιτοκίων) της κεντρικής τράπεζας, μπορεί η οικονομική ανάπτυξη να ξεκινήσει βασισμένη στη ρεαλιστικότερη εκτίμηση της μελλοντικής συμπεριφοράς των καταναλωτών.

Αν η κυβέρνηση θέλει να κάνει την ανάκαμψη να έρθει γρηγορότερα -και αν π.χ. έρχονται εκλογές- υπάρχουν μερικές λύσεις. Μπορεί να μειώσει τους φόρους και να αυξήσει τον πλούτο στη διάθεση των ιδιωτικών χεριών, ώστε να ξεκινήσει η ανάκαμψη. Μπορεί να μειώσει τους περιορισμούς που εμποδίζουν την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα. Μπορεί να μειώσει τις δαπάνες της ώστε να μειωθεί και η ζήτηση πόρων (από αυτή) στην αγορά πίστης - χρήματος.

Η ύπαρξη της κεντρικής τράπεζας δημιουργεί κίνητρο για πληθωριστική νομισματική πολιτική. Δεν είναι καθόλου σύμπτωση ότι από τότε που δημιουργήθηκε η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) το 1913 το αμερικανικό δολάριο έχει απωλέσει το 99% της αξίας του. Δεν το έκανε αυτό η αγορά από μόνη της. Υπεύθυνη είναι η κεντρική τράπεζα της οποίας ο θεσμικός ρόλος την οδηγεί προς πληθωριστική πολιτική όπως το τύπωμα (χάρτινου) χρήματος.

Οι λύσεις της αυστριακής σχολής οικονομικής σκέψης στηρίζονται στην επιστροφή ενός συστήματος 100% χρυσών νομισμάτων, στην κατάργηση του fractional reserve commercial banking και στην κατάργηση της κεντρικής τράπεζας. Το ευρύτερο τραπεζικό σύστημα θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται όπως και όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι της οικονομίας, χωρίς να έχει τα προνόμια που του έχουν δοθεί από δεκαετίες και ισχύουν μέχρι και σήμερα.

Το τώρα

Όπως γίνεται αντιληπτό, σε μία κατάσταση όπως η τρέχουσα είναι σχεδόν αδύνατο να δούμε κάποια πολιτική που πηγάζει από την αυστριακή σχολή σκέψης. Η κυβερνητική πολιτική των περισσότερων χωρών αλλά και των διοικήσεων κεντρικών τραπεζών είναι βαθύτατα κεϊνσιανή ή το πολύ-πολύ μονεταριστική.

Αυτό σημαίνει με πολύ απλά λόγια ότι οι προτεινόμενες λύσεις αποτελούν ημίμετρα καθώς δεν λύνουν την καρδιά του προβλήματος, αλλά προσπαθούν να πολεμήσουν τα εμφανή αποτέλεσμα αυτού.

Χωρίς καμία αμφιβολία, η βάση του προβλήματος είναι ο υπερβολικός δανεισμός του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος με αιχμή του δόρατος το τραπεζικό σύστημα, τις επενδυτικές τράπεζες και τον ίδιο τον καταναλωτή.

Η μόχλευση (leverage) ολόκληρου του συστήματος ήταν τέτοια που εφόσον ξεκίνησε η διαδικασία μείωσής της είναι δύσκολο να ανακοπεί. Και ίσως είναι οικονομικά σωστό να αφεθεί η διαδικασία στους νόμους της αγοράς ώστε να καθαρίσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Σίγουρα δεν είναι αποδεκτό από τους πολιτικούς που πασχίζουν να λάβουν μέτρα ανακούφισης. Όμως το τραγικό λάθος δεν είναι αναγνώσιμο στο αν πετύχει τώρα κάποια κυβέρνηση να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την επαναφορά της οικονομικής ανάκαμψης. Η αποτυχία βρίσκεται εγγενώς στο σύστημα το οποίο απέτυχε ηθελημένα ή μη να λάβει τα κατάλληλα μέτρα πριν ή να θέσει τις δικλίδες ασφαλείας. Τώρα θερίζουμε τη σοδειά που σπείρανε κακοί κρατικοί διαχειριστές της οικονομίας και της κοινωνίας, διεθνώς.

Εφόσον η διαδικασία του αποπληθωρισμού έχει ξεκινήσει, είναι πολύ δύσκολο να ανακοπεί. Και για να μην έχουμε εσφαλμένη άποψη για το τι συνιστά αποπληθωρισμό πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε. Αποπληθωρισμός είναι η μείωση της προσφοράς χρήματος και όχι η μείωση των τιμών. Οι μείωση των τιμών είναι το αποτέλεσμα του αποπληθωρισμού πάνω στις ορατές τιμές.

Έτσι, αν θέλουμε έξοδο από την κρίση, υπάρχει μόνο ένα αντίδοτο στον αποπληθωρισμό: η μείωση των τιμών. Όλων των τιμών, ακόμα και των μισθών. Όταν κι εφόσον οι τιμές των αγαθών και υπηρεσιών μπορέσουν να βρεθούν σε χαμηλότερα επίπεδα θα μπορεί το διαθέσιμο εισόδημα των οικονομικών μονάδων να δημιουργήσει γνήσια και πραγματική ζήτηση. Τότε και μόνο η ανάκαμψη θα μπορέσει να είναι δυνατή και μακροχρόνια.

Οι τρέχουσες παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών και των κυβερνήσεων δεν λύνουν το πρόβλημα. Απλώς καθυστερούν την τελική προσαρμογή των τιμών στα όποια επίπεδα ισορροπίας που θα συναντηθούν με την πραγματική ζήτηση.

Οποιαδήποτε παρέμβαση των παραπάνω αρχών καμουφλάρει τις αιτίες και ίσως μία παροδική λύση απλώς μεταθέσει την ημέρα της κρίσης για αργότερα. Όχι πως δεν έχουμε βιώσει αρκετή εκκαθάριση σε κακές επενδύσεις. Οι τιμές ακινήτων στην πρωτεύουσα μιας από τις βαλτικές χώρες (δεν έχει σημασία ποιας ακριβώς) είναι ήδη χαμηλότερες κατά 50% από το καλοκαίρι του 2007, ενώ το ΑΕΠ έχει ήδη συρρικνωθεί κατά 16%!

Μία λύση από τα πιεστήρια (νέος δανεισμός ή τύπωμα νέων χάρτινων νομισμάτων) μάλλον θα φέρει πρόσκαιρη ανάπαυλα στον καθοδικό κύκλο πριν από την επόμενη καθοδική φάση. Η λύση ενός προβλήματος με νέα φούσκα δεν είναι κοινωνικά αποδεκτή μακροπρόθεσμα.

Ίσως βραχυπρόθεσμα πολλές κοινωνικές ομάδες να απαιτήσουν κρατικές παρεμβάσεις ώστε να αποφευχθεί κατάρρευση ολόκληρων βιομηχανιών και λιγότερη ανεργία. Όμως, αυτές οι λύσεις απλώς μεταφέρουν το βάρος στις πλάτες της επόμενης γενιάς, η οποία θα κληθεί να πληρώσει τον λογαριασμό. Αυτό είναι κοινωνικά ανήθικο.

Αν κάτι θα πρέπει να μας μείνει από την εν εξελίξει κρίση είναι η ανικανότητα των υψηλά ισταμένων όχι μόνο να αντιδράσουν στις πρώτες επιπτώσεις της κρίσης αλλά και να την ανιχνεύσουν έγκαιρα. Δύο τινά συμβαίνουν: είτε είναι ανίκανοι είτε εν γνώσει τους δεν έλαβαν έγκαιρα τα σωστά ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ μέτρα.

Δεν θα καταφύγουμε σε θεωρίες συνομωσίας, καθώς αυτή θα ήταν η εύκολη λύση. Πιστεύουμε ότι το πρόβλημα που βιώνουμε δεν καθαρά οικονομικό. Αντίθετα πιστεύουμε ότι είναι καθαρά πολιτικό με τη λογική ότι επιλογές των κυβερνήσεων εδώ και δεκαετίες έφεραν το διεθνές σύστημα στα τρέχοντα χάλια του.

Μήπως δεν ήταν κυβερνήσεις αυτές που διόγκωσαν το χρέος χωρών και προϋπολογισμών. Μήπως δεν ήταν κυβερνήσεις εκείνες (ή έστω Βουλές) που επέλεξαν τους κεντρικούς τραπεζίτες; Μήπως δεν ήταν τραπεζίτες αυτοί που άφησαν την πιστωτική επέκταση του τραπεζικού συστήματος να ξεφύγει από τον έλεγχό τους;

Δυστυχώς περιμένουμε καλές και σωστές λύσεις από εκείνους ακριβώς που μας έφεραν στην τρέχουσα κατάσταση. Από αυτούς που δεν είδαν το πρόβλημα και τις βαθιές αιτίες περιμένουμε τις λύσεις;

Ουτοπία ή σουρεαλισμός;

Γι’ αυτό και ο τίτλος "Κι όμως, ακόμα ψάχνουν". Ψάχνουν τη λύση του προβλήματος που οι ίδιοι δημιούργησαν και δεν τη βρίσκουν; Μακάριοι οι κοιμώμενοι! Περισσότερα σε εκτενές report σύντομα στην ιστοσελίδα του metatrading.gr.

Σπύρος Ε. Βασιλείου
Ηλίας Ν. Μπούσιος
www.metatrading.gr

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v