Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΤτΕ: Οι παράγοντες επιβίωσης εταιριών στο ΧΑ

Οι εταιρίες με μικρή δανειακή επιβάρυνση, μεγάλο μέγεθος και δραστηριοποίηση σε κλάδο που δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερο ανταγωνισμό διαθέτουν μεγαλύτερες πιθανότητες παραμονής στο ΧΑ, όπως αναφέρεται σε έρευνα της ΤτΕ.

ΤτΕ: Οι παράγοντες επιβίωσης εταιριών στο ΧΑ
Οι εταιρίες με μικρή δανειακή επιβάρυνση, μεγάλο μέγεθος και δραστηριοποίηση σε κλάδο που δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερο ανταγωνισμό διαθέτουν μεγαλύτερες πιθανότητες παραμονής στη Σοφοκλέους, όπως αναφέρεται σε έρευνα του «Οικονομικού Δελτίου» της Τραπέζης της Ελλάδος.

Αναλυτικότερα, στους προσδιοριστικούς παράγοντες της επιβίωσης των επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο Αθηνών αναφέρονται οι κ. Ιωάννης Ασημακόπουλος, Διονύσης Λαλούντας και Κωνσταντίνος Συριόπουλος, σε μελέτη τους που δημοσιεύεται στο 31ο τεύχος του «Οικονομικού Δελτίου» της Τραπέζης της Ελλάδος.

Η διερεύνηση των παραγόντων που προσδιορίζουν την επιβίωση των επιχειρήσεων σε μία οικονομία έχει απασχολήσει τους οικονομολόγους επί δεκαετίες, αναφέρεται στη μελέτη. Η συνήθης προσέγγιση συνίσταται στην εκτίμηση της πιθανότητας για εμφάνιση χρηματοοικονομικής δυσπραγίας ή πτώχευσης σε μια επιχείρηση.

Η δημοσιευόμενη μελέτη, η οποία χρησιμοποιεί ως δείγμα τις επιχειρήσεις που εισήγαγαν τις μετοχές τους προς διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο Αθηνών την περίοδο 1993 - 2006, εφαρμόζει ορισμένα εναλλακτικά (παραμετρικά και μη παραμετρικά) υποδείγματα επιβίωσης, προκειμένου να προσεγγίσει από διαφορετική σκοπιά το ζήτημα της επιβίωσης ή της εξόδου από τη χρηματιστηριακή αγορά.

Ως κριτήριο μη επιβίωσης μιας επιχείρησης χρησιμοποιείται είτε η αναστολή διαπραγμάτευσης των μετοχών της για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών είτε η ένταξή της σε καθεστώς επιτήρησης.

Εξετάζονται η δανειακή επιβάρυνση καθώς και μη χρηματοοικονομικοί προσδιοριστικοί παράγοντες, όπως το μέγεθος, ο κλάδος δραστηριοποίησης, η μορφή εταιρικής διακυβέρνησης και άλλα χαρακτηριστικά που συνδέονται με το περιβάλλον στο οποίο ενεργοποιούνται οι επιχειρήσεις.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, ο κίνδυνος μη επιβίωσης στην κεφαλαιαγορά είναι αρχικά μικρός, στη συνέχεια αυξάνεται, μεγιστοποιείται στα 7 έτη περίπου και ακολούθως βαίνει μειούμενος.

Συνεπώς, ενισχύεται η άποψη ότι η επένδυση στη χρηματιστηριακή αγορά πρέπει να έχει μακροπρόθεσμο χαρακτήρα, καθώς ο κίνδυνος εξόδου μειώνεται με τον χρόνο.

Οι επιχειρήσεις με υψηλή δανειακή επιβάρυνση αντιμετωπίζουν αναλογικά μεγαλύτερο κίνδυνο να τεθούν σε επιτήρηση ή να εξέλθουν τελικά από τη χρηματιστηριακή αγορά, σε σχέση με εκείνες με χαμηλή δανειακή επιβάρυνση. Οι επιχειρήσεις που ανήκουν σε κλάδους όπου ο ρυθμός εισαγωγής νέων εταιριών είναι υψηλός αντιμετωπίζουν αναλογικά μεγαλύτερο κίνδυνο να τεθούν σε επιτήρηση. Επίσης, καθοριστικός παράγοντας παραμονής μιας επιχείρησης στην αγορά είναι το αρχικό της μέγεθος.

Συνεπώς, μεταξύ δύο επιχειρήσεων που έχουν υψηλή δανειακή επιβάρυνση και δραστηριοποιούνται σε έναν ιδιαίτερα ανταγωνιστικό κλάδο, αυτή που έχει διπλάσια σχεδόν πιθανότητα να εξέλθει από την αγορά είναι η μικρότερη σε μέγεθος.

Αντίθετα με τα ανωτέρω, παράγοντες όπως η μορφή εταιρικής διακυβέρνησης και το μακροοικονομικό περιβάλλον δεν φαίνεται να ασκούν στατιστικά σημαντική επίδραση (με εξαίρεση για τον τελευταίο παράγοντα την εκτίμηση της συνάρτησης κινδύνου μέσω παραμετρικών υποδειγμάτων).

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v