Η βελτίωση των προσδοκιών για την οικονομική πορεία των επόμενων ετών, σε συνδυασμό με το πέρασμα πολλών τραπεζικών δανείων σε funds και την άνοδο του επενδυτικού ενδιαφέροντος για την αγορά ακινήτων αποτελούν παράγοντες που δρουν επιβοηθητικά στις προσπάθειες υπερχρεωμένων εταιρειών να προχωρήσουν σε αναδιάρθρωση των υποχρεώσεών τους.
Το τρέχον περιβάλλον είναι σαφώς πιο ευνοϊκό σε σύγκριση με αυτό των προηγούμενων ετών και δεν είναι τυχαίο ότι κατά τα τελευταία δύο χρόνια είχαμε εισηγμένες εταιρείες που είτε βγήκαν από το καθεστώς της επιτήρησης (π.χ. Δομική Κρήτης, Ευρωσύμβουλοι, ΣΙΔΜΑ), είτε αναδιάρθρωσαν με επιτυχία τις υποχρεώσεις τους (π.χ. Τζιρακιάν, Αγροτικός Οίκος Σπύρου).
Όλα αυτά ωστόσο δεν σημαίνουν πως δεν υπάρχει σήμερα μεγάλος αριθμός εισηγμένων εταιρειών που αγωνίζεται να διευθετήσει τις υποχρεώσεις του και να διασφαλίσει τη συνέχιση των εργασιών του.
Οκτώ περιπτώσεις
Το θέμα της διάσωσης της Μπουτάρης μέσα από τη συμβολή του στρατηγικού επενδυτή (οικογένεια Γεωργιάδη) και της Premia Properties (ο ρόλος της οποίας περιορίζεται στο να αγοράσει τα ακίνητα της γνωστής οινοποιητικής εταιρείας και να τα μισθώσει στη συνέχεια) βρίσκεται ακόμη σε φάση διαπραγμάτευσης με άγνωστη κατάληξη, καθώς τα εμπλεκόμενα μέρη είναι πολλά. Ως σύλληψη πάντως, δεν παύει να είναι ένα έξυπνο deal, καθώς μεταξύ άλλων:
- Θα δώσει τη δυνατότητα σε μια γνωστή και ιστορική εταιρεία να επιβιώσει και να αναπτυχθεί αυξάνοντας τις πωλήσεις της σε Ελλάδα και κυρίως στο εξωτερικό, με ό,τι αυτό σημαίνει για την ελληνική οικονομία γενικότερα.
- Οι πιστωτές θα εισπράξουν ένα σημαντικό τμήμα των απαιτήσεών τους, «κουρεύοντας» το υπόλοιπο.
- Η Premia Properties θα αγοράσει ακίνητη περιουσία την οποία θα εκμισθώσει με μια επιθυμητή ετήσια απόδοση ενοικίου (yield).
Αντίθετα, από την όλη υπόθεση είναι ιδιαίτερα αμφίβολο αν πρέπει να ελπίζουν σε κάτι οι σημερινοί μέτοχοι της Μπουτάρης (οι τίτλοι της οποίας βρίσκονται επί σειρά ετών εκτός διαπραγμάτευσης), καθώς συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις, οι εισηγμένες εισφέρουν το ενεργητικό τους σε τρίτες εταιρείες και μετά την μείωση των υποχρεώσεών τους μετατρέπονται σε… «κουφάρια».
Την ίδια κατάληξη δρομολογείται να έχουν οι εισηγμένες εταιρείες Sato και Βαράγκης σε περίπτωση που εγκριθούν δικαστικά τα σχέδια εξυγίανσης που έχουν υποβάλλει οι διοικήσεις τους σε συμφωνία με την πλειοψηφία των πιστωτών τους. Στην ουσία, τα σχέδια προβλέπουν τη μεταφορά των δραστηριοτήτων τους σε τρίτες εταιρείες διαφορετικών μετοχικών συμφερόντων (στην περίπτωση της Βαράγκης σε νομικό πρόσωπο ιδιοκτησίας του κ. Μάριου Κυριάκου).
Αντίθετα, στην περίπτωση της Γ.Ε. Δημητρίου, μια πιθανή δικαστική έγκριση του σχεδίου εξυγίανσης δίνει τη δυνατότητα στην εισηγμένη εταιρεία -που βρίσκεται εδώ και περίπου δύο χρόνια εκτός διαπραγμάτευσης- να συνεχίσει η ίδια τη δραστηριότητά της και στους μετόχους της την ελπίδα ότι σε βάθος χρόνου θα μπορούσαν να ανακτήσουν ένα σημαντικό τμήμα της αρχικής τους επένδυσης. Συγκεκριμένα, το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει μεγάλο κούρεμα και επιμήκυνση υποχρεώσεων, σε συνδυασμό με αύξηση κεφαλαίου που θα καλύψει η Quest Holdings αποκτώντας παράλληλα και την πλειοψηφία των μετοχών της εισηγμένης.
Κλίμα συγκρατημένης αισιοδοξίας επικτρατεί στην αγορά για την «επόμενη μέρα» της Yalco. Σύμφωνα με πληροφορίες, βρίσκονται σε εξέλιξη επαφές με στόχο την αναδιάρθρωση των υποχρεώσεων της εισηγμένης εταιρείας (που θα περιλαμβάνει και «κούρεμα» δανείων) μέσα από τη χρήση της ακίνητης περιουσίας της. Η ολοκλήρωση μιας τέτοιας προσπάθειας θα έδινε τη δυνατότητα στη διοίκηση της Yalco να επικεντρωθεί στην ανάταξη των λειτουργικών της επιδόσεων.
Σε «αγώνα ταχύτητας» θα πρέπει να επιδοθεί η διοίκηση της νηματουργίας Βαρβαρέσος, προκειμένου μέσα στους αμέσως επόμενους μήνες να υποβάλει σχέδιο εξυγίανσης με σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας των πιστωτών της. Η βορειοελλαδίτικη εταιρεία με αρνητικά ίδια κεφάλαια, καθαρό δανεισμό 14,5 εκατ. και υπόλοιπο 18 εκατ. προς τη ΔΕΗ έχει αποκτήσει ολιγόμηνη προστασία έναντι των πιστωτών της, λόγω δικαστικής αίτησης λήψης προληπτικών μέτρων που υπέβαλε πρόσφατα.
Σε ακόμη πιο δυσχερή θέση βρίσκεται η MLS που δεν έχει καταφέρει να συγκεντρώσει τη σύμφωνη γνώμη του 20% των πιστωτών της (βλέπε αποτυχημένη απόπειρα σύγκλισης συνέλευσης των κατόχων του τρίτου ομολόγου), προκειμένου να κερδίσει την ολιγόμηνη προστασία από τους πιστωτές που απέκτησε η Βαρβαρέσος. Γίνονται βέβαια κάποιες προσπάθειες διάσωσης της εταιρείας, ωστόσο οι οικονομικές επιδόσεις της MLS είναι απελπιστικές και ο χρόνος λειτουργεί εναντίον της, με ό,τι αυτό σημαίνει για τους μετόχους και τους ομολογιούχους της.
Σε εξίσου δυσχερή θέση βρίσκεται και η Dionic, η οποία με την πάροδο του χρόνου -και χωρίς να διαφαίνεται συμφωνία αναδιάρθρωσης με τις πιστώτριες τράπεζες- βλέπει τις επιδόσεις της να μειώνονται, τα χρέη της να διογκώνονται και τα ίδια κεφάλαιά της να καθίστανται ολοένα και περισσότερο αρνητικά. Κύκλοι της αγοράς θεωρούν ως θέμα χρόνου τη διαγραφή της από το ΧΑ. Δεν είναι τυχαίο ότι η εισηγμένη AVE έχει αποτιμήσει στα λογιστικά της βιβλία με «μηδέν» την κατά 30% συμμετοχή της στην Dionic.