Η JP Morgan εκτιμά ότι η Εθνική Τράπεζα είναι καθαρότερη σε όρους ποιότητας ενεργητικού, πιο λιτή και καλά κεφαλαιοποιημένη.
Επαναδιατυπώνει τη σύστασή της για υπεραπόδοση με νέα αυξημένη τιμή-στόχο στα 3,5 ευρώ, προσφέροντας 32% περιθώριο ανόδου από τα τρέχοντα επίπεδα.
Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα επαναλαμβάνει τη θετική της άποψη για την ΕΤΕ και πιστεύει ότι οι μετοχές προσφέρουν έναν ελκυστικό τρόπο να «παίξουν» οι επενδυτές την αναμενόμενη μακροοικονομική ανάκαμψη στην Ελλάδα με:
- Χαμηλό δείκτη μη εξυπηρετούμενης έκθεσης NPEs το 2022, της τάξης του 6% από το 47%, που ήταν το μέγιστο επίπεδο το 2015.
- Τον καλύτερο στην κατηγορία δείκτη εποπτικών κεφαλαίων CET1 στο 15,4%, με πλεονάζοντα κεφάλαια το 2023 που ανέρχονται στο 34% της κεφαλαιοποίησής της.
- Αυξανόμενη βελτίωση των εσόδων και την αύξηση της αποδοτικότητας στο 10% την περίοδο 2021-2023 σε αμοιβές και 11% σωρευτική μείωση της βάσης κόστους.
Συνολικά, η JP Morgan εκτιμά ότι η ΕΤΕ μπορεί να επιτύχει απόδοση-δείκτη ROTE στο 7,5% το 2023 ή 9% όταν προσαρμόζεται για τα πλεονάζουσα κεφάλαια, με περιθώριο περαιτέρω βελτίωσης στα επόμενα έτη. Με δείκτη τιμής προς ενσώματη λογιστική αξία στις 0,47 φορές το 2022 (Ρ/TBV), οι μετοχές δεν αντικατοπτρίζουν ακόμη την πλήρη έκταση του λειτουργικού μετασχηματισμού, κατά την άποψή τους, και γι' αυτό και το +32% περαιτέρω περιθώριο ανόδου.
Τα NPEs συγκλίνουν με τα ευρωπαϊκά επίπεδα, το μεγαλύτερο μέρος της δύσκολης δουλειάς έχει γίνει.
Με ανώτερα επίπεδα κάλυψης, ένα χαρτοφυλάκιο επικεντρωμένο στα ενυπόθηκα δάνεια και σημαντικά κέρδη από τις συναλλαγές που καταγράφηκαν στο οικονομικό έτος 2020, η διαδικασία μείωσης του κινδύνου της ΕΤΕ ήταν απλούστερη και ταχύτερη από ό,τι για άλλες ομοειδείς ελληνικές τράπεζες, εξηγεί η JP Morgan.
Το τρέχον απόθεμα NPsE είναι στα 4,4 δισ. ευρώ, περίπου 17 δισ. ευρώ χαμηλότερο από την κορύφωση το 2015 και η JP Morgan βλέπει περαιτέρω μείωση, κάτω από το όριο των €2 δισ., έως το τέλος του επόμενου έτους, που αντιστοιχεί σε δείκτη NPEs 6%.
Η συνακόλουθη μείωση του κόστους των προβλέψεων (CoR ) σε περίπου 60 μονάδες βάσης (bps), σε συνδυασμό με την αύξηση των εσόδων από προμήθειες θα ανεβάσει τον δείκτη αποδοτικότητας ROTE στο 7,5% το 2023, με περιθώριο περαιτέρω βελτίωσης στα επόμενα έτη.
Η ΕΤΕ με πάνω από 1,5 δισ. ευρώ κέρδη από τις συναλλαγές από τις αρχές του 2020 έχει απορροφήσει με άνεση τα one off κόστη, συμπεριλαμβανομένων των ζημιών από την τιτλοποίηση Frontier ύψους 6 δισ. ευρώ, τις προσαρμογές από την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής, καθώς και τις προβλέψεις 0,4 δισ. για την πανδημία από το περασμένο έτος.
Στις 0,47 φορές σε όρους P/TBV για το 2022, οι αποτιμήσεις έχουν περισσότερο χώρο για να τρέξουν, εξηγεί η JP Morgan. H ETE έχει υποαποδώσει φέτος σε σχέση με τις αντίστοιχες μετοχές, με άνοδο +18% έναντι +50% και +33% για τη Eurobank και τον δείκτη SX7E.
Ενώ αυτό σχετίζεται εν μέρει με μια σχετικά πιο ανθεκτική απόδοση έναντι των ομοειδών πέρυσι, οι μετοχές εξακολουθούν να διαπραγματεύονται 10% κάτω από τα προ Covid-19 επίπεδα, παρά την απρόσκοπτη διαδικασία μετασχηματισμού και τα πάνω από 1,5 δισ. ευρώ σε κέρδη συναλλαγών που κατέγραψε η τράπεζα από τις αρχές του 2020, που αντιστοιχούν σε 29% της καθαρής αξίας ενεργητικού και 64% της κεφαλαιοποίησης της αγοράς.
Στις 0,47 φορές, οι μετοχές δεν αντικατοπτρίζουν ακόμη την πλήρη έκταση του μετασχηματισμού της τράπεζας, κατά την άποψή τους και το 7,5% του προβλεπόμενου δείκτη ROTE.