Τα αποτελέσματα τετάρτου τριμήνου των ελληνικών τραπεζών αποκάλυψαν σταθεροποίηση στα καθαρά έσοδα από τόκους μετά από συνεχόμενα τρίμηνα πιέσεων και νέους στόχους μείωσης των «κόκκινων δανείων», υπογραμμίζει η Alpha Finance σε έκθεσή της μετά και τις ανακοινώσεις των τραπεζών.
Τι κάνουμε μετά το ράλι;
Όπως αναφέρει η χρηματιστηριακή, η Εθνική Τράπεζα έχει υπεραποδώσει έναντι των υπόλοιπων τραπεζών κατά 5% ή κατά 40%, αν εξαιρεθεί η Πειραιώς, που έχει εμφανίσει εντυπωσιακή άνοδο 139% από την τελευταία έκθεση της Alpha Finance στις 28 Ιανουαρίου. Οι τράπεζες διαπραγματεύονται πλέον με δείκτες τιμής προς λογιστική αξία (p/TBV) 0,34 / 0,12 / 0,32 και 0,27 για τις Eurobank, Πειραιώς, Εθνική και Alpha Bank αντίστοιχα. Ο δείκτης για τη Eurobank ενισχύεται στο 0,46 μετά τη συγχώνευση με την Grivalia και στο 0,60 μετά την τιτλοποίηση δανείων 7 δισ. ευρώ.
Για να δικαιολογήσει ένα δείκτη P/TBV στο 0,60 η Eurobank θα πρέπει να εμφανίσει διατηρήσιμη απόδοση ιδίων κεφαλαίων 8,5%. Η χρηματιστηριακή αναφέρει ότι κάτι τέτοιο αναμένεται να υλοποιηθεί μετά το 2020-2021, υποδηλώνοντας ότι η αγορά ήδη αποτιμά τη βελτίωση, που σημαίνει ότι το προφίλ ρίσκου / απόδοσης στα τρέχοντα επίπεδα δεν είναι ελκυστικό.
Από την άλλη, η Εθνική, στο 0,32, προσφέρει πιο ελκυστική σχέση ρίσκου / απόδοσης, σημειώνει η Alpha Finance, επαναδιατυπώνοντας την προτίμησή της στην τράπεζα.
Η Πειραιώς έχει καταγράψει ένα εντυπωσιακό ράλι, αλλά με τον βασικό κεφαλαιακό δείκτη στο 10,7% και τον δείκτη NPEs στο 53%, η σχέση ρίσκου - απόδοσης δεν είναι ελκυστική και θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, λέει η χρηματιστηριακή.
Η Alpha Finance διατηρεί σύσταση «neutral» και για τις τρεις τράπεζες, με τιμή-στόχο στα 0,72 ευρώ για τη Eurobank, στα 1,62 ευρώ για την Εθνική και στα 0,89 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς.
Τα αποτελέσματα δ' τριμήνου
Κερδοφορία: Τα καθαρά έσοδα από τόκους ενισχύθηκαν συνολικά κατά 7 εκατ. ευρώ το Q4 σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, με τάση σταθεροποίησης μετά από σειρά αρνητικών τριμήνων, με τους δείκτες χορηγήσεων να σταθεροποιούνται ή και να κινούνται ανοδικά για κάποιες τράπεζες, στέλνοντας ενθαρρυντικά σινιάλα.
Ρευστότητα: Η συνολική χρηματοδότηση από το ευρωσύστημα μειώθηκε στα 10,1 δισ. ευρώ από 10,7 δισ. ευρώ το προηγούμενο τρίμηνο, με όλες τις τράπεζες να έχουν τερματίσει το δανεισμό από το Μηχανισμό Έκτακτης Ρευστότητας (ELA). Ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις μειώθηκε στο 88% από 90% το Q3, με εισροές καταθέσεων ύψους 5,2 δισ. στο τρίμηνο και αύξηση των καθαρών δανείων κατά 1 δισ. ευρώ. Συνεχίστηκε η απομόχλευση στο Q4 με τα ακαθάριστα δάνεια να μειώνονται κατά 900 εκατ. ευρώ στα 190 δισ. ευρώ.
Guidance: Οι διοικήσεις των τραπεζών έδωσαν «στίγμα» για σταθεροποίηση των τάσεων στα καθαρά έσοδα από τόκους (εκτός της Αlpha Βank που αναμένει πιέσεις), υψηλότερα έσοδα από προμήθειες, χαμηλότερες κεφαλαιακές δαπάνες και κόστος ρίσκου στο εύρος 1,5-2%. Η χρηματιστηριακή εκτιμά ότι η διοίκηση της ΕΤΕ εμφανίστηκε πιο αισιόδοξη, τόσο σε όρους κερδοφορίας όσο και στο μέτωπο της προόδου στην πώληση στοιχείων ενεργητικού.
Ποιότητα ενεργητικού: Ολες οι τράπεζες εμφάνισαν αρνητική σύσταση νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων το Q4. Ο συνολικός δείκτης NPEs μειώθηκε κατά 4 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση, στα 86 δισ. ευρώ κυρίως λόγω πωλήσεων και διαγραφών, με το δείκτη NPEs να διαμορφώνεται στο 45% από 47% και τους δείκτες κάλυψης στο 51%.
Κεφάλαια: Τα κεφάλαια στους βασικούς κεφαλαιακούς δείκτες των ελληνικών τραπεζών μειώθηκαν κατά 1 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση, στα 26 δισ. ευρώ, με τον δείκτη CET 1 στο 15,4%, μειωμένο κατά 40 μονάδες βάσης στο τρίμηνο. H Alpha εμφανίζει υψηλότερο δείκτη κατά 200 μονάδες βάσης σε σχέση με το μέσο όρο. Η διοίκηση της Πειραιώς εμφανίστηκε βέβαιη για ενίσχυση του κεφαλαιακού δείκτη κατά 160-200 μονάδες βάσης εντός του 2019.