Τις κορυφαίες της επιλογές από το Χρηματιστήριο, σε «εποχές αβεβαιότητας» όπως επισημαίνει, περιγράφει σε έκθεσή της η Pantelakis Securities.
Όπως αναφέρει, ξεκινά τη χρονιά με μετοχές υψηλής ποιότητας, με ορατότητα όσον αφορά στην κερδοφορία, ισχυρούς ισολογισμούς και ελεύθερες ταμειακές ροές.
Στο πλαίσιο αυτό, ξεχωρίζει τις μετοχές των Jumbo (θέτοντας στόχο τα 20 ευρώ), Μυτιληναίου (με στόχο τα 13,5 ευρώ) και Τέρνα Ενεργειακής (με στόχο τα 8 ευρώ), συν τον τίτλο των Ελληνικών Πετρελαίων (με στόχο τα 9,5 ευρώ) λόγω του καταλύτη της επικείμενης ιδιωτικοποίησης.
Στη συνέχεια του έτους, η εταιρεία προτείνει αύξηση του δείκτη ρίσκου/μόχλευσης, με τις κορυφαίες επιλογές της από τον τραπεζικό κλάδο (προτείνει ως επιλογή χαμηλού ρίσκου τη Eurobank, με στόχο το 0,74 ευρώ και ως υψηλού ρίσκου την Εθνική, με στόχο το 1,61 ευρώ) καθώς θα αρχίσουν να ξεδιπλώνονται οι θετικοί καταλύτες για τις τράπεζες και η παγκόσμια διάθεση για ανάληψη ρίσκου ανακάμπτει με τη σταδιακή υποχώρηση των φόβων για παγκόσμια επιβράδυνση και εμπορικούς πολέμους.
Τα top picks
Οι Eurobank και Εθνική Τράπεζα παραμένουν οι δύο προτιμώμενες επιλογές από τον τραπεζικό κλάδο, σημειώνει η χρηματιστηριακή, θέτοντας σύσταση «overweight» και για τις δύο μετοχές.
Οσον αφορά στη Eurobank, επισημαίνει ότι είναι μπροστά στο ξεκαθάρισμα του ισολογισμού της, με αρνητική σύσταση νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και ως εκ τούτου, θεωρεί ότι αξίζει ένα premium σε σχέση με τις άλλες τράπεζες. Επισημαίνει ότι η εξέλιξη του σχεδίου της για τα κόκκινα δάνεια θα προκαλέσει αραίωση (dilution) στους μετόχους της αλλά αναμένεται να οδηγήσει σε μεγαλύτερη μελλοντική απόδοση έγχαρτων ιδίων κεφαλαίων.
Για την Εθνική, σημειώνει ότι πρόκειται για επιλογή υψηλότερου ρίσκου αλλά και δυνητικά υψηλότερης απόδοσης. Η αγορά θα «πανηγυρίσει» μια ενδεχόμενη ταχύτερη επιδιόρθωση του ισολογισμού της ενώ υπάρχει περιθώριο για υψηλότερες αποδόσεις έγχαρτων ιδίων κεφαλαίων. H τράπεζα εμφανίζει τον χαμηλότερο δείκτη ακάλυπτων NPEs προς έγχαρτη λογιστική αξία (TBV).
Για τα Ελληνικά Πετρέλαια, η χρηματιστηριακή προχωρά σε αναβάθμιση των προβλέψεων για τα EBITDA και τα κέρδη ανά μετοχή ως το 2020 κατά 5% και 11% αντίστοιχα. Παράλληλα, θέτει σύσταση «overweight» λόγω της προοπτικής να «ξεκλειδώσει» αξία, αρχής γενομένης από το 2019. Η αναμενόμενη ιδιωτικοποίηση προβλέπεται να οδηγήσει σε αναδιάρθρωση της επιχείρησης, αυξάνοντας ως εκ τούτου τις επιδόσεις της. Οι προοπτικές αναδιάρθρωσης δεν είναι αποτιμημένες στα τρέχοντα επίπεδα της μετοχής, υπογραμμίζει.
Σύσταση “overweight” δίνει η χρηματιστηριακή και για τα Jumbo, προβλέποντας μέση ετήσια αύξηση κερδών ανά μετοχή της τάξεως του 8% ως το 2021, λόγω των εντυπωσιακών επιδόσεων στη Ρουμανία και της αύξησης των πωλήσεων στην Ελλάδα. Επίσης, τα ρευστά διαθέσιμα των 322,3 εκατ. και οι ισχυρές ελεύθερες ταμειακές ροές των 105,6 εκατ. ευρώ αφήνουν μεγάλο περιθώριο για έκτακτο μέρισμα ή επιστροφή κεφαλαίου. Η χρηματιστηριακή χαρακτηρίζει ελκυστική την αποτίμηση της μετοχής, με την εταιρεία να έχει αποδείξει ότι έχει «ανοσία» στην ύφεση.
Ελκυστικά περιθώρια ανόδου βλέπει η χρηματιστηριακή και στον τίτλο της Μυτιληναίος, για τον οποίο δίνει σύσταση «overweight» και τιμή-στόχο στα 13,5 ευρώ (62% υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα). Προβλέπει ότι το 2019 υπάρχει έντονο ενδεχόμενο ανόδου στην τιμή του αλουμινίου, μετά την αδυναμία στο δεύτερο μισό του 2018, τη στιγμή που ο κλάδος ενέργειας και των ενεργειακών έργων εμφανίζει επίσης ισχυρότερες προοπτικές. Η ισχυρή παραγωγή ελεύθερων ταμειακών ροών αφήνει μεγάλα περιθώρια χρηματοδότησης των σχεδίων επέκτασης του ομίλου. Η μετοχή είναι σε καλή θέση για να υπεραποδώσει της αγοράς, ιδίως αν μετριαστούν οι μακροοικονομικές ανησυχίες.
Οσον αφορά στην Τέρνα Ενεργειακή (overweight με στόχο τα 8 ευρώ, 36% υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα), η χρηματιστηριακή επισημαίνει ότι δραστηριοποιείται στα αιολικά πάρκα, που αποτελούν τον πιο ελκυστικό κλάδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ιδίως στην Ελλάδα. Προβλέπει μέση ετήσια αύξηση των κερδών κατά 21% ως το 2020, με τις ελεύθερες ταμειακές ροές να αυξάνονται από το 2021 και μετά λόγω περιορισμένου λογαριασμού κεφαλαιακών δαπανών.
Τα τέσσερα «κλειδιά» για το ΧΑ
Η χρηματιστηριακή καταγράφει τέσσερις παράγοντες που θα καθορίσουν την πορεία της αγοράς. Την εγχώρια πολιτική σκηνή, την «επιδιόρθωση» των τραπεζικών ισολογισμών, την πρόσβαση της χώρας στις αγορές και τις «ορέξεις» των επενδυτών σε παγκόσμια κλίμακα.
Μετά από ένα σκληρό 2018, βλέπει ούριο άνεμο σε όλα τα επίπεδα και όπως σημειώνει, η περασμένη χρονιά σηματοδότησε το τέλος μιας οκταετίας διασώσεων, ύψους πάνω από το 150% του ΑΕΠ. Πώς εξηγείται τότε το ότι οι μετοχές έχασαν το 25% της αξίας τους και οι αποδόσεις των ομολόγων ανέβαιναν για το μεγαλύτερο διάστημα της χρονιάς; Σύμφωνα με την Pantelakis, αυτά πρέπει πέρα από το διεθνές περιβάλλον να αποδοθούν σε εγχώριες αστοχίες. Η οικονομία έχει κολλήσει σε χαμηλή ανάπτυξη, βαρύνεται από ένα δημοσιονομικό «ζουρλομανδύα», αντιμετωπίζει ένα βουνό προβληματικών δανείων και χάνει ανθρώπινο κεφάλαιο, ενώ παράλληλα ερωτήματα παραμένουν αναφορικά με την πρόσβαση στις αγορές. Ευτυχώς, ωστόσο, συμπληρώνει, βλέπουμε ούριο άνεμο σε όλα τα μέτωπα.
Αναφορικά με το πολιτικό τοπίο, σημειώνει ότι οι εκλογές προγραμματίζονται για τον Οκτώβριο αλλά μπορεί να προκύψουν τον Μάιο. Η αγορά θα χαιρετήσει μια νέα σταθερή κυβέρνηση, που θα προωθήσει ένα πιο φιλικό προς τις επιχειρήσεις δημοσιονομικό μείγμα και θα επιδιώξει την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων.
Στις τράπεζες, η χρηματιστηριακή διαπιστώνει μια ανανεωμένη αίσθηση επείγοντος από τις ρυθμιστικές αρχές και τις τράπεζες. Περισσότερη βοήθεια είναι προ των πυλών, με την κρατική στήριξη που θα διευκολύνει την εκκαθάριση των ισολογισμών. Ερωτήματα παραμένουν, αλλά οι νέοι στόχοι για τα κόκκινα δάνεια (Μάρτιο) και η ειδησεογραφία για το Asset Protection Scheme (APS) το πρώτο εξάμηνο είναι αυτά που θα πρέπει να προσέχουμε. Η πρόοδος θα είναι διπλή ευλογία για την οικονομία (μέσω της θετικής πιστωτικής επέκτασης) και τις μετοχές (οι τράπεζες έχουν μεγάλη βαρύτητα στις συναλλαγές και στο επενδυτικό κλίμα).
Η αξιόπιστη πρόσβαση στις αγορές θα αποτελέσει πραγματικότητα όταν αντιμετωπιστούν τα παραπάνω δύο εμπόδια. Το μεγάλο μαξιλάρι ρευστότητας εξασφαλίζει τη χώρα για τρία χρόνια, ενώ το δημόσιο χρέος είναι πιο βιώσιμο απ’ ό,τι φαίνεται με πρώτη ματιά: 2% μέσο επιτόκιο (85% σταθερό) και 20ετή ωρίμανση. Το ευτύχημα, σημειώνει, είναι ότι η πρώτη κίνηση, το 5ετές με απόδοση 3,6%, ανοίγει τον δρόμο για μελλοντικές κινήσεις.