Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Νέες ευκαιρίες και παγίδες στο Χρηματιστήριο

Ποιοι παράγοντες θα καθορίσουν τις επόμενες κινήσεις της εγχώριας αγοράς. Πώς επηρεάζουν οι εξελίξεις στο μέτωπο της Ιταλίας και η διόρθρωση στις ΗΠΑ. Το «αγκάθι» του τραπεζικού κλάδου και οι προοπτικές των άλλων blue chips.

Νέες ευκαιρίες και παγίδες στο Χρηματιστήριο

O Γενικός Δείκτης του Χ.Α. μετρά ήδη υψηλές ζημιές, της τάξης του 18%, στο τρίμηνο της εξόδου από τα μνημόνια, ενώ η συνεχιζόμενη ταλαιπωρία των τελευταίων ημερών και η αλλαγή δυναμικής στο εξωτερικό δημιουργεί πολλά ερωτήματα για τη μελλοντική πορεία της αγοράς.

Η πτώση που ακολούθησε την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια μεταφράστηκε σε αγωνία, κυρίως υπό το βάρος των σεναρίων για τις τράπεζες και δευτερευόντως στη μη προοπτική εξόδου της χώρας στις αγορές ομολόγων. Συνεπώς, παρά τη βελτίωση των αποτιμήσεων, δημιουργείται εύλογα η απορία αν η πτώση είναι ευκαιρία ή παγίδα για μεσοπρόθεσμους επενδυτές.

Για τους περισσότερους, ήταν σαφές ότι όσο το Χ.Α. αδυνατούσε να βρει ανοδικό ρυθμό και να συγχρονιστεί με τις ξένες αγορές, η υποχώρηση θα ήταν αναμενόμενη σε κάθε πιθανή ευκαιρία, όμως δεν αναμενόταν τέτοια πίεση στον τραπεζικό κλάδο.

Απ’ την άλλη πλευρά, όμως, δεν λείπουν τα θετικά σημεία, ούτε τα πράγματα είναι τόσο μονόπλευρα αρνητικά –αρκεί να δει κάποιος τις επιδόσεις και τις αποδόσεις εταιρειών με συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά ή τη βελτίωση σε αρκετούς macro δείκτες.

Οι τραπεζικές μετοχές κινούνται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα τιμών, με υψηλή μεταβλητότητα, κοντά στα ιστορικά τους χαμηλά, τα οποία μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν μαξιλάρι ασφαλείας. Η Αlpha Bank σημειώνει 30% πτώση από την αρχή του έτους, ενώ η Τράπεζα Πειραιώς εμφανίζει το πιο έντονο αρνητικό πρόσημο από τις αρχές του έτους με 65%. Η Εθνική Τράπεζα εμφανίζει μείωση 53%, ενώ και η Eurobank εμφανίζει ελαφρώς καλύτερη εικόνα για το ίδιο διάστημα με -40%.

Η συνεχιζόμενη μεταβλητότητα δείχνει την αυξημένη νευρικότητα που υπάρχει μεταξύ αγοραστών και πωλητών, όμως το γεγονός ότι ο τραπεζικός κλάδος συνεχίζει να κινείται με τέτοιες ενδοσυνεδριακές διακυμάνσεις και με ελαφρώς αυξημένους όγκους συναλλαγών, υπονοεί ότι οι κινήσεις στις τραπεζικές μετοχές δεν μπορεί να προέρχονται από «κωδικούς λιανικής». Έτσι, όσοι παραμένουν ενεργοί στην ελληνική αγορά θα πρέπει να έχουν πολύ γερό στομάχι, αφού το volatility των τραπεζικών τίτλων δεν αφήνει ανεπηρέαστους τους τίτλους των άλλων μετοχών, δεδομένου ότι σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνει την ψυχολογία στην αγορά.

Το στοίχημα

Σε αυτό το σκηνικό, το αν το Χ.Α. προσφέρεται τώρα για επενδύσεις εξαρτάται από:

- Τις κινήσεις της κυβέρνησης που μπορούν να επηρεάσουν την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών και την ορατότητά τους για την πορεία της οικονομίας.

- Το πολιτικό σύστημα και τις αποδείξεις που θα προσφέρει ότι οι επόμενες εκλογές, όποτε και αν διεξαχθούν αυτές, δεν θα επηρεάσουν τα μακροοικονομικά μεγέθη και τους στόχους της οικονομίας.

- Την οικονομική και πολιτική ατζέντα, που θα πρέπει να προωθήσει τις επενδύσεις, να μειώσει τις φορολογικές στρεβλώσεις και να ενισχύσει την εξωστρέφεια και δεν θα επιτρέψει πισωγυρίσματα σε κακές πρακτικές που θα προκαλέσουν επενδυτική αποστροφή για τα εγχώρια assets.

Το στοίχημα που θα μπορούσε να αλλάξει άρδην την τρέχουσα αρνητική εικόνα είναι μια γρήγορη και ομαλή επίλυση στη διαφαινόμενη ιταλική κρίση, ανάπτυξη της οικονομίας που να εξέπληττε θετικά και συνέχιση της αυξημένης διάθεσης για ρίσκο από τους επενδυτές παγκοσμίως.

Η μείωση των αποδόσεων των ομολόγων και η έκδοση ενός ακόμα θα αποτελούσαν κομβικά στοιχεία για το re-rating της αγοράς. Πλην αυτών, όμως, για την αντιστροφή της πτωτικής πορείας στην αγορά, θα χρειαστούν και καλές ειδήσεις τόσο από το μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων, όσο και σε αυτό των κόκκινων δανείων. Μια τέτοια εξέλιξη θα είχε άμεση επίδραση στην πιστοληπτική ικανότητα της χώρας και θα βοηθούσε τα μέγιστα στη σταδιακή αποκατάσταση της πρόσβασης στην αγορά των ομολόγων.

Το θεμελιώδες ζήτημα για την Ελλάδα παραμένουν οι αναιμικοί και χωρίς δυνατές εκπλήξεις ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας, αλλά και η δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για μόνιμη πρόσβαση στις αγορές. Η χώρα, αν και διαθέτει επαρκή ρευστότητα από το μαξιλάρι της εξόδου, δεν έχει αποδείξει ότι έχει αποκτήσει ανεμπόδιστη και απεριόριστη πρόσβαση στις αγορές ώστε να καλύψει τις όποιες μελλοντικές της ανάγκες. Αποτυχία σε κάτι τέτοιο θα οδηγήσει νομοτελειακά σε τέταρτο μνημόνιο και σε νέο ντόμινο αρνητικών εξελίξεων.

Το κρίσιμο σημείο

Σκιές στο όλο εγχείρημα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας θέτει κατ’ αρχάς η ανεπάρκεια της χώρας να κεφαλαιοποιήσει την έξοδο από τα μνημόνια και τα προγράμματα με κάποια επιτυχημένη ομολογιακή έκδοση και, στη συνέχεια, η αδυναμία των τραπεζών να βρουν επενδυτές για την έκδοση εργαλείων που θα ενίσχυαν τα εποπτικά τους κεφάλαια.

Παράλληλα, η ανησυχία για τη διαχείριση του όγκου των προβληματικών δανείων που βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, παραμένει αμείωτη. Δυστυχώς, φαίνεται ότι τα παραπάνω εμπόδια δεν πρόκειται να αρθούν σύντομα, το αρνητικό κλίμα στην Ιταλία δεν αποκλιμακώνεται -και αυτά θα συνεχίσουν να αποτελούν βασική πηγή ανησυχίας των ξένων επενδυτών του Χρηματιστηρίου.

Θετικά και αρνητικά

Πλην των τραπεζών, υπάρχει μεγάλος αριθμός εταιρειών που έχουν ξεπεράσει την αβεβαιότητα και την εγχώρια ύφεση. Την τελευταία τριετία έχουν επιδείξει ανάκαμψη στα μεγέθη τους και πρόκειται και να επωφεληθούν από την ενδεχόμενη ανάπτυξη της οικονομίας.

Βάσει των προβλέψεων για τα κέρδη, η Ελλάδα διαπραγματεύεται πλέον σε όρους forward P/E στα ίδια επίπεδα με τις αναδυόμενες αγορές, έχοντας πλησιάσει αισθητά και σε όρους μερισματικής απόδοσης (2,2% έναντι 2,6%). Επί του παρόντος, ωστόσο, ο πολύ χαμηλός δείκτης P/BV (άνω του 60% discount από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο και τις αναδυόμενες αγορές) μπορεί να είναι παραπλανητικός, εξαιτίας των πολύ χαμηλών αποτιμήσεων των τραπεζικών μετοχών. Με βάση τις προβλέψεις των αναλυτών για τα έτη 2018-2019, η αύξηση της κερδοφορίας του Γενικού Δείκτη θα είναι διψήφια υψηλή (σε επίπεδα της τάξεως του 15%-20%) φέτος, αλλά και το 2019.

Ωστόσο, ο Γενικός Δείκτης και ο δείκτης της υψηλής κεφαλαιοποίησης έχουν ενσωματώσει μέρος των αποτελεσμάτων του 2018 και των προσδοκιών του 2019 στις τιμές τους και πλέον η αγορά είναι και πάλι σε φάση stock picking.

Η γενική προσέγγιση από εδώ και πέρα θα είναι διαφορετική, αφού πολλές από τις μετοχές που στις αρχές του 2017 ήταν εξόφθαλμα φθηνές, πλέον έχουν ανατιμηθεί σημαντικά. Αντίθετα, αρνητικό στοιχείο που σε μεγάλο βαθμό επηρεάζει την πορεία στην αγορά μετοχών, είναι η οικονομία και οι εξελίξεις στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό.

Οι αναλυτές έχουν περιορίσει για φέτος τις προβλέψεις τους για το μέγεθος της ανάπτυξης, μιλώντας πλέον για μια αύξηση του ΑΕΠ μεταξύ του 1,5% και του 2%, αρκετά χαμηλότερα από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, και η αίσθηση που κυριαρχεί είναι ότι λείπει ο καταλύτης που θα δώσει ουσιαστική ώθηση στην ανάπτυξη που με τη σειρά της θα διαχυθεί σε πολλούς κλάδους της οικονομίας.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v