Τα τέσσερα μέτωπα τα οποία κρίνουν κατά πολύ τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα αναλύει η Nomura.
Όπως αναφέρει ο οίκος, το δεύτερο τρίμηνο θα είναι κρίσιμο για τη χώρα καθώς αναμένεται να ολοκληρωθεί η τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος, να ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των stress tests για τις τράπεζες ενώ αναμένεται ακόμη η ολοκλήρωση των συζητήσεων για το χρέος και η απόφαση για το πλαίσιο εποπτείας της μεταμνημονιακής περιόδου.
Η τέταρτη αξιολόγηση
Η τέταρτη και τελευταία αξιολόγηση είναι ήδη σε εξέλιξη, με στόχο να έχει ολοκληρωθεί εντός του Μαΐου, ενώ το Eurogroup της 21ης Ιουνίου θεωρείται το τελευταίο πιθανό χρονικό περιθώριο. Τα 88 προαπαιτούμενα περιγράφονται στην τελευταία έκθεση συμμόρφωσης της Κομισιόν.
Η αξιολόγηση θα είναι κρίσιμη καθώς εκτός του ότι περιλαμβάνει «ακανθώδη» ζητήματα όπως οι ιδιωτικοποιήσεις και η απελευθέρωση του ενεργειακού τομέα, εμπεριέχει το ρίσκο, το ΔΝΤ να ζητήσει εφαρμογή φορολογικών μέτρων το 2019 (αντί του 2020), εάν τίθεται υπό αμφισβήτηση ο στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% το 2019.
Η επιτυχής ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης θα οδηγήσει σε εκταμίευση μιας μεγάλης δόσης, ύψους 11,7 δισ. ευρώ, αναφέρει.
Το αξιόχρεο της Ελλάδας έχει ήδη αναβαθμιστεί από την S&P, τη Moody’s και τη Fitch εντός του έτους, ενώ όλοι οι οίκοι έχουν διατηρήσει θετικό outlook, παραπέμποντας σε περισσότερες αναβαθμίσεις στο άμεσο μέλλον. Η επόμενη αναβάθμιση, εκτιμά η Nomura, αναμένεται να λάβει χώρα από την DBRS στις αρχές Μαΐου, καθώς πλέον έχει μείνει πίσω σε σχέση με τους άλλους οίκους αξιολόγησης.
Η μεταμνημονιακή εποπτεία
Η βασικότερη εξέλιξη ήταν η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές με την έκδοση 7ετούς κρατικού ομολόγου. Το sell-off που ακολούθησε την έκδοση προκάλεσε αμφιβολίες για την ικανότητα της χώρας να έχει τακτική πρόσβαση στις αγορές στο μέλλον. Η έκδοση έλαβε χώρα σε δύσκολη χρονική στιγμή, λόγω της μείωσης στη διάθεση για ανάληψη κινδύνου αλλά και της αβεβαιότητας γύρω από το μέλλον της χώρας μετά τη λήξη του προγράμματος.
Αυτό θα ξεκαθαρίσει ως το τέλος της τέταρτης αξιολόγησης, ενώ οι εξελίξεις όσον αφορά στην ελάφρυνση χρέους και στο «μαξιλάρι» ρευστότητας λογικά θα βοηθήσουν στην απορρόφηση της επόμενης κοινοπρακτικής έκδοσης από την Αθήνα (πιθανόν μετά την ολοκλήρωση και της τελευταίας αξιολόγησης).
Ο οίκος εκτιμά ότι η «καθαρή έξοδος» από το μνημόνιο παραμένει πιθανότερη από μια προληπτική γραμμή πίστωσης. Ωστόσο, στην περίπτωση της Ελλάδας, η μεταμνημονιακή εποπτεία αναμένεται να είναι «αναβαθμισμένη», λόγω της πολύ μεγαλύτερης χρηματοδότησης από τις άλλες χώρες αλλά και της ανάγκης επίτευξης υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων ως το 2022.
Συμπερασματικά, φαίνεται δύσκολο, η έξοδος της Ελλάδας από το μνημόνιο να είναι τόσο «καθαρή» όσο των υπόλοιπων χωρών που βρέθηκαν σε πρόγραμμα.
Τα πολιτικά ρίσκα
Ενώ έχουν καταγραφεί κάποιες εντάσεις στο γεωπολιτικό μέτωπο και κάποια πολιτικά σκάνδαλα, η Nomura εκτιμά ότι το πολιτικό ρίσκο παραμένει χαμηλό στην Ελλάδα, λόγω της δέσμευσης της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης στα συμφωνηθέντα με τους δανειστές.
Η κυβέρνηση συνεχίζει να αναφέρει ότι οι εκλογές θα λάβουν χώρα στα τέλη της τετραετίας, ως τον Οκτώβριο του 2019 το αργότερο. Επιπλέον, η κυβέρνηση συνασπισμού στη Γερμανία θεωρείται καλή είδηση για την Αθήνα.
Τα ομόλογα
Τα ελληνικά ομόλογα έχουν χάσει σχεδόν τα μισά από τα πρόσφατα κέρδη τους (μετά το swap ομολόγων), μετά και την κοινοπρακτική έκδοση, αλλά παραμένουν οι τίτλοι με τις καλύτερες επιδόσεις από τον Δεκέμβριο.
Ο καταλύτης για το επόμενο ράλι θα μπορούσε να είναι πιθανές θετικές ειδήσεις από τα μέτωπα της τέταρτης αξιολόγησης και της ελάφρυνσης χρέους. Εάν το ΔΝΤ επιμείνει για εμπροσθοβαρή εφαρμογή των φορολογικών μέτρων το 2019, θα μπορούσαν να προκύψουν κάποιες εντάσεις μεταξύ της Αθήνας και των θεσμών ή μεταξύ του ΔΝΤ και των Βρυξελλών, αναφέρει η Nomura.
Εν κατακλείδι, ο οίκος σημειώνει ότι δεν αναμένει αρνητικές εκπλήξεις στο τελευταίο στάδιο του προγράμματος. Ωστόσο, εκτιμά ότι θα υπάρξουν ρίσκα και πιθανές καθυστερήσεις λόγω πολλών εμπλεκόμενων μερών. Τα τελευταία χρόνια, κυρίως η πολιτική οδήγησε σε αρνητικές εκπλήξεις στην ελληνική περίπτωση. Ωστόσο, πλέον υπάρχει περιθώριο αισιοδοξίας, καθώς τα πολιτικά ρίσκα σε Ελλάδα και Ευρώπη φαίνονται σχετικά περιορισμένα στην παρούσα φάση.