Τράπεζες: Η εικόνα μετά την «καταιγίδα»

Γιατί ανακάμπτουν οι τραπεζικές μετοχές μετά τις ισχυρές πιέσεις των τελευταίων εβδομάδων. Τα «όπλα» και οι προσδοκίες των αγοραστών. Τα ανοιχτά μέτωπα που καλείται να αντιμετωπίσει ο κλάδος. Τι λένε οι αναλυτές.

Τράπεζες: Η εικόνα μετά την «καταιγίδα»

H μέχρι πρότινος απαίτηση του ΔΝΤ για αυστηρή αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και κάθε είδους αρνητικό σενάριο κατέκλυσε την αγορά. Το αποτέλεσμα ήταν η βύθιση του Χ.Α. και των τραπεζικών μετοχών, αλλά και η δημιουργία κλίματος ισχυρής αβεβαιότητας για την ελληνική οικονομία συνολικά.

Όμως, η λύση του προβλήματος και η δρομολόγηση άλλων διαδικασιών (πρώιμα stress tests από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) επανέφερε την ηρεμία και η αγορά προσπαθεί να αποτιμήσει με άλλο μάτι τα δεδομένα.

Το γενικό συμπέρασμα είναι σαφές: οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανοιχτά πολλά δύσκολα μέτωπα και η κατάσταση είναι περίπλοκη, αλλά όχι μη διαχειρίσιμη.

Με αφορμές την ανταλλαγή των ομολόγων του PSI, αλλά και την πιο βατή, σε σχέση με τις προηγούμενες, τρίτη αξιολόγηση, οι ελληνικές μετοχές, και ειδικά οι τραπεζικές, προσπαθούν να επιστρέψουν σιγά σιγά στην κανονικότητα. Οι αξίες των συναλλαγών στις τελευταίες συνεδριάσεις είναι ενθαρρυντικές, αφού η απαξίωση των προηγούμενων ημερών προϊδέαζε για χειρότερες εξελίξεις. Σε κάθε περίπτωση, οι τιμές των μετοχών θα συνεχίσουν να είναι ευμετάβλητες και θα επηρεάζονται από τα δημοσιεύματα ή τις ειδήσεις, fake or real, που θα υπονοούν πως ίσως χρειαστεί να προχωρήσουν σε νέες αυξήσεις κεφαλαίου.

Μετά τη σφοδρή καταιγίδα που χτύπησε τις τιμές των μετοχών όλο το προηγούμενο διάστημα, οι ξένοι επενδυτές εκτιμούν και αποτιμούν ξανά τα δεδομένα και φαίνεται να υπολογίζουν εκ νέου τη σχέση του risk-reward των τραπεζικών τίτλων μετά και τις επιτυχημένες εκδόσεις καλυμμένων ομολόγων των τραπεζών.

Η Εθνική Τράπεζα και η Eurobank έχουν εκδώσει τριετή καλυμμένα ομόλογα 750 και 500 εκατ. ευρώ αντίστοιχα, ενώ και οι δυο εκδόσεις τιμολογήθηκαν με απόδοση κάτω του 3% και υπερκαλύφθηκαν κατά περισσότερο από 2 φορές.

1.Το πρώτο στοιχείο που έχει δώσει ελαφρώς διαφορετικό παλμό στην αγορά είναι ότι ο πρώτος γύρος συζητήσεων για την τρίτη αξιολόγηση ολοκληρώθηκε με μικρές διαφωνίες και κανένα από τα εναπομείναντα μέτρα δεν φαίνεται αρκετά σοβαρό ώστε να προκαλέσει εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις. Συνεπώς, η τρίτη αξιολόγηση έχει όντως αρκετές πιθανότητες να είναι η βραχύτερη από όλες τις προηγούμενες, έτσι ο κίνδυνος να διαταραχθεί το κλίμα στην αγορά και στην οικονομία φαίνεται μικρός.

2.Το δεύτερο στοιχείο είναι η πορεία των ομολόγων και η πτώση της απόδοσης του δεκαετούς και τους διετούς εν αναμονής της ανταλλαγής των εκδόσεων του PSI και της σύμπτυξής τους σε τέσσερις μόνο σειρές. Παρότι η κίνηση αυτή δεν μεταφράζεται σε de facto έξοδο στις αγορές, θα βελτιώσει τη ρευστότητα των ομολόγων στη δευτερογενή αγορά και θα διευκολύνει την ουσιαστική έξοδο στις αγορές.

3.Το τρίτο στοιχείο είναι το ελαφρώς πιο σταθερό μακροοικονομικό πλαίσιο που διαμορφώνεται και είναι πιο ανθεκτικό στην απορρόφηση των αποσταθεροποιητικών κραδασμών. Παρότι η ελληνική οικονομία είναι δύσκολο να εμφανίσει εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα έτη για μια σειρά από ενδογενείς λόγους και αδυναμίες, μετά και την ολοκλήρωση και της τρίτης αξιολόγησης, αλλά και του τρίτου προγράμματος προσαρμογής, θα ενισχυθεί η ψυχολογία, βελτιώνοντας ανάλογα τις πιθανότητες η χώρα να χρηματοδοτηθεί μερικώς από τις αγορές. Η μέχρι τώρα εικόνα της οικονομίας, των δημόσιων οικονομικών, αλλά και της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, πάντως, δεν δείχνει «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια.

4.Το τέταρτο στοιχείο είναι η ελάφρυνση του χρέους. Είναι ευρέως αποδεκτό ότι για να αποδεσμευθεί η χώρα από τα προγράμματα διάσωσης θα πρέπει να υπάρξει σημαντική ελάφρυνση στο χρέος, γεγονός που έχει γίνει αισθητά πιο δύσκολο μετά τα τελευταία εκλογικά αποτελέσματα στην Ευρώπη, αλλά και τις εξελίξεις στην Καταλονία. Εντούτοις κάποιου είδους re-profiling, καθώς και η επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα είναι εφικτό να προσφερθούν και θα είναι σημαντικά εχέγγυα ότι Ευρώπη στηρίζει την Ελλάδα.

Τα ειδικά ζητήματα

Στη micro εικόνα των τραπεζών, στο στόχαστρο των επενδυτών έχουν μπει οι πιθανότητες τα πλάνα μείωσης των κόκκινων δανείων να είναι επιτεύξιμα και να εξελίσσονται εντός στόχων σε συνδυασμό με το κόστος που θα έχουν η εφαρμογή του IFRS 9, του ΤΑR, αλλά του stress test. Σε κάθε περίπτωση, οι τιμές των μετοχών θα συνεχίσουν να είναι ευμετάβλητες. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι αρκετά hedge funds έχουν ακόμα σημαντικές short θέσεις στις τραπεζικές μετοχές.

Σε ό,τι αφορά στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων/δανείων (NPEs/NPL), η διαδικασία είναι δύσκολη αλλά επιτεύξιμη, σημειώνει η Citigroup. Τον Σεπτέμβριο, οι ελληνικές τράπεζες έθεσαν τις στρατηγικές μείωσης των NPE/NPL σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος και τον SSM, περιλαμβάνοντας στόχο μείωσης κατά 38% των NPEs και 49% των NPLs έως το 2019.

Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των τιμών των τραπεζικών μετοχών το επόμενο διάστημα θα έχει η διαδικασία των πωλήσεων που σε βρίσκεται σε εξέλιξη και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί. Στα επόμενα τρίμηνα αναμένονται 7-8 δισ. ευρώ πωλήσεις, ενώ παρότι οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί έχουν καθυστερήσει, αναμένεται να ξεκινήσουν εντός του μήνα. Η αγορά προσδοκούσε ότι θα είχαν ξεκινήσει, ωστόσο η πλατφόρμα είναι ήδη λειτουργική.

Αναφορικά με το πιθανό κόστος των IFRS 9, TRIM, stress test, οι τράπεζες θα μπορέσουν να απορροφήσουν τις πιθανές απώλειες του stress test του 2018, δεδομένου ότι ανακεφαλαιοποιήθηκαν το 2015 για μακροοικονομικές υποθέσεις που δεν υλοποιήθηκαν ποτέ, εκτιμούν οι αναλυτές. Το consensus στην αγορά τοποθετεί την πλήρη, αν και σταδιακή, επίδραση του προτύπου IFRS 9 στις 250 μονάδες βάσης περίπου στη Eurobank, 210 μονάδες βάσης περίπου στην Alpha Bank, 180 μονάδες βάσης στην Εθνική Τράπεζα και στις 160 μονάδες βάσης στην Τράπεζα Πειραιώς.

Από την άσκηση του TRIM, οι αναλυτές εκτιμούν ότι το μέγιστο απωλειών δεν ξεπερνά τις 80 μονάδες βάσης για καμία από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες.

Το ερώτημα είναι αν τα κεφαλαιακά μαξιλάρια είναι επαρκή για να απορροφήσουν την επίπτωση της εφαρμογής του IFRS9, του TAR και των stress tests. Οι αναλυτές της Wood τα τοποθετούν στα 14 δισ. ευρώ και θεωρούν πως τα κεφαλαιακά μαξιλάρια είναι επαρκή για να απορροφήσουν την επίπτωση της εφαρμογής του IFRS9 και των stress tests.

Η Citigroup, από την πλευρά της, επίσης θεωρεί ότι όλες οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημαντικά αποθέματα - μαξιλάρια κεφαλαιακής επάρκειας, αφού όλες έχουν ισχυροποιήσει σημαντικά τον δείκτη εποπτικών κεφαλαίων CET1 από το 12,2% κατά μέσο όρο στο πρώτο εξάμηνο του 2015 στο 17,7% στο πρώτο εξάμηνο του 2017. Αθροιστικά η Citigroup, μετά τις απομειώσεις του TRIM και του IFRS 9, υπολογίζει τα πλεονασματικά κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας στα 12 δισ. ευρώ.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v