Τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία είχαν εξαιρετική απόδοση φέτος, εξηγεί η UBS η οποία μετράει τα κέρδη του MSCI Greece στο 35,5% σε δολάρια ΗΠΑ, καθιστώντας την Ελλάδα την τρίτη καλύτερη αγορά MSCI ανάμεσα στις αναπτυσσόμενες αγορές το 2017 μετά την Πολωνία και την Τουρκία.
Την ίδια στιγμή, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου του Ελληνικού Δημοσίου έχει μειωθεί κατά 165 μονάδες βάσης στο 5,37%, ενώ οι αποδόσεις του Bund αυξήθηκαν κατά περίπου 40 μονάδες βάσης.
H UBS εκτιμά ότι οι πιθανοί επόμενοι καταλύτες για την ώθηση των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων σε υψηλότερα ακόμα επίπεδα βασίζονται σε δύο παράγοντες:
α) την οριστικοποίηση της ελάφρυνσης του χρέους και την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE ή την επιστροφή της χώρας στις αγορές ομολόγων και β) ένα καλύτερο μακροοικονομικό αποτέλεσμα - που συνεπάγεται ισχυρότερη ανάπτυξη, βελτίωση της ψυχολογίας και καλύτερη δημοσιονομική επίδοση με πιο γρήγορη ελευθέρωση των ελέγχων κεφαλαίου.
Σύμφωνα με την UBS, οι ελληνικές μετοχές βίωσαν το καλύτερο πρώτο εξάμηνο τους από το 2009, αφού επωφελήθηκαν, εκτός από την ανοδική τροχιά των αναδυόμενων αγορών, από τη βελτίωση της ψυχολογίας και των βασικών θεμελιωδών στοιχείων στην εγχώρια οικονομία.
Το σημαντικότερο είναι ότι οι τράπεζες οι οποίες αποτελούν λίγο περισσότερο από το μισό του δείκτη MSCI Ελλάδα, η ανακεφαλαιοποίηση τους και τα μέτρα που έχουν ληφθεί για την αντιμετώπιση του πολύ υψηλού επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών υπήρξαν ισχυροί καταλύτες για ολόκληρη την αγορά.
Το ερώτημα που προσπαθεί να απαντήσει η UBS είναι αν υπάρχει χώρος για περαιτέρω άνοδο στα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία. “Η ροή των ειδήσεων υποδεικνύει ότι οι επενδυτές μπορεί να επιθυμούν να παραμείνει εποικοδομητικοί στις ελληνικές μετοχές. Ωστόσο, μετά από το ισχυρό ράλι του τρέχοντος έτους, οι αποτιμήσεις έγιναν πιο απαιτητικές”, επισημαίνει η UBS.
Τα περισσότερα από τα βασικά στοιχεία αποτίμησης είναι πολύ ευμετάβλητα, ιδίως η πρόοδος των κερδών (σε δολάρια ΗΠΑ), η οποία ήταν πολύ αρνητική από τα μέσα του 2012 έως τα μέσα του 2014, ενώ η αύξηση των EPS έχει πλέον εγκατασταθεί σε χαμηλά μονοψήφια επίπεδα. Με βάση αυτές τις προβλέψεις για τα κέρδη, ο δείκτης MSCI Greece έχει διαμορφωθεί σε υψηλά επίπεδα 15,2 φορές έναντι μακροπρόθεσμου μέσου όρου 12,6 φορές.
Ωστόσο, σε όρους P/BV η εικόνα είναι πιο σχετική δεδομένου:
i) της προηγούμενης καταστροφής της λογιστικής αξίας του τραπεζικού συστήματος και της πρόσφατης ανακεφαλαιοποίησης και
ii) του υψηλού βάρους των τραπεζών στο δείκτη MSCI Greece (50%). Η Ελλάδα διαπραγματεύεται επί του παρόντος σε πολύ χαμηλό δείκτη P/BV 0,61 φορές, 68% κάτω από το μακροπρόθεσμο μέσο όρο των 1,9 φορές.
Ωστόσο, όπως αναμένεται για ένα οικονομικό και τραπεζικό σύστημα που έχει υποστεί πίεση επί μερικά χρόνια, ο μέσος όρος ROE στην Ελλάδα είναι επίσης χαμηλός σήμερα στο 2,9%. Παρόλα αυτά, ο δείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων ROE μπορεί να επιδιορθωθεί. Η UBS επισημαίνει ότι έχοντας αρνητικό ROE για σχεδόν τρία χρόνια μέχρι το Μάρτιο του 2017, η σημερινή θετική αν και χαμηλή αποδοτικότητα στην Ελλάδα (αν και αρκετά κάτω από το μέσο όρο των αναδυόμενων αγορών) αντιπροσωπεύει σημαντική ανάκαμψη.
Η UBS συνδυάζοντας τους δύο δείκτες (P/BV και ROE) βρίσκει ότι η αγορά της Ελλάδας βρίσκεται στη «σωστή» τιμή P/BV σε σχέση με την τρέχουσα απόδοση ROE. Επομένως, εάν ο δείκτης ROE (2,9%) είναι τώρα σε ανοδική τάση, το P/BV (0,61 φορές) θα πρέπει επίσης να αυξηθεί. Εν τω μεταξύ, η χώρα φαίνεται ακριβή με βάση την πρόβλεψη του P/E (premium 24% σε σχέση με τις παγκόσμιες αναδυόμενες αγορές - GEM), αλλά με βάση το τεράστιο χάσμα στο δείκτη ROE, η αγορά είναι πολύ φτηνή σε σχέση τις EM σε όρους P/BV (64% έκπτωση).
Συνεπώς, καταλήγει η UBS το κλειδί για υψηλότερες τιμές μετοχών από θεμελιώδη άποψη είναι το αυξανόμενο προφίλ ROE με την πάροδο του χρόνου, το οποίο θα μπορούσε επίσης να προέλθει από περαιτέρω μακροοικονομικές βελτιώσεις. Η επιβεβαίωση της θεσμικής προόδου, η οριστικοποίηση της ελάφρυνσης του χρέους, η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE ή και η επιστροφή της χώρας στις παγκόσμιες αγορές ομολόγων θα μπορούσαν κατά την άποψη της UBS να είναι επίσης καταλύτης για περαιτέρω κέρδη στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, ωστόσο για την ώρα πολλά έχουν ήδη αποτιμηθεί.