Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Eurobank: Υψηλότερα από τις 4.900 το ΧΑ στο 2007

Θετικές είναι οι προοπτικές και για την πορεία της ελληνικής κεφαλαιαγοράς το τρέχον έτος, με τη χρηματιστηριακή εταιρία του ομίλου να διατηρεί τον στόχο των 4.900 μονάδων για τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών έως το τέλος του 2007, με το ενδεχόμενο ακόμη μεγαλύτερης ανόδου από τα τρέχοντα επίπεδα εάν το διεθνές περιβάλλον παραμείνει θετικό, τονίζει σε ανάλυσή της η Eurobank.

Eurobank: Υψηλότερα από τις 4.900 το ΧΑ στο 2007
Διατήρηση του ισχυρού ρυθμού ανάπτυξης του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος της χώρας στο τρέχον έτος, το οποίο αναμένεται να διαμορφωθεί στο 4,0% περίπου από 4,3% το 2006, προβλέπει η Eurobank, επισημαίνοντας πως η εσωτερική ζήτηση θα αποτελέσει ξανά την ατμομηχανή της ανάπτυξης, ενώ η συμβολή του εξωτερικού τομέα θα παραμείνει αρνητική.

Επίσης, θετικές προβλέπονται οι προοπτικές και για την πορεία της ελληνικής κεφαλαιαγοράς το τρέχον έτος, με τη χρηματιστηριακή εταιρία του ομίλου της Eurobank να διατηρεί τον στόχο των 4.900 μονάδων για τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών έως το τέλος του 2007, με το ενδεχόμενο ακόμη μεγαλύτερης ανόδου από τα τρέχοντα επίπεδα εάν το διεθνές περιβάλλον παραμείνει θετικό.

Οι προβλέψεις περιέχονται στην τριμηνιαία έκδοση για την ελληνική οικονομία ”Macro Monitor: A Quarterly Economic Review of the Greek Economy”, που εξέδωσε η Διεύθυνση Τρέχουσας Οικονομικής Ανάλυσης της Eurobank EFG.

Την έκδοση επιμελείται ο Οικονομικός Σύμβουλος του ομίλου, κ. Γκίκας Χαρδούβελης, καθώς και ο επικεφαλής της Διεύθυνσης κ. Πλάτων Μονοκρούσος.

Στη μελέτη, επίσης, συνέβαλαν με αναλύσεις τους οι κ. Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, Σύμβουλος Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Κώστας Βορλόου, Οικονομολόγος, και Θεοδόσης Σαμπανιώτης, Οικονομικός Αναλυτής.

Η καταναλωτική ζήτηση θα συνεχίσει να υποστηρίζεται από τη βελτίωση των συνθηκών απασχόλησης στην αγορά εργασίας, την περαιτέρω σημαντική αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων και τη σωρευτική άνοδο της αξίας των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών (ακίνητες αξίες κ.ά.) των τελευταίων ετών.

Η συνεχιζόμενη ισχυρή ανάπτυξη της καταναλωτικής πίστης (αν και με σχετικά επιβραδυνόμενους ρυθμούς σε σχέση με το προηγούμενο έτος) θα συνεχίσει να τροφοδοτεί την καταναλωτική ζήτηση, ενώ οι μισθολογικές αυξήσεις θα διαμορφωθούν σε ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το 2006.

Ως απόρροια των ανωτέρω παραγόντων, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της καταναλωτικής δαπάνης αναμένεται να παρουσιάσει μικρή υποχώρηση το 2007 και να διαμορφωθεί στο 3,6% (σε πραγματικούς όρους) έναντι 3,9% το 2006.

Η συνολική δαπάνη για επενδύσεις παγίου κεφαλαίου θα παρουσιάσει περαιτέρω σημαντική αύξηση το τρέχον έτος, αν και ο ρυθμός ανόδου της θα υποχωρήσει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, στο 7,5% περίπου από 12,6% το 2006.

Η εξέλιξη αυτή αναμένεται να είναι κυρίως απόρροια της υποχώρησης των επενδύσεων σε κατοικίες (κατόπιν ισχυρής ανόδου τους κατά 32,3% το 2006), όπως άλλωστε σηματοδοτεί και η σημαντική πτώση του συνολικού αριθμού αδειών κατασκευής νέων οικοδομών το προηγούμενο έτος.

Παρ’ όλα αυτά, ο ρυθμός αύξησης της συνολικής δαπάνης για επιχειρηματικές επενδύσεις θα παραμείνει υψηλός λόγω της συνεχιζόμενης ισχυρής (εγχώριας και διεθνούς) ζήτησης, των υψηλών ρυθμών αύξησης της κερδοφορίας των ελληνικών επιχειρήσεων, των σχετικά ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης και της αισθητής βελτίωσης των επιχειρηματικών προσδοκιών.

Ο ρυθμός αύξησης των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (σε εθνολογιστική βάση) αναμένεται να παρουσιάσει σχετική επιβράδυνση το 2007 -κατόπιν σημαντικής επιτάχυνσής του το προηγούμενο έτος- και να διαμορφωθεί σε επίπεδα πλησιέστερα του ρυθμού ανάπτυξης της εγχώριας ζήτησης.

Από την άλλη πλευρά, ο ρυθμός ανάπτυξης των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών θα διαμορφωθεί περίπου στα επίπεδα του προηγούμενου έτους, καθώς κάποια σχετική υποχώρηση του ρυθμού αύξησης των εξαγωγών αγαθών θα αντισταθμιστεί από την επιτάχυνση του αντίστοιχου ρυθμού αύξησης των εξαγωγών υπηρεσιών.

Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα παραμείνει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα -δηλαδή άνω του 11% του μη αναθεωρημένου ακαθάριστου εθνικού προϊόντος- αντικατοπτρίζοντας τις συνεχιζόμενες επιδράσεις έκτακτων, κυκλικών και κυρίως δομικών παραγόντων.

Αν και η συμμετοχή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ καθιστά εύκολη τη χρηματοδότηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, η διόρθωση των δομικών αδυναμιών της οικονομίας που τροφοδοτούν το έλλειμμα αυτό κρίνεται αναγκαία για τη διατήρηση των ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα.

Οι αναγκαίες πολιτικές προς την κατεύθυνση αυτή πρέπει να συμβάλουν στην περαιτέρω απελευθέρωση των ντόπιων αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, στην ελαστικότητα της αγοράς εργασίας, στην προσέλκυση ξένων απευθείας επενδύσεων και γενικότερα στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

Στο μέτωπο των τιμών, η σχετική επιβράδυνση του ετήσιου ρυθμού αύξησης του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή τους πρώτους 4 μήνες του έτους, η συγκράτηση του εισαγόμενου πληθωρισμού σε επίπεδα χαμηλότερα του εσωτερικού και η μικρή αναμενόμενη υποχώρηση του εργατικού κόστους ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος στηρίζουν την πρόβλεψή μας για περαιτέρω υποχώρηση του μέσου ετήσιου πληθωρισμού στο 2,9% το 2007 από 3,3% το προηγούμενο έτος.

Για τους επόμενους 2-3 μήνες, προβλέπουμε παραμονή του ετήσιου ρυθμού αύξησης του δείκτη τιμών καταναλωτή στα τρέχοντα επίπεδα, ενώ προβλέπουμε σταδιακή επιτάχυνσή του στο δεύτερο εξάμηνο του έτους. Τονίζεται επίσης ότι από τα τέλη του 2006 παρατηρείται σημαντική επιτάχυνση του λεγόμενου ”πυρήνα” του δείκτη τιμών καταναλωτή. Η τάση αυτή αναμένεται γενικά να συνεχιστεί τους αμέσως επόμενους μήνες, τροφοδοτώντας ανοδικές πιέσεις στον γενικό δείκτη.

Στο δημοσιονομικό μέτωπο, η αναμενόμενη έξοδος της Ελλάδας από τη διαδικασία υπερβάλλοντος ελλείμματος τον ερχόμενο Ιούνιο και η συγκράτηση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης σε επίπεδα κάτω του 3% του ΑΕΠ το τρέχον έτος αναμένεται να ανοίξουν τον δρόμο για περαιτέρω ανοδικές αναθεωρήσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης.

Η εξέλιξη αυτή θα συμβάλει (ceteris paribus) στην περαιτέρω μείωση της διαφοράς απόδοσης των ελληνικών κυβερνητικών ομολόγων από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς τίτλους και συνεπώς στην περαιτέρω συμπίεση του κόστους δανεισμού του ελληνικού δημοσίου.

Βέβαια, όπως έχουμε τονίσει και στο παρελθόν, ιδιαίτερη βαρύτητα πρέπει να δοθεί στη διόρθωση των διαρθρωτικών αδυναμιών που παρουσιάζει η δημοσιονομική θέση της χώρας (π.χ. υψηλά επίπεδα φοροδιαφυγής) έτσι ώστε να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών αναγκών που αναμένεται να ενταθούν μετά το 2010 λόγω δημογραφικών προβλημάτων.

Στην έκθεση, επίσης, επισημαίνεται ότι η πτώση του ελλείμματος γενικής κυβέρνησης από το 2004 στο 2007 κατά 5,35% του ΑΕΠ, οφείλεται σε πολύ μικρό βαθμό σε ουσιαστική εξυγίανση των δημοσιονομικών μεγεθών, αφού από τις 5,35 μονάδες μόνον οι 0,25 οφείλονται σε αύξηση των εσόδων –και αυτές με έκτακτα μέτρα- και 0,50 σε μείωση των δημόσιων καταναλωτικών δαπανών.

Η μείωση δαπανών για δημόσιες επενδύσεις (1,61 μονάδες) είναι, μάλιστα, ανησυχητική διότι συνεπάγεται και μειωμένους ρυθμούς απορρόφησης των κοινοτικών κονδυλίων. Η μείωση των τόκων (0,95 μονάδες) οφείλεται κυρίως στην εξωγενή πτώση των επιτοκίων, ενώ η αύξηση της άσπρης τρύπας των ταμείων (2,04 μονάδες) έχει μεγάλη αβεβαιότητα. Αθροιστικά, οι 0,75 μονάδες εξυγίανσης αποτελούν το 14% της συνολικής πτώσης του ελλείμματος.



Στην παρούσα έκθεση αναλύεται επίσης η πορεία εκτέλεσης του 3ου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και παρουσιάζονται κάποια από τα κύρια συμπεράσματα ειδικής έρευνας της τράπεζας για τις προοπτικές του τουριστικού κλάδου της χώρας.

Αν και το προηγούμενο έτος σημειώθηκε σημαντική επιτάχυνση στον ρυθμό απορρόφησης κοινοτικών κονδυλίων δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψη ότι η διετία 2007-2008 σηματοδοτεί την αποπεράτωση του 3ου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και την αρχή του 4ου.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, ο μέσος μηνιαίος ρυθμός δαπάνης (ευρωπαϊκών και δημόσιων) κονδυλίων τη διετία 2007-2008 για προγράμματα που εντάσσονται στο 3ο πλαίσιο στήριξης θα πρέπει να αυξηθεί δραστικά στα 567 εκατομμύρια ευρώ από 375 εκατομμύρια ευρώ το 2006, έτσι ώστε να αποφευχθεί η απώλεια διαθέσιμων κονδυλίων από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αν στα ανωτέρω ποσά συμπεριληφθούν και αυτά που απαιτούνται για την ομαλή έναρξη του 4ου πλαισίου στήριξης, η μέση απαιτούμενη μηνιαία δαπάνη (ευρωπαϊκών και δημόσιων) κονδυλίων την περίοδο 2007-2008 υπερβαίνει τα 950 εκατομμύρια ευρώ.

Στον τουριστικό τομέα, οι προοπτικές παραμένουν θετικές και, βασιζόμενοι σε σχετικές οικονομετρικές μελέτες, προβλέπουμε αυξήσεις στις εισροές τουριστών σε ξενοδοχεία της χώρας κατά 5,6% και 5,2% τα έτη 2007 και 2008, αντίστοιχα.

Παρ’ όλα αυτά, ιδιαίτερη προσπάθεια πρέπει να καταβληθεί από την Πολιτεία και τον ιδιωτικό τομέα της χώρας με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών σε ανταγωνιστικές τιμές για την αντιμετώπιση του αυξανόμενου ανταγωνισμού από χώρες της ευρύτερης περιοχής όπως Βουλγαρία, Ρουμανία, Κροατία και Σλοβενία.

* Η μελέτη δημοσιεύεται στη δεξιά στήλη ”Συνοδευτικό Υλικό”.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v