Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ξεπέρασαν τις προβλέψεις οι χώρες της Ν. Ευρώπης

Οι εξελίξεις στις χώρες της ”Νέας Ευρώπης” κατά το 2006 ξεπέρασαν τις προσδοκίες των αναλυτών τονίζεται σε ανάλυση της Eurobank. Με εξαίρεση την Τουρκία, οι χώρες της ”Νέας Ευρώπης” κατέγραψαν ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης υψηλότερους από τους αναμενόμενους, χωρίς αυτό να οδηγήσει σε αναζωπύρωση πληθωριστικών πιέσεων.

Ξεπέρασαν τις προβλέψεις οι χώρες της Ν. Ευρώπης
Η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank EFG εξέδωσε σήμερα το τελευταίο τεύχος της τριμηνιαίας της έκδοσης ”New Europe”, το οποίο περιέχει μια εκτενή ανάλυση των μακροοικονομικών μεγεθών, των τραπεζικών συστημάτων και των χρηματαγορών των χωρών της ανατολικής Ευρώπης και της ανατολικής Μεσογείου.

Την έκδοση επιμελείται ο οικονομικός σύμβουλος του ομίλου, καθηγητής Γκίκας Χαρδούβελης και συμμετέχουν οι κ. Ηλίας Λεκκός, Μανόλης Δαβραδάκης και Γιάννης Γκιώνης, καθώς και η κ. Έλενα Σιμιντζή.

Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Eurobank, οι εξελίξεις στις χώρες της ”Νέας Ευρώπης” κατά το 2006 ξεπέρασαν τις προσδοκίες των αναλυτών.

Με εξαίρεση την Τουρκία, οι χώρες της ”Νέας Ευρώπης” κατέγραψαν ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης υψηλότερούς από τους αναμενόμενους, χωρίς αυτό να οδηγήσει σε αναζωπύρωση πληθωριστικών πιέσεων.

Η Τουρκία αποτελεί τη μοναδική εξαίρεση, καθώς η κρίση των αναδυόμενων αγορών κατά τους μήνες Μάιο και Ιούλιο είχε ως συνέπεια την εξασθένηση των ρυθμών της οικονομικής της ανάπτυξης κατά το δεύτερο μισό του 2006 και την αύξηση του πληθωρισμού πάνω από τους στόχους της Κεντρικής τράπεζας.

Όσον αφορά στο 2007, αναμένουμε η οικονομική ανάπτυξη των χωρών αυτών να συνεχιστεί απρόσκοπτα, χωρίς όμως να παραβλέπουμε τυχόν μακροοικονομικές ανισορροπίες οι οποίες θα μπορούσαν να ανατρέψουν το υπάρχον ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον.

Πιο αναλυτικά:

Η οικονομία της Βουλγαρίας, μετά και την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τον Ιανουάριο του 2007, συνεχίζει να σημειώνει εντυπωσιακούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης.

Για το 2007 οι οικονομολόγοι της Eurobank εκτιμούν ότι ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ θα υπερβεί το 6%, ενώ παράλληλα ο πληθωρισμός θα παρουσιάσει μείωση κατά μία ποσοστιαία μονάδα στο 4,9%.

Στον αντίποδα, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο εκτινάχθηκε στο 16% του ΑΕΠ στο τέλος του 2006, θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα (15% του ΑΕΠ) και το 2007. Το έλλειμμα αυτό στο μεγαλύτερο μέρος του θα χρηματοδοτηθεί από την εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων, οι οποίες το 2006 σημείωσαν ιστορικό ρεκόρ (αύξηση 43% μέσα στο 2006) και ανήλθαν στο 16,6% του ΑΕΠ, καθώς ένα ολοένα αυξανόμενο μέρος αυτών τα τελευταία χρόνια κατευθύνεται σε επενδύσεις ακίνητης περιουσίας (το ποσοστό αυτό ανήλθε στο 30% των συνολικών εισροών για το 2006).

Τέλος, η προσπάθεια της Κεντρικής Τράπεζας της Βουλγαρίας, ως αρμόδιας εποπτικής αρχής, να ελέγξει τη ραγδαία πιστωτική επέκταση δεν έχει ευοδωθεί.

Ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης περιορίστηκε μεν στο 20,2% (σε ετήσια βάση) τον Δεκέμβριο του 2006 από 33,1% έναν χρόνο πριν, αλλά εναλλακτικές μορφές δανεισμού αναπτύσσονται ταχύτατα.

Το leasing, που αυξήθηκε κατά 1,6 μονάδες του ΑΕΠ σε ένα μόνο έτος, καθώς και ο δανεισμός των επιχειρήσεων από το εξωτερικό αποτελούν τα κυριότερα εναλλακτικά δίκτυα δανεισμού, τα οποία είναι δύσκολο να εποπτευθούν από την Κεντρική Τράπεζα.

Η οικονομία της Ρουμανίας θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς και το 2007. Πιο συγκεκριμένα, αναμένουμε 6,5% μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ της Ρουμανίας για το 2007, από 7,7% το 2006, λόγω ασθενέστερης αύξησης κατανάλωσης και επενδύσεων με αμετάβλητες καθαρές εξαγωγές, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα μειωθεί οριακά το 2007 σε 10% του ΑΕΠ, από 10,5% το τελευταίο τρίμηνο του 2006.

Παράλληλα, η μείωση της ανεργίας, ιδιαίτερα των εξειδικευμένων εργατών, και η αύξηση των κατώτατων μισθών στις υπηρεσίες του Δημοσίου δεν θα επιτρέψουν περαιτέρω αποκλιμάκωση του πληθωρισμού που θα παραμείνει στο 5% και το 2007.

Μία επιπρόσθετη πρόκληση για τη Ρουμανία είναι και ο εξορθολογισμός της δημοσιονομικής της πολιτικής. Η μετάβαση του κρατικού προϋπολογισμού από πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ τον Νοέμβριο του 2006, σε έλλειμμα 1,7% του ΑΕΠ στο τέλος του έτους, εγείρει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με την ομαλή εκτέλεση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.

Ο τραπεζικός τομέας της Ρουμανίας αναπτύσσεται ταχύτατα σε όρους τόσο ενεργητικού (34,7% σε ετήσια βάση, 12/2006) όσο και πιστωτικής επέκτασης (53,7% σε ετήσια βάση, 12/2006).

Όμως η ταχεία αυτή πιστωτική επέκταση δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη επέκταση της καταθετικής τους βάσης.

Κατά συνέπεια, μόνο κατά το 2006 ο λόγος δανείων προς καταθέσεις αυξήθηκε κατά 16 ποσοστιαίες μονάδες και πλησίασε το 100%. Αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ δανείων και καταθέσεων έχει δημιουργήσει σοβαρή έλλειψη ρευστότητας, η οποία μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη στην περαιτέρω ανάπτυξη της τραπεζικής πίστης στη ρουμανική οικονομία.

Παρά την πολιτική αστάθεια που επικρατεί, η σερβική οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται με σταθερούς ρυθμούς. Το 2006 οι οικονομολόγοι στης Eurobank υπολογίζουν ότι το σερβικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 5,8% (σε πραγματικούς όρους), ενώ αναμένουν παρόμοια ανάπτυξη (5,5% σε πραγματικούς όρους) και για το 2007.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι η κατάρτιση σε σύντομο χρονικό διάστημα ενός αξιόπιστου προϋπολογισμού για το 2007 από την καινούργια κυβέρνηση που θα σχηματιστεί βάσει των αποτελεσμάτων των πρόσφατων εκλογών.

Επίσης πρέπει να τονιστεί ότι παρά τους έντονους αναπτυξιακούς ρυθμούς ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 6,6% στο τέλος του 2006, από 17,7% το 2005, μέσα στους στόχους που είχε θέσει η Κεντρική Τράπεζα στης Σερβίας, ενώ για το 2007 προβλέπεται περιορισμένη αύξηση στο 7,5%.

Παράλληλα, και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να παρουσιάσει μικρή επιδείνωση στο 11% του ΑΕΠ, από 10,4% το 2006.

Τέλος πολύ σημαντική εξέλιξη αποτελεί η σταδιακή αποκατάσταση της αξιοπιστίας του τραπεζικού συστήματος στο εσωτερικό της χώρας. Αυτό είχε ως συνέπεια οι καταθέσεις σε σερβικές τράπεζες να αυξηθούν με ρυθμούς άνω του 40% για δεύτερη συνεχή χρονιά (40,4% το 2006 και 46,7% το 2005).

Η αστάθεια του κυβερνητικού συνασπισμού στην Πολωνία δεν ήταν αρκετά σημαντική ώστε να ανακόψει τους ρυθμούς της οικονομικής της ανάπτυξης.

Σύμφωνα με τη μελέτη της Eurobank, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ κατά το 2006 θα ανέλθει σε 5,8% (σε πραγματικούς όρους), ενώ για το 2007 αναμένεται περαιτέρω ανάπτυξη κατά 6,2%.

Οι κυριότεροι παράγοντες αυτής της ανάπτυξης είναι ο ταχύτερος ρυθμός αύξησης της κατανάλωσης εξαιτίας της μείωσης της ανεργίας και της προς τα πάνω σύγκλισης των μισθών και των αμοιβών με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ταυτόχρονα, όμως, αυτή η σύγκλιση θα προκαλέσει και άνοδο του πληθωρισμού σε 2,5% το 2007, ενώ και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα διογκωθεί κατά μισή ποσοστιαία μονάδα και θα φτάσει το 2,5% του ΑΕΠ. Τέλος, αποτέλεσμα της έντονης οικονομικής ανάπτυξης και των θετικών προσδοκιών για το μέλλον είναι η ανάκαμψη του επιχειρηματικού δανεισμού, από 4,4% το 2005, στο 17,3% το 2006.

Η οικονομία της Ουκρανίας σημείωσε σημαντική ανάκαμψη μέσα στο 2006, με τον ρυθμό ανάπτυξης να ανέρχεται στο 7% έναντι μόλις 2,6% το 2005.

Βασικό μοχλό αποτέλεσαν η ιδιωτική κατανάλωση, ωθούμενη από την εκρηκτική αύξηση του τραπεζικού δανεισμού, καθώς και οι ακαθάριστες επενδύσεις.

Η επερχόμενη αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και του πετρελαίου αναμένεται να προκαλέσουν μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και της κατανάλωσης στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα το ΑΕΠ να υποχωρήσει το 2007 κατά μιάμιση ποσοστιαία μονάδα σε 5,5%.

Σύμφωνα με τη Eurobank, η αναμενόμενη άνοδος των τιμών της ενέργειας θα αυξήσει τον πληθωρισμό (10,5% το 2007, από 9,1% το 2006) και θα χειροτερεύσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών (3% του ΑΕΠ το 2006, από 0,5% το 2006).

Παράλληλα, η Ουκρανία γνωρίζει ταχεία πιστωτική επέκταση, με τα συνολικά δάνεια να αυξάνονται κατά 71% σε ετήσια βάση τον Δεκέμβριο του 2006. Ανάλογη άνθηση γνωρίζουν τόσο τα δάνεια προς νοικοκυριά (αύξηση 134,1% σε ετήσια βάση, 12/2006), όσο και τα δάνεια προς επιχειρήσεις (αύξηση 46,1% σε ετήσια βάση, 12/2006).

Η ραγδαία αυτή πιστωτική επέκταση σε συνδυασμό με τον πολύ μικρότερο ρυθμό αύξησης των καταθέσεων έχει δημιουργήσει έντονο πρόβλημα ρευστότητας στο ουκρανικό τραπεζικό σύστημα, όπως φαίνεται και από τα υψηλά επίπεδα του δείκτη δάνεια προς καταθέσεις (133,1%, 12/2006).

Η οικονομία της Τουρκίας άρχισε να επιβραδύνεται το τρίτο τρίμηνο του 2006, ως αποτέλεσμα της σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής κατά την πρόσφατη αναταραχή στις διεθνείς αγορές. Ο ρυθμός ανάπτυξης κατά το τρίτο τρίμηνο ανήλθε στο 3,4%, πολύ κάτω από το 7,7% το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο.

Αυτό προέκυψε ως αποτέλεσμα της σημαντικής επιβράδυνσης της ιδιωτικής κατανάλωσης, η οποία αυξήθηκε μόλις 1,3% το τρίτο τρίμηνο, έναντι 10,4% το αντίστοιχο περσινό. Η επιβράδυνση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί και κατά το 2007, με τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ να περιορίζεται στο 5,2%.

Το 2006 ήταν επιτυχημένη χρονιά για την εξέλιξη των δημοσιονομικών μεγεθών της Τουρκίας, κάτι που είναι αμφίβολο αν θα επαναληφθεί και το 2007, εξαιτίας των διπλών εκλογών (προεδρικές και κοινοβουλευτικές) μέσα στο έτος που διανύουμε, αλλά και των φιλόδοξων στόχων που έχουν τεθεί στον προϋπολογισμό.

Το πρωτογενές πλεόνασμα της κεντρικής κυβέρνησης ανήλθε στο 7,5%, ενώ το συνολικό έλλειμμα διαμορφώθηκε στο 0,7% του ΑΕΠ. Παρά την οικονομική επιβράδυνση, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών επιβαρύνθηκε περαιτέρω από το 7,8% του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο στο 8,4%, αλλά από το 2007 αναμένεται σταδιακή βελτίωσή του στο 7% του ΑΕΠ.

Προς αυτή την κατεύθυνση ιδιαίτερα σημαντικό θεωρείται το γεγονός ότι οι καθαρές άμεσες ξένες επενδύσεις ξεπέρασαν τα δεκαεννιά δισεκατομμύρια δολάρια και καλύπτουν πλέον το 60% το ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, έναντι 40% το 2005, κάτι όμως που θα είναι δύσκολο να επαναληφθεί και το 2007.

Ο πληθωρισμός στην Τουρκία διαμορφώθηκε στο 9,6%, σημαντικά πάνω από το 4% που ήταν ο στόχος της Κεντρική Τράπεζας, ενώ οι πληθωριστικές πιέσεις που συσσωρεύονται από την αύξηση του δομικού πληθωρισμού θα συντείνουν στη διαμόρφωση του πληθωρισμού στο 7,4% το 2007.

Το σημαντικότερο γεγονός που επηρέασε τις τραπεζικές εξελίξεις στην Τουρκία είναι η μίνι κρίση της περιόδου Μαΐου - Ιουνίου 2006, απόρροια της οποίας ήταν και η αύξηση των επιτοκίων κατά 425 μονάδες βάσης από την Κεντρική Τράπεζα.

Αν και δεν έχουμε ακόμα την πλήρη εικόνα, η κρίση δεν επέδρασε αρνητικά στην ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, αλλά στην πιστωτική επέκταση της οικονομίας. Έτσι, οι ραγδαίοι ρυθμοί ανάπτυξης των δανείων, που παρατηρούνταν την περίοδο πριν από την κρίση, επιβραδύνθηκαν απότομα μετά τον Ιούνιο.

Το σύνολο των δανείων έτρεχε με ρυθμό 30% τους πρώτους 6 μήνες του 2006, αλλά μόλις με 5,4% τους τελευταίους 5 μήνες του έτους, για τους οποίους υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.

Η μεγαλύτερη επιβράδυνση παρουσιάζεται στο κομμάτι των στεγαστικών δανείων, τα οποία ενώ εκτοξεύθηκαν με ρυθμό 65,3% την περίοδο Ιανουαρίου - Ιουνίου 2006, περιορίστηκαν στο 6% την περίοδο Ιουνίου - Νοεμβρίου.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v