Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ν. Νανόπουλος: Το τραπεζικό τοπίο στην Ελλάδα

Στην ανάγκη κεφαλαιακής ενίσχυσης των ελληνικών τραπεζών προκειμένου να ανταποκριθούν στους αυξημένους ρυθμούς εργασιών, αναφέρθηκε ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Νικόλαος Νανόπουλος σε συνάντηση που είχε με δημοσιογράφους στο Λονδίνο, με την ευκαιρία της παρουσίασης της τράπεζας σε διεθνείς θεσμικούς επενδυτές.

Ν. Νανόπουλος: Το τραπεζικό τοπίο στην Ελλάδα
Στην ανάγκη κεφαλαιακής ενίσχυσης των ελληνικών τραπεζών προκειμένου να ανταποκριθούν στους αυξημένους ρυθμούς εργασιών, αναφέρθηκε ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Νικόλαος Νανόπουλος σε συνάντηση που είχε με δημοσιογράφους στο Λονδίνο, με την ευκαιρία της παρουσίασης της τράπεζας σε διεθνείς θεσμικούς επενδυτές.

Όπως αναφέρει ανταπόκριση του ΑΠΕ από το Λονδίνο, ο κ. Νανόπουλος επισήμανε ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι απόλυτα ανταγωνιστικό, τόσο ως προς την δομή του, όσο και στα προϊόντα που προσφέρει, υπάρχουν ωστόσο σημεία προβληματισμού.

Ο ίδιος τόνισε ότι παρά την ενίσχυση μεγεθών και κερδοφορίας, η ανάπτυξη εργασιών και η κάλυψη των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας απαιτεί κεφάλαια που θα αναζητήσουν οι τράπεζες. Για το 2003, το ποσό που υπολείπετο για εποπτικά κεφάλαια καλύφθηκε εν τέλει με χρήση της ευχέρειας που έδωσε ο νόμος για αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων, συμπλήρωσε ο κ. Νανόπουλος.

Σύμφωνα με το τηλεγράφημα του Αθηναϊκού Πρακτορείου, ο κ. Νανόπουλος τόνισε ότι η δομή του τραπεζικού συστήματος δεν είναι ολιγοπωλιακή, καθώς ο βαθμός συγκέντρωσης στην Ελλάδα είναι μέτριος σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως για παράδειγμα, η Πορτογαλία, το Βέλγιο, η Ιρλανδία, ενώ ο έντονος ανταγωνισμός καταδεικνύεται και από την διαφημιστική δαπάνη που αυξάνεται με ρυθμό της τάξης του 15% ετησίως.

Ο επικεφαλής της Eurobank αναφέρθηκε στις ξένες τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα (20) και οι οποίες έχουν μερίδιο της τάξης του 10%, που βαίνει μειούμενο. Αντιθέτως, οι ελληνικές τράπεζες ήδη επιδεικνύουν εξωστρέφεια σε περιφερειακό επίπεδο, τόνισε ο κ. Νανόπουλος, με αποτέλεσμα τα μερίδια αγοράς να φθάνουν το 19% στη Βουλγαρία, το 10% στη Ρουμανία και το 35% στα Σκόπια.

Όσον αφορά στο κόστος, ο δείκτης αποτελεσματικότητας είναι ικανοποιητικός, αν και όχι σε ευρωπαϊκό επίπεδο καθώς τα κόστη παραμένουν υψηλότερα για μια σειρά από λόγους, μεταξύ των οποίων το κόστος εργασίας, ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank.

Μιλώντας για την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών τραπεζών από πλευράς προϊόντων, όπως αναφέρεται στο τηλεγράφημα του ΑΠΕ, ο κ. Νανόπουλος απαρίθμησε στοιχεία, όπως η συμπίεση του περιθωρίου επιτοκίων και η χαμηλή συμβολή των προμηθειών στο σύνολο των εσόδων έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Τα επιτόκια που προσφέρουν οι εγχώριες τράπεζες είναι ανταγωνιστικά σε σχέση με τα ευρωπαϊκά, ενώ ειδικά για τα δάνεια, οι διαφοροποιήσεις αποδίδονται σε παράγοντες εκτός του τραπεζικού συστήματος, όπως το μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων, κόστη που επιβάλλονται από το δημόσιο για τραπεζικές εργασίες, η δυσκολία επίτευξης οικονομιών κλίμακας λόγω χαμηλού όγκου εργασιών.

Ο κ. Νανόπουλος υπογράμμισε επίσης το υψηλό κόστος χρηματοδότησης που έχουν τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα αλλά και τον πιστωτικό κίνδυνο που επιβαρύνει τα επιτόκια δανεισμού, ενώ ανέφερε την ανελαστικότητα στην αγορά εργασίας ως επιβαρυντικό παράγοντα.

Το 2003 ήταν ικανοποιητική χρονιά για τις τράπεζες με τα κέρδη όμως να φθάνουν μόλις το 75% των κερδών του 2000 και ενδεχομένως φέτος να κινηθούν στα αντίστοιχα επίπεδα, εκτίμησε ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank.

Στο τηλεγράφημα του Αθηναϊκού Πρακτορείου αναφέρεται ακόμη ότι την ίδια στιγμή, οι ευρωπαϊκές τράπεζες είχαν μεγαλύτερη αύξηση κερδών, της τάξης του 20% κατά μέσο όρο, με χαμηλότερο ρυθμό αύξησης εργασιών.

Το 2003 τα δάνεια που χορήγησαν οι τράπεζες αυξήθηκαν κατά 15 δισ. ευρώ έναντι 11 δισ. ευρώ των καταθέσεων, εξέλιξη που προβληματίζει, σημείωσε ο κ. Νανόπουλος. Τα προ φόρων κέρδη των τραπεζών ανήλθαν στο ποσό των 1,6 δισ. ευρώ και μετά από φόρους στα 1,1 δισ. ευρώ.

Με την αφαίρεση των μερισμάτων συνολικού ύψους 570 εκ. ευρώ, το ποσό που προορίζεται για την ενίσχυση των κεφαλαίων προς χρηματοδότηση της οικονομίας είναι μόλις 500 εκ. ευρώ.

Για χρηματοδότηση ύψους 15 δισ. ευρώ, απαιτούνται εποπτικά κεφάλαια ύψους 1,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1,2 δισ. ευρώ είναι Tier I καθώς τα κεφάλαια Tier II αντλούνται από την αγορά.

Από τις συνολικές ανάγκες των τραπεζών καλύφθηκε μόνο το ποσό των 500 εκ. ευρώ και το υπόλοιπο προήλθε από την ευχέρεια που έδωσε ο νόμος για αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων, κατέληξε ο κ. Νανόπουλος.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v