Στην κατηγορία των κερδών που προέκυψαν από τη θάλασσα και επενδύονται σε υποσχόμενες δραστηριότητες της στεριάς εντάσσεται η ολοένα και αυξανόμενη συμμετοχή γνωστών εφοπλιστικών ονομάτων στο μετοχικό κεφάλαιο της Q&R. Μάλιστα, το μεγάλο οικονομικό εκτόπισμα των αγοραστών αποτελεί σαφή ένδειξη ότι πιθανολογούνται και άλλες κινήσεις που ως στόχο θα έχουν την περαιτέρω ενίσχυση του αποτυπώματος της εισηγμένης στην αγορά πληροφορικής.
Ήδη το Euro2day.gr είχε αναφερθεί στις 6/2/2024 σε «νέο εφοπλιστικό χρήμα που εισέρχεται στην εισηγμένη εταιρεία» ενώ σε χθεσινό δημοσίευμα με τίτλο «Q&R: Ισχυρό πόλο στην πληροφορική στήνουν οι εφοπλιστές», επισημάνθηκαν μεταξύ άλλων τόσο η απόκτηση του 5,01% της εταιρείας από την οικογένεια του Ηλία Γκότση της Eurotankers (συγκεκριμένα η Marbella Investments αγόρασε το ποσοστό αυτό από τον Γιώργο Ρουμελιώτη), όσο και οι πολύ καλές σχέσεις του γνωστού εφοπλιστή με τον επιχειρηματικό δίδυμο Μπάκου-Καϋμενάκη. Υπενθυμίζεται πως ήδη η Σοφία Σωτηράκου-Τριάντη (σύζυγος του Γιάννη Καραγιώργη) έχει αποκτήσει το 32% της CPI, ενώ επίκεινται και άλλες αλλαγές στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας.
Η Q&R είναι μια εταιρεία που διαθέτει τα δικά της συγκριτικά πλεονεκτήματα στον κλάδο της πληροφορικής και ισχυρή τεχνογνωσία, πλην όμως οι επιδόσεις της κατά την προηγούμενη δεκαετία περιορίστηκαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, λόγω της σχεδόν αποκλειστικής της εστίασης στις κρατικές συμβάσεις. Έτσι, σε μια περίοδο όπου τα δημόσια έργα έτρεχαν με το σταγονόμετρο, η Q&R δεν βρήκε ως στήριγμα-αντίβαρο δουλειές από τον ιδιωτικό τομέα, όπως έπραξαν άλλοι όμιλοι πληροφορικής.
Η ουσία είναι πως μόλις προς το τέλος της περυσινής χρονιάς η Q&R κατάφερε να εξασφαλίσει ένα σημαντικό ανεκτέλεστο υπόλοιπο υπογεγραμμένων συμβάσεων (άνω των 40 εκατ. ευρώ), ενώ οι επιδόσεις του 2023 εκτιμάται ότι κινήθηκαν σε μέτρια επίπεδα, με αποτέλεσμα το σχήμα των εφοπλιστών να εντοπίσει μια εταιρεία όπου κανείς μέτοχος δεν διέθετε πλειοψηφικό ποσοστό και η αποτίμησή της σε αξία (ευρώ) να είναι πολύ χαμηλότερη από άλλες επιχειρήσεις του κλάδου.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων του κλάδου, το νέο εφοπλιστικό σχήμα έχει ως στόχο να χρησιμοποιήσει ως βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και την υποδομή της Q&R, προκειμένου να δημιουργήσει ένα πολύ μεγαλύτερο και ισχυρότερο όμιλο, με δραστηριότητα τόσο σε μια πολλά υποσχόμενη εγχώρια αγορά (βλέπε κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ) όσο και ενδεχομένως στο εξωτερικό.
Απομένουν ωστόσο αρκετά σημαντικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν, όπως για παράδειγμα το αν το εφοπλιστικό σχήμα (το οποίο υπερτερεί τόσο ως προς τα ποσοστά μετοχών, όσο και ως προς το ευρύτερο οικονομικό εκτόπισμα) θα εξαγοράσει στο μέλλον τμήμα ή και το σύνολο των μετοχών που κατέχει σήμερα η διοίκηση της Q&R.
Ειδικότερα, ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος Μάνος Ξιώνης κατέχει το 11,481% της εταιρείας και ο διευθύνων σύμβουλος Παναγιώτης Πασχαλάκης οριακά κάτω από το 10%, ενώ έχουν ρευστοποιήσει τις θέσεις τους τα πρώην μέλη του Δ.Σ. Νικόλαος Πασχαλάκης (αδελφός του CEO) και Θόδωρος Καραγιάννης. Με βάση κύκλους της αγοράς, δεν φαίνεται -τουλάχιστον επί του παρόντος- να έχει συμφωνηθεί μια τέτοια συναλλαγή και σύμφωνα με ορισμένους, δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα ούτε καν σχετική κρούση. Άλλωστε οι Μ. Ξιώνης και Π. Πασχαλάκης διαδραματίζουν κομβικό ρόλο στην καθημερινή λειτουργία της εταιρείας.
Ένα δεύτερο ερώτημα που προκύπτει είναι το ποια θα είναι η στάση των εφοπλιστών -και ιδιαίτερα της οικογένειας Καραγιώργη- την «επόμενη» μέρα: Θα περιοριστεί στο ρόλο του παθητικού μετόχου ή -όπως είναι πιθανότερο- θα αναλάβει ενεργό ρόλο στη στρατηγική ανάπτυξης της Q&Rq Και αν συμβεί το δεύτερο, ποιο θα είναι το περιεχόμενο αυτής της στρατηγικής;
Η πορεία της μετοχής
Η είσοδος εφοπλιστικού κεφαλαίου στην Q&R έχει οδηγήσει σε απίστευτο ράλι την τιμή της μετοχής στο ταμπλό του ΧΑ, η οποία έκλεισε χθες στο 1,40 ευρώ (+29,63%, με 1.064.262 τεμάχια, ή το 3,9% της εταιρείας να αλλάζει χέρια), έναντι 0,618 ευρώ στις 2/1/2024, 0,556 ευρώ προ δωδεκαμήνου και μόλις 0,20 ευρώ προ πενταετίας.
Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται κατά ένα μέρος στην πρόθεση κάποιων βραχυπρόθεσμων «παικτών» για ένα «καλό μεροκάματο» και κατά ένα άλλο μέρος στην προσδοκία ορισμένων επενδυτών ότι η μετοχή θα μπορούσε ενδεχομένως να ακολουθήσει το ράλι άλλων εταιρειών που άλλαξαν ιδιοκτησιακό έλεγχο κατά το παρελθόν.
Σύμφωνα με χρηματιστηριακούς αναλυτές, η τρέχουσα αποτίμηση της μετοχής έχει προεξοφλήσει σε κάποιο βαθμό πιθανές θετικές μελλοντικές εξελίξεις, οι οποίες ωστόσο θα πρέπει να επιβεβαιωθούν και στην πράξη.